Αν κάτι χαρακτηρίζει τον Δημήτρη Κωνσταντινίδη, αυτό είναι η άρνηση του να παρατήσει, να εγκαταλείψει την προσπάθεια. Δεν το έκανε στα δύσκολα που εμφανίστηκαν μπροστά του και τώρα δικαιώνεται. Με το ποδοσφαιρικό θράσος το οποίο τον διακρίνει κάνει το δικό του restart στην Σλοβακία με τη φανέλα της Ζεμπλίν Μιχαλόβτσε, αφήνοντας στο παρελθόν τις στιγμές όπου η ατυχία του χτύπησε την πόρτα…
Ο ίδιος, λίγες ημέρες πριν πάρει το αεροπλάνο της επιστροφής ώστε να ενσωματωθεί στις προπονήσεις της ομάδας του, δίνει μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του στην εφημερίδα Metrosport, κάνοντας τη δική του αυτοκριτική μιλώντας για τα λάθη και τα σωστά του, το παρόν, το παρελθόν αλλά και το μέλλον του. Το ρόλο του Στέφανου Αθανασιάδη στη ζωή του, το πως βίωσε την παρουσία του σε ΠΑΟΚ και Άρη αλλά και το στοιχείο που «ενώνει» την οικογένεια Σαββίδη με τον Θόδωρο Καρυπίδη.
Πως ήταν η αγωνιστική χρονιά που πέρασε στην Ζεμπλίν Μιχαλόβτσε;
«Η ομάδα πέτυχε τον βασικό της στόχο που ήταν να μπει στα Play-Off του Σλοβάκικου πρωταθλήματος, παλέψαμε για την έξοδο στην Ευρώπη αλλά στο τελευταίο παιχνίδι της χρονιάς ηττηθήκαμε και δεν καταφέραμε να πάρουμε ένα ευρωπαϊκό εισιτήριο. Ωστόσο και για εμένα η χρονιά ήταν πολύ καλή, γιατί από τότε που πήγα αγωνίστηκα σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια και βοήθησα και εγώ με τον τρόπο μου τον σύλλογο να πετύχει τους στόχους του. Στην Σλοβακία μπορεί η ποιότητα να μην είναι τόσο υψηλή όσο στην Ελλάδα, αλλά είναι πιο δύσκολο από άποψη φυσικής κατάστασης και δύναμης. Έχει πιο υψηλό ρυθμό από ότι το δικό μας πρωτάθλημα και χρειάζεται να τρέξεις πολύ για να πετύχεις κάτι καλό».
Όταν χτύπησε το τηλέφωνο σου και σου είπαν για την Ζεμπλίν, ποια ήταν η πρώτη σου αντίδραση;
«Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να ρωτήσω τον πρώην συμπαίκτη μου στον ΠΑΟΚ και νυν στη Ζεμπλίν, Κυριάκο Σαββίδη, για τις συνθήκες που επικρατούν στη Σλοβακία και το πρωτάθλημα. Εξ αρχής ήμουν ευχαριστημένος με όλα όσα άκουσα και σκέφτηκα πως είναι μία καλή περίπτωση να πάω να αγωνιστώ εκεί καθώς δεν είχα αγωνιστικό χρόνο, κάτι που είναι πολύ σημαντικό για έναν ποδοσφαιριστή».
Το έντονο ελληνικό στοιχείο που υπάρχει στην ομάδα, πως λειτούργησε για εσένα;
«Αλλιώς είναι να πηγαίνεις κάπου και να έχεις δύο-τρεις δικούς σου ανθρώπους που θα σε βοηθήσουν σε κάποια πράγματα στην αρχή και αλλιώς είναι να πηγαίνεις σε μία ξένη χώρα που είναι πιο δύσκολο να συνεννοηθείς. Το ότι υπήρχαν άλλοι τέσσερις Έλληνες στην ομάδα ήταν από τα στοιχεία που με έκαναν να απαντήσω θετικά στην πρόταση που μου έγινε».
Τι σου έλειψε από τις ελληνικές συνήθειες τις οποίες είχες;
«Μου έλειψε το Ελληνικό φαγητό γιατί υπερτερούμε από τους Σλοβάκους σε αυτό το κομμάτι. Εγώ μέσα στην καραντίνα μπήκα για πρώτη φορά στην κουζίνα, παλαιότερα δεν έκανα ούτε τοστ, αλλά κατά τη διάρκεια που είχαμε μείνει σπίτι εγώ ασχολήθηκα αρκετά με αυτόν τον τομέα».
Πως πέρασε η περίοδος του Κορωνοϊού στην Σλοβακία;
«Όπως είπα και νωρίτερα το καλό είναι ότι ήμασταν πολλοί Έλληνες στην ομάδα. Στην αρχή ψάχναμε τρόπο να έρθουμε στην Ελλάδα αλλά η Σλοβακία είναι μία χώρα που αντέδρασε γρήγορα σε όλο αυτό. Έκλεισαν κατευθείαν αεροδρόμια, μαγαζιά και όλα αυτά, αλλά η κυκλοφορία στους δρόμους ήταν ελεύθερη, όχι όπως συνέβη εδώ με το μήνυμα. Η χώρα μπόρεσε και το περιόρισε γρήγορα όλο αυτό και ευτυχώς μπορούσαμε σε μικρά γκρουπ να κάνουμε προπονήσεις, γιατί στην Ελλάδα έβλεπα συναθλητές μου να μην μπορούν να το κάνουν και αυτό».
Κεφάλαιο τραυματισμοί…
Πόσο εύκολο ήταν για εσένα να μπορέσεις να αντιδράσεις στους τραυματισμούς που έκαναν την εμφάνιση τους στην καριέρα σου;
«Είναι πολύ δύσκολο για έναν αθλητή, να έχει συχνούς τραυματισμούς. Εγώ τα τελευταία χρόνια, αν εξαιρέσω ένα διάστημα 10 ημερών στον Άρη, δεν είχα κάτι σοβαρό δόξα τω Θεό. Ο χειρότερος τραυματισμός που μπορεί να σου τύχει είναι ο χιαστός, τον οποίο πέρασα στον ΠΑΟΚ. Δεν είναι τόσο το κομμάτι της επέμβασης ή της αποκατάστασης, γιατί τότε έχεις δίπλα σου ανθρώπους επαγγελματίες να σε φροντίζουν. Περισσότερο είναι το ψυχολογικό κομμάτι της αποχής από την αγωνιστική δράση, είναι το ότι φοράς επί ένα μήνα τον ειδικό νάρθηκα με τον οποίο δεν μπορείς να κάνεις σχεδόν τίποτα μόνος».
Ποια εικόνα σου έρχεται στο μυαλό μόλις πέφτεις στο έδαφος και αντιλαμβάνεσαι τον τραυματισμό σου; «Μου έχει μείνει μία πάρα πολύ δυνατή στιγμή όταν την ώρα που πέφτω κάτω έρχεται από πάνω μου και με φιλάει ο Κλάους. Τότε κατευθείαν καταλάβαμε ότι πρόκειται για κάτι σοβαρό και μία τέτοια μικρή κίνηση σου δίνει να καταλάβεις ότι δεν είσαι μόνος σου. Με τον Στέφανο έχουμε μία απίστευτη φιλία και πάντα στηρίζουμε ο ένας τον άλλον».
Πόσο εύκολο ή δύσκολο ηταν για εσένα να διαχειριστείς όλα αυτά σε νεαρή ηλικία;
«Ήταν μία περίοδος που ο ΠΑΟΚ είχε στηριχθεί στα δικά του παιδιά και στους Έλληνες ποδοσφαιριστές, μέχρι την έλευση του κυρίου Σαββίδη που άλλαξε τα δεδομένα. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που ενίσχυσε τον ΠΑΟΚ σε όλους τους τομείς, κάνοντας απίστευτα πράγματα σε όλους τους τομείς, πέρα από το ότι έχει φτιάξει εγκαταστάσεις και πλήρωσε τα χρέη της ομάδας που ήταν ένας μεγάλος βραχνάς, βοήθησε και τη Βόρεια Ελλάδα πάρα πολύ.
Εμείς ξεκινήσαμε από τις ακαδημίες μία παρέα, εγώ ο Πέλκας, ο Κάτσε, ο Κίτσιου, ο Σταφυλίδης, ο Πόποβιτς. Ριχτήκαμε στα βαθιά και ανταποκριθήκαμε. Μπορεί οι περισσότεροι να μη μείναμε στον ΠΑΟΚ, αλλά αυτό δεν έχει σημασία, ο Πέλκας έμεινε και είναι αρχηγός, ο Σταφυλίδης κάνει τη δική του καριέρα στη Γερμανία, ο Κίτσιου στην Τουρκία, όλοι πήραμε τον δρόμο μας. Ολοι είμαστε ευγνώμωνες στον ΠΑΟΚ, γιατί άλλαξε τις ζωές μας».
Τι ήταν αυτό που δεν σου επέτρεψε να καθιερωθείς;
«Δεν νομίζω ότι υπήρχε κάτι άλλο πέρα από τον τραυματισμό του χιαστού. Αν δεν γινόταν αυτό, μπορεί να είχα καθιερωθεί. Είναι άσχημο να τραυματίζεσαι και εσύ το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να βγαίνεις πιο δυνατός από όλο αυτό και θα το κάνω μέχρι να σταματήσω το ποδόσφαιρο».
Στο παιχνίδι με την Σπαρτάκ Τρνάβα σκοράρεις ένα γκολ πρόκρισης και το πρώτο πράγμα που κάνεις είναι ο σταυρός σου. Ποια είναι η σχέση σου με την Εκκλησία;
«Πιστεύω πάρα πολύ στο Θεό, αλλά πάνω από όλα πρέπει να είσαι καλός άνθρωπος. Δεν σημαίνει ότι η δική μου η θρησκεία είναι καλύτερη από του Μουσουλμάνου ή από κάποια άλλη. Ο Θεός δίνει σε αυτούς που είναι καλοί άνθρωποι. Κάποιες φορές ίσως τους βάλει κάποιες δυσκολίες αλλά πιστεύω ότι στο τέλος ότι και να γίνει αν αξίζεις, θα το πάρεις πίσω. Κάθε φορά σε δύσκολες καταστάσεις ζητάω τη βοήθεια του».
«Ο Κλάους ξέρει τα λάθη του…»
Εχεις κάποιο γούρι πριν τον αγώνα;
«Υπάρχουν κάποια πράγματα, ας πούμε είναι νόμος ότι μία ημέρα πριν τον αγώνα δεν θα κόψω τα νύχια μου, ή δεν θα πιώ καφέ την ημέρα του αγώνα, αλλά όχι για γούρι. Έχω κάνα δύο ακόμα τα οποία κρατάω για εμένα. Έχω ακούσει ποδοσφαιριστή να ακούει το ίδιο τραγούδι όση ώρα ήταν στα αποδυτήρια».
Σε εσάς στα αποδυτήρια του ΠΑΟΚ, τι μουσική έπαιζε;
«Σε εμάς έπαιζαν τα πάντα! Από ποντιακά μέχρι βαριά RNB». Μίλησε μας λίγο για τον Κλάους…
Μίλησε μας λίγο για τον Κλάους…
«Εγώ τον Στέφανο τον ξέρω πολλά χρόνια και δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός κριτής, είναι σα να μιλάω για τον αδερφό μου. Ο Κλάους έχει πετύχει πάρα πολλά στην καριέρα του και δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς αυτό και το μόνο που θα πω είναι ότι αξίζει τον σεβασμό όλων μας, παρά τα όποια λάθη έχει κάνει. Όλοι μας κάνουμε λάθη, και εγώ έχω κάνει αλλά δεν αξίζει αυτή η απαξίωση. Δεν γίνεται να διαβάζουμε ότι έχει κλείσει σε Α΄ τοπικό ή ότι ενδιαφέρονται ομάδες από το χωριό του. Το αν δεν μας αρέσει κάποιος είναι δεκτό αλλά δεν γίνεται να απαξιώνουμε ένα παιδί που με το σπαθί του έφτασε να παίζει σε επίπεδο της Εθνικής Ελλάδος, έχει βάλει περισσότερα από 100 γκολ με τον ΠΑΟΚ και είναι από τους πρώτους σκόρερ της ομάδας. Πολλοί δεν θα πετύχουμε ούτε τα μισά από όσα αυτός».
Πιστεύεις ότι έχει αδικήσει τον εαυτό του;
«Σίγουρα έχει κάνει λάθη, το ξέρει ο ίδιος πως η καριέρα του είχε πάρει καθοδική πορεία και τώρα σιγά-σιγά πατάει στα πόδια του και νιώθει καλά μετά από καιρό. Μακάρι ο Στέφανος να επανέλθει και να τον δούμε να σκοράρει πολλά γκολ. Ο Κλάους δεν τα έχει παρατήσει και δεν τον έχουν πάρει τα χρόνια. Αν βρεθεί μία ομάδα να τον στηρίξει και να πάρει τα πάνω του, μπορεί να κάνει αυτό που έκανε πάντα, να σκοράρει!
Πόσο εύκολη ήταν η προσαρμογή στον Άρη και πως το πήρες στην αρχή;
«Η πρώτη αντίδραση ήταν λίγο αρνητική. Δεν σκεφτόμουν ποτέ τον εαυτό μου να παίζει στον Άρη. Αλλά δεν ήμουν ποτέ κάθετος ότι απορρίπτω κάτι και δεν το συζητάω ξανά. Αργότερα όταν πέρασε ο καιρός υπήρξαν προτάσεις από το εξωτερικό που δεν με κάλυπταν και οικονομικά αλλά και σαν πρότζεκτ. Ο Άρης είναι μεγάλη και λαοφιλής ομάδα. Τότε ήταν στην ομάδα ο Ντίνος Διαμαντόπουλος ένας άνθρωπος που με ήξερε πολύ καλά και μου έδωσε να καταλάβω ότι με ήθελαν πολύ και πήρα την απόφαση να υπογράψω στον Άρη».
Στην Ελλάδα ασκείται κριτική για πολλά πράγματα τα οποία δεν είναι ποδοσφαιρικά. Τα τατουάζ, οι κομμώσεις και άλλα, τελικά αυτά παίζουν… μπάλα;
«Αυτά όλα είναι αστεία. Είτε ο ποδοσφαιριστής έχει 100 τατουάζ είτε κανένα δεν παίζει κάποιο ρόλο στην απόδοση του. Ο πατέρας μου λέει ότι ένας προπονητής του δεν τον ήθελε γιατί είχε σκουλαρίκι, νομίζω ότι αυτά τα πράγματα είναι αστεία και δεν δίνω βάση σε όλα αυτά. Αυτά είναι πράγματα που τα λέει ο κόσμος που δεν ξέρει να κάνει κριτική επάνω στο ποδόσφαιρο, θα πιαστεί από κάπου αλλού επειδή δεν έχει ποδοσφαιρική παιδεία. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει γενικά παιδεία, όχι μόνο στον αθλητισμό. Όταν βλέπεις στο γήπεδο γονείς με παιδιά να βρίζουν δεν είναι ωραία εικόνα. Ο κόσμος πλέον πηγαίνει στο γήπεδο για να εκτονωθεί».
Έχεις ζήσει από κοντά και την οικογένεια Σαββίδη αλλά και τον Θόδωρο Καρυπίδη στον Άρη. Πως θα τους σχολίαζες;
«Το κοινό τους στοιχείο είναι ότι είναι παθιασμένοι με την ομάδα τους και θέλουν το καλύτερο για αυτή. Και ο κ. Ιβάν αλλά και ο Γιώργος θέλουν το καλύτερο για την ομάδα τους. Από την πλευρά του ο κ. Καρυπίδης ξεκίνησε μία προσπάθεια πριν χρόνια και τώρα βρίσκει μπροστά του τα χρέη της παλιάς ΠΑΕ. Μακάρι να βρεθεί μία λύση για την ομάδα, γιατί πρέπει όλες οι ιστορικές ομάδες της πόλης, μαζί και ο Ηρακλής και ο Απόλλων Πόντου, να είναι δυνατές. Όχι μόνο για το καλό της πόλης αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου».
Ποιες είναι οι πιο δυνατές στιγμές της καριέρας σου;
«Θα έλεγα τον τραυματισμό του χιαστού, καθώς ήταν ένα σοκ για εμένα. Δεύτερη μεγάλη στιγμή ήταν η υπογραφή μου σε μία ιστορική ομάδα όπως η Μπρέσια, αλλά με πέτυχε σε μία περίοδο που δεν ήμουν εγώ έτοιμος και στην πορεία άλλαξε και ο προπονητής που με διάλεξε. Από τον ΠΑΟΚ κρατάω ακόμα το γκολ με την Τρνάβα αλλά πρώτη νομίζω θα βάλω τη νίκη επί της Ντόρτμουντ στη Γερμανία και είναι κάτι που δεν συμβαίνει συχνά».
Πως ήταν η συνύπαρξη με τον Μπερμπάτοφ;
«Είναι μέσα στο TOP 5 παικτών που έχουν έρθει στην Ελλάδα. Από εκεί που τον επέλεγα στο PlayStation, ήμασταν συμπαίκτες. Ήταν ένας πολύ ήρεμος άνθρωπος μέσα στα αποδυτήρια, έκανε τη δουλειά του και ήταν 100% επαγγελματίας. Όποτε του ζητήθηκε να παίξει έδωσε τον καλύτερο του εαυτό. Ισως να μην αγωνίστηκε στη θέση που ήθελε αλλά ενδεχομένως κάποιοι μυϊκοί τραυματισμοί τον πήγαν πίσω».
Ποιο παιχνίδι θα ήθελες να παίξεις ξανά;
«Το παιχνίδι μέσα στη Ντόρτμουντ εύκολα. Έχω παίξει σχεδόν σε όλα τα ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ, έχω παίξει και με τον Άρη, αυτό ήταν τρομερό γιατί είχα δικούς μου ανθρώπους που ήρθαν από την Κατερίνη να με δουν. Ένιωσα ότι τους δικαίωσα και έβαλα και εγώ ένα λιθαράκι. Ακόμα και χωρίς την πρόκριση ήταν μεγάλο αποτέλεσμα».
Ο θεσμός της οικογένειας τι σημαίνει για εσένα;
«Όταν ένας άνθρωπος έχει δίπλα του άτομα που τον στηρίζουν και του στέκονται είναι πολύ σημαντικό. Εγώ από μικρός είχα δύο γονείς που με άφησαν να επιλέξω τι θα κάνω, αν και ο πατέρας μου ήταν ποδοσφαιριστής και προπονητής. Το ίδιο και η μητέρα μου με τον αδερφό μου».