Nτροπιαστικές καταστάσεις χάους, συνωστισμού και αβεβαιότητας επικράτησαν από το πρωί της Δευτέρας έξω από τα κεντρικά γραφεία της Υπηρεσίας Ασύλου στην Κατεχάκη και σε άλλα γραφεία, που ξανάνοιξαν μετά από δύο μήνες που ήταν κλειστή για το κοινό η υπηρεσία λόγω κορωνοϊού.
Η υπηρεσία ξανάνοιξε χωρίς καμία έγκαιρη προετοιμασία για τη σταδιακή εξυπηρέτηση των πολλών χιλιάδων εκκρεμών υποθέσεων και την σωστή ενημέρωση των ενδιαφερόμενων, που συνέρρευσαν για να εξυπηρετηθούν, οι περισσότεροι μάταια. Άλλωστε, η υπηρεσία λειτούργησε με το μισό προσωπικό για να διευκολυνθεί η τήρηση αποστάσεων στα γραφεία.
Πολλές εκατοντάδες πρόσφυγες και μετανάστες συνωστίζονταν από πολύ νωρίς το πρωί έξω από την κλειστή πύλη της υπηρεσίας, πέφτοντας ο ένας πάνω στον άλλον για να μπορέσουν να εξυπηρετηθούν. Ανάμεσά τους μικρά παιδιά και νήπια, που δεν είχαν πού να τα αφήσουν οι γονείς τους.
Καθώς δεν είχε δημιουργηθεί κατάλληλη υποδομή στο εσωτερικό της υπηρεσίας για την τήρηση των αποστάσεων, την παροχή μάσκας, γαντιών και αντισηπτικού και για την τοποθέτηση πλέξιγκλας στα γκισέ υποδοχής, η εξυπηρέτηση και ενημέρωση γινόταν στο πεζοδρόμιο. Υπάλληλος της υπηρεσίας βρισκόταν στην αυλή και έπαιρνε και έδινε χαρτιά μέσα από τα κάγκελα, που ήταν τα μόνα που συγκρατούσαν το πλήθος. Κάποιοι μάλιστα αναγκάστηκαν να κρεμαστούν στα κάγκελα για να μπορέσουν να έχουν πρόσβαση.
Ήταν τέτοια η αγωνία και ανάγκη του κόσμου να εξυπηρετηθεί που είχαν σχηματιστεί ουρές από τα μεσάνυχτα της Κυριακής έξω από υπηρεσία στην Κατεχάκη, όπως και έξω από τα γραφεία στον Άλιμο, ενώ κόσμος είχε συγκεντρωθεί ήδη από το Σάββατο. Περίπου 200 άτομα πέρασαν τη νύχτα της Κυριακής καθισμένοι σε χαρτόνια από χαρτοκιβώτια, με την ελπίδα ότι μπορεί να ήταν η τυχερή τους μέρα, όπως επίσης την αβεβαιότητα πώς θα λειτουργήσει η υπηρεσία.
Στον Άλιμο, όποιος κατέφτανε συμπλήρωνε το όνομά του σε χαρτόνια που κυκλοφορούσαν χέρι με χέρι για να τηρηθεί προτεραιότητα το επόμενο πρωί. Στην Κατεχάκη όποιος έφτανε καθόταν στη σειρά στο στενό φιδωτό διάδρομο που σχημάτιζαν τα φορητά διαχωριστικά κιγκλιδώματα. Αν τύχαινε να πεταχτεί κάπου για φαγητό ή άλλη ανάγκη ζητούσε από τους διπλανούς να του κρατήσουν τη θέση.
Κανείς δεν ήξερε με βεβαιότητα τι θα αντιμετωπίσει και αν θα προχωρήσει η υπόθεσή του, για την οποία κάποιοι είχαν έρθει στην υπηρεσία επανειλημμένα το διάστημα πριν τον κορονοϊό. Η απόφαση της υπηρεσίας για το ποιες περιπτώσεις θα εξυπηρετηθούν και ποιες όχι είχε τοιχοκολληθεί σε διάφορες γλώσσες, αλλά δεν ήταν προσβάσιμο σε όλους, καθώς καθόταν μπροστά κόσμος. Άλλωστε, η απόφαση ήταν γραμμένη σε γραφειοκρατική γλώσσα, όχι πολύ εύκολα κατανοητή.
Πολλοί προσπαθούσαν με το κινητό να βρουν την σχετική απόφαση στην ιστοσελίδα της υπηρεσίας και να τη διαβάσουν. Αποδείχτηκε κι αυτό εξαιρετικά περίπλοκο και για τους περισσότερους αδύνατο. Η απόφαση ήταν διαθέσιμη σε δέκα γλώσσες, ωστόσο ο κατάλογος των γλωσσών ήταν γραμμένος στα ελληνικά και, αν κατάφερνε να δει κανείς την επιλογή για την αγγλική σελίδα, στα αγγλικά. Το ίδιο και το σχετικό μπάνερ στην κεντρική σελίδα της υπηρεσίας.
Αλλά και αυτή η απόφαση αναρτήθηκε στην ιστοσελιδα της υπηρεσίας μόλις το Σάββατο και σχετικά κρυμμένη στον κατάλογο των ανακοινώσεων, ενώ μέχρι αργά το μεσημέρι είχε ξεμείνει σε περίοπτη θέση η προ διμήνου ανακοίνωση για την αναστολή της λειτουργίας της υπηρεσίας. Αλλωστε, και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι πληροφορήθηκαν μόλις το απόγευμα της Παρασκευής, κοντά στη λήξη του ωραρίου, τον κατάλογο των διαδικασιών που θα εξυπηρετούνταν τη Δευτέρα: κυρίως κατάθεση προσφυγών σε δεύτερο βαθμό, ενώ δεν υπήρχε αναφορά στην πραγματοποίηση συνεντεύξεων ή στην προετοιμασία για συνεντεύξεις εξ αποστάσεως, όπως προέβλεπε δυο μέρες νωρίτερα εγκύκλιος του γενικού γραμματέα Πάτροκλου Γεωργιάδη, στον οποίο υπάγεται η υπηρεσία.
Μόλις την Παρασκευή αποφασίστηκε ότι διάφορες αιτήσεις θα υποβάλλονται ηλεκτρονικά στην υπηρεσία και δεν θα εξυπηρετούνται με φυσική παρουσία. Τότε αποφασίστηκε επίσης ότι δεν θα γίνονται ανανεώσεις ληγμένων δελτίων ασύλου και αδειών διαμονής, στα οποία δόθηκε την τελευταία στιγμή εξάμηνη παράταση, ακριβώς για να περιοριστεί ο συνωστισμός.
Είναι αμφίβολο ότι λειτούργησε, καθώς δεν είχαν ενημερωθεί οι ενδιαφερόμενοι. Ανάμεσά σ'αυτούς που περίμεναν από βραδύς στην ουρά ήταν αρκετοί που είχαν χάσει το δελτίο αίτησης ασύλου και τους είχε δοθεί βεβαίωση δίμηνης διάρκειας, η οποία όμως έληξε την περίοδο που ήταν κλειστή η υπηρεσία. Ληγμένη βεβαίωση σημαίνει ότι δεν μπορούν να εργαστούν, όπως ο 27χρονος από τη Σομαλία που δούλευε σε οργάνωση και αναγκάστηκε να σταματήσει επειδή δεν μπορούσε να ανανεώσει τη βεβαίωση ή να αντικαταστήσει το δελτίο. Άλλων είχε λήξει το δελτίο και η άδεια διαμονής που το συνοδεύει όπως και η εξάμηνη παράταση που είχαν δώσει οι αρχές. Κάποιοι είχαν αναγνωριστεί πρόσφυγες πριν από μήνες και περίμεναν να βγουν τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα για να μπορούν να ταξιδέψουν στο εξωτερικό. Άλλοι είχαν χάσει τη συνέντευξή τους και ήθελαν να οριστεί νέα ημερομηνία.
Αν αποφεύχθηκαν τα χειρότερα, είναι επειδή παραμένει ο περιορισμός εξόδου από τις προσφυγικές δομές, με αποτέλεσμα πολλές χιλιάδες ενδιαφερόμενοι να μην έχουν τη δυνατότητα να προσέλθουν στην υπηρεσία. Άγνωστο παραμένει τι θα συμβεί τις επόμενες ημέρες με τη λήξη του περιορισμού μετακίνησης στις δομές.