Βασικό σενάριο για μείωση του τέλους επιτηδεύματος κατά 50% για τα εισοδήματα του 2021 εξετάζει το οικονομικό επιτελείο στο πλαίσιο του συνολικού σχεδιασμού της κυβέρνησης να επαναφέρει τις δεσμεύσεις για ελάφρυνση μισθωτών και επιχειρήσεων.
Χωρίς ακόμα να έχουν ληφθεί οριστικές αποφάσεις το αρμόδιο κυβερνητικό «στρατηγείο» επεξεργάζεται τα δεδομένα της οικονομίας προχωρά τη στρατηγική υιοθέτησης ενός συνδυαστικού πακέτου μέτρων, συμπεριλαμβανομένων μόνιμων μειώσεων φόρων, με τις ανακοινώσεις να αναμένονται από Σεπτέμβριο.
Παρά τις αβεβαιότητες που δημιουργεί το σενάριο επιδείνωσης της υγειονομικής κρίσης, οι σχεδιασμοί είναι πάνω στο τραπέζι και οι σχετικές προτάσεις αναμένεται να συζητηθούν με τις Βρυξέλλες μετά το τέλος του καλοκαιριού.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο θα εφαρμοστεί μείωση στο 50% – με στόχο, σε δεύτερο χρόνο, τη μελλοντική κατάργησή του. Η εξοικονόμηση για τους ελεύθερους επαγγελματίες είναι 325 ευρώ, καθότι το τέλος θα οριστεί στα 325 ευρώ από τα 650 ευρώ που ισχύει σήμερα.
Για τις επιχειρήσεις το τέλος επιτηδεύματος ανέρχεται στα 1.000 ευρώ και αναμένεται να μειωθεί στα 500 ευρώ, ενώ για τα νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους, το τέλος θα μειωθεί από 800 ευρώ στα 400 ευρώ.
Από τα στοιχεία του προϋπολογισμού για το τέλος επιτηδεύματος καταγράφονται κρατικά έσοδα ύψους 420 εκατ. ευρώ και αφορά περί τους 611.000 ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα.
Υπενθυμίζεται πως το μέτρο αυτό εφαρμόστηκε, μαζί με την έκτακτη εισφορά, για πρώτη φορά το «μνημονιακό» έτος 2011 καθότι θεωρήθηκε – στις τότε διαπραγματεύσεις με την τρόικα – ως λύση στη φοροδιαφυγή των ελεύθερων επαγγελματιών και ως εκ τούτου η ελληνική κυβέρνηση επέβαλε το οριζόντιο τέλος σε όλους τους επιτηδευματίες και ασκούντες ελεύθερο επάγγελμα.
To καμπανάκι
Το ενδιάμεσο πόρισμα της Επιτροπής Πισσαρίδη, το οποίο αντανακλά τις προθέσεις της κυβερνητικής πολιτικής, χτυπάει το καμπανάκι για την υπέρμετρη επιβάρυνση της εργασίας από φόρους και εισφορές, ειδικά στη μεσαία εισοδηματική κλίμακα, το οποίο έχει αρνητικές συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα, την παραμονή εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού στη χώρα και τα κίνητρα για επίσημη εργασία. Εξωθεί εργαζομένους στην παραοικονομία ή στην αλλοδαπή και καθυστερεί τη στροφή της οικονομίας προς την εξωστρέφεια.
Οπως τονίζεται στην έκθεση οι ισχύοντες οριακοί συντελεστές, συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς αλληλεγγύης, είναι ιδιαίτερα υψηλοί και εμφανίζουν πολύ έντονη προοδευτικότητα ήδη από μεσαία εισοδήματα.
Προβαίνει στην παραδοχή ότι υπερβολικά μεγάλο μέρος της εργασίας αφορά αυτοαπασχόληση, άτυπους τομείς της οικονομίας και εργασία με χαμηλά δηλωμένα εισοδήματα που εξαιρούνται από τη φορολογία, ενώ η φορολογική σφήνα (tax wedge) για εισοδήματα πάνω από τα χαμηλότερα είναι εξαιρετικά υψηλή.
Το κόστος αυτής της στρέβλωσης είναι σημαντικό διότι ο άτυπος τομέας δεν προσανατολίζεται γενικά στις εξαγωγές (παρά όταν αφορά τουριστικές διασυνδεδεμένες υπηρεσίες εμπορίου) και συγχρόνως παγιδεύει εργατικό δυναμικό που θα μπορούσε να διοχετευθεί προς τον πιο δυναμικό και εξαγωγικό τομέα.
Τονίζει δε ότι σε δραστηριότητες που εμφανίζουν υψηλά επίπεδα φοροδιαφυγής μπορεί να εφαρμοστούν στοχευμένες πολιτικές μειωμένων φορολογικών συντελεστών προκειμένου να περιοριστεί το ανταγωνιστικό – φορολογικό πλεονέκτημα όσων δραστηριοποιούνται στην άτυπη οικονομία.
Η Εκθεση αναφέρει επίσης πως «η επίδραση που θα έχουν οι αλλαγές στο φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα, στη δομή και τις επιδόσεις της οικονομίας δεν μπορεί παρά να είναι σταδιακή.
Επιπλέον, η σταθερότητα του φορολογικού και ασφαλιστικού πλαισίου σε ικανό βάθος χρόνου είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς η αβεβαιότητα αποθαρρύνει μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε φυσικό ή ανθρώπινο κεφάλαιο» και επισημαίνει ότι οι συχνές αλλαγές και η πολυπλοκότητα των κανόνων λειτουργούν ως εμπόδια για την προσέλκυση νέων επιχειρήσεων ή τη μεγέθυνση όσων λειτουργούν.
Πηγή: IN.gr