Όταν σε ένα παιχνίδι που έχει τον χαρακτήρα του τοπικού ντέρμπι, ο καλύτερός σου παίκτης είναι ο τερματοφύλακας, αυτό πρακτικά σημαίνει πως τίποτα επί της ουσίας δεν απέδωσε καλά στο δημιουργικό τομέα, πολύ δε περισσότερο στις φάσεις που έπρεπε να κάνει ο ΠΑΟΚ για να πετύχει γκολ.
Ναι υπάρχουν δικαιολογίες για αυτή την ήττα, είναι αρκετές, όμως στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, ειδικά για μία ομάδα όπως είναι ο ΠΑΟΚ που εκπροσώπησε επάξια την Ελλάδα στην Ευρώπη και ανταποκρίθηκε σε τρεις διοργανώσεις, έπρεπε όσοι έπαιξαν να δείξουν αντανακλαστικά.
Εκτός από το σουτ του Αντρίγια στο 5ο λεπτό, ο ΠΑΟΚ δεν είχε να παρουσιάσει καμία άλλη αξιόλογη ευκαιρία πρός την εστία του Κουέστα. Το δίδυμο στα χάφ, των Κούρτιτς και Σβαμπ δεν απέδωσε, οπότε καλό είναι ο κόουτς να σκεφθεί πολύ καλά εάν πρέπει να τους βάλει να παίξουν μαζί.
Όταν μπήκε ο Αουγκούστο δίπλα στον Κούρτιτς, στο 46ο λεπτό, άρχισε να ρολάρει η ομάδα. Είχε όμως χαθεί ένα ημίχρονο, στο οποίο ο ΠΑΟΚ είχε μείνει πίσω στο σκορ.
Το γκολ που έκρινε την αναμέτρηση, προήλθε από μία κερδισμένη κεφαλιά του σκόρερ του Άρη, από τον Κούρτιτς που δεν μπόρεσε να διώξει.
Ο ΠΑΟΚ σε επίπεδο ομάδας είναι καλύτερος από τον αντίπαλό του. Αυτό φάνηκε όταν έπαιξε με 10 παίκτες μετά την αποβολή του Μιχάϊ (εδώ ο Πορτογάλος ρέφερυ θα μπορούσε να βγάλει κίτρινη στον Αουγκούστο και όχι στον Αλβανό στόπερ όμως εξάντλησε την αυστηρότητά του) όπου πίεσε, είχε κατοχή και υποχρέωσε τον Άρη να παίξει με τρείς κεντρικούς αμυντικούς και πεντάδα στην άμυνα. Πρωτοφανή πράγματα που όμως στην προκειμένη συνέβησαν, γιατί οι του Άρη ήθελαν πάση θυσία να κρατήσουν το υπέρ τους σκορ.
Είναι φανερό πως οι αρχικές επιλογές στην ενδεκάδα δεν βγήκαν. Και από εδώ και πέρα, καλό είναι να αναθεωρήσει ο Λουτσέσκου ορισμένες από τις απόψεις του. Γιατί είναι άδικο για την ομάδα να χάνει ένα ολόκληρο ημίχρονο. Τώρα, ο ΠΑΟΚ καλείται να δείξει αντανακλαστικά, να διεκδικήσει την πρόκριση στον τελικό του Κυπέλλου και να “καπαρώσει” την δεύτερη θέση στα πλέι οφ. Οι στόχοι είναι συγκεκριμένοι.