Δεν πήγε και
με τις ιδανικότερες των συνθηκών στην
πρεμιέρα των play off, αλλά
δεν ήταν και από χέρι... χαμένος. Οι έξι
απουσίες δεν περνούν απαρατήρητες, πολύ
δε περισσότερο, όταν αντιμετωπίζεις
τον Ολυμπιακό στην έδρα του, αλλά ο Αρης
πέτυχε το εξής παράδοξο στο Φάληρο:
Αντί να φανούν
οι απουσίες, ως προς τη διαχείριση στο
δεύτερο ημίχρονο, φάνηκαν οι κλασικές
παθογένειες στο επιθετικό κομμάτι.
Πριν
το παιχνίδι, ο Αρης δεν είχε να χάσει το
παραμικρό. Θα “κατέβαινε” να παίξει
ελεύθερα, ξέροντας ότι δεν είναι το
φαβορί στον Πειραιά, όπως δεν είναι και
καμία ομάδα της Super League.
Και αντί να
εκμεταλλευτεί τη μέτρια μέρα των «ερυθρολεύκων», οι οποίοι έδειχναν
κάπως... υπερόπτες, πέταξαν ένα ημίχρονο
ακουμπώντας ελάχιστες φορές την μπάλα.
Μετά την αποβολή του Λαλά, με τη συμπλήρωση
μισής ώρας ματς, τότε άρχισε να
παρουσιάζεται κάτι από... Αρη στο γήπεδο.
Οπως εξελισσόταν
το παιχνίδι, 45 λεπτά στο δεύτερο ημίχρονο,
έμοιαζαν υπεραρκετά για τους
φιλοξενούμενους, οι οποίοι ένιωθαν ότι
δεν θα δεχθούν δεύτερο γκολ, άρα είχαν
χρόνο να ψάξουν για την ισοφάριση.
Αλλωστε, είχαν και γήπεδο και δυνατότητες
να σκοράρουν τουλάχιστον μία φορά.
Κι, όμως, για
πολλοστή φορά, γίναμε μάρτυρες της
επιθετικής λογικής του Αρη. Τρεις τελικές
μέσα από την περιοχή, τέσσερις αν
προτιμάτε με την κεφαλιά του Μάνου στο
52', και έξι (!) σουτ εκτός περιοχής.
Οι Θεσσαλονικείς
κατάφεραν να γεμίζουν με ποδοσφαιριστές
την περιοχή του Σα, αλλά η μπάλα δεν
έφτανε ποτέ σε κανέναν εξ' ευτών. Υπήρχαν
στιγμές, που έξι-επτά «κιτρινόμαυροι» απασχολούσαν τους αμυνομένους του
Ολυμπιακού, αλλά ούτε οι σέντρες, ούτε
το κάθετο παιχνίδι κατέληξε σε δημιουργία
ουσιωδών φάσεων.
Αντιθέτως, ο
Αρης σπατάλησε χρόνο παίζοντας -και
πάλι- παράλληλα με τη γραμμή της μεγάλης
περιοχής, γυρνώντας την μπάλα πιο πίσω
και, χάνοντας τη δημιουργία φάσεων.
Και κάπως έτσι,
βγήκε... χαμένος από ένα 90λεπτο από το
οποίο δεν είχε να χάσει τίποτα.
Η εικόνα, όμως,
έδειξε ότι θα μπορούσε να πάρει πολλά
περισσότερα, κάτι που, τελικά, δεν συνέβη.