Μεγάλες λωρίδες από φυσαλίδες «ταράζουν» τα νερά της Σιθωνίας στη Χαλκιδική τις τελευταίες μέρες, προκαλώντας προβληματισμό στους λουόμενους αλλά και στους τοπικούς φορείς της περιοχής.
Αιτία των φυσαλίδων φαίνεται να είναι ο μικροοργανισμός του φυτοπλαγκτού Phaeocystis που παράγει βλέννα, ενώ μετά τον θάνατο του μικροοργανισμού η βλέννα μπορεί να βυθίζεται σε μεγαλύτερα βάθη και με την κυκλοφορία του νερού και τον κυματισμό μπορεί να δημιουργείται βλέννα ή και αφρός που φτάνει στις ακτές της Χαλκιδικής.
«Το φαινόμενο αυτό με τους λίγους αφρούς δεν σημαίνει ότι αυτός ο μικροοργανισμός έχει υπεραναπτυχθεί, ούτε ότι υπάρχει ευτροφισμός. Δεν υπάρχει πρόβλημα από άποψη τοξικότητας. Η περιοχή της Χαλκιδικής που καταγράφηκε δεν είναι εύτροφη. Οπότε δεν υπάρχει τέτοιο θέμα.
Οι αφροί φαίνεται να οφείλονται σε έναν φυτοπλαγκτικό οργανισμό που έχουμε καταγράψει και στο βόρειο Αιγαίο» δήλωσε στο ethnos.gr η Μαρία Μουστάκα, καθηγήτρια Υδροβοτανικής-Υδροοικολογίας στο τμήμα Βιολογίας του ΑΠΘ.
«Έχουμε αφρούς και σε καθαρές θάλασσες»
Όπως εξηγεί η καθηγήτρια του ΑΠΘ για να μιλάμε για αυτόν τον αφρό ως ένδειξη ευτροφισμού θα πρέπει να είναι τεράστια η ποσότητά του. «Αν υπήρχε πρόβλημα ευτροφισμού, το πάχος αυτού του αφρού θα μπορούσε να φτάσει το ένα μέτρο και θα είχε συχνή εμφάνιση στην περιοχή. Αυτό το φαινόμενο με τους αφρούς είναι πολύ φυσικό και αναμενόμενο και παρατηρείται σε αυτή την έκταση και σε καθαρές θάλασσες. Δεν είναι ένα έντονο φαινόμενο που μπορεί να δημιουργήσει ανησυχίες».
Σε αντίθεση με την Χαλκιδική ο συγκεκριμένος μικροοργανισμός ήταν κυρίαρχος με άλλους μικροοργανισμούς στο πρόβλημα της βλέννας που καταγράφηκε στην θάλασσα του Μαρμαρά. Εκεί σύμφωνα με τις μετρήσεις ήταν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα το Phaeocystis. Στη θάλασσα της Χαλκιδικής η ποσότητά του είναι χιλιάδες φορές χαμηλότερη από αυτήν της θάλασσας του Μαρμαρά σύμφωνα με την κ. Μουστάκα. Έντονα φαινόμενα μπορούν να δημιουργηθούν σε εύτροφες περιοχές, όπως της Βόρειας Θάλασσας και στη θάλασσα της Μάγχης όπου ο αφρός μπορεί να μεταφερθεί με τον άνεμο και να φτάσει μέχρι την ξηρά.
Παρών και στον Θερμαϊκό
Τα τελευταία πέντε χρόνια ο συγκεκριμένος μικροοργανισμός εμφανίστηκε πιο συχνά και στον Θερμαϊκό ενώ έχει παρατηρηθεί μέχρι και τη θαλάσσια περιοχή της Αλεξανδρούπολης. Ωστόσο, αν και αρχίζει και παρουσιάζει μια αυξητική τάση στον Θερμαϊκό, παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. «Η αύξησή του δεν οφείλεται από μόνη της στην κλιματική αλλαγή.
Η κλιματική αλλαγή μπορεί να βοηθήσει σε κάποιες στρωματώσεις στη στήλη του νερού, στην πιο γρήγορη ανακύκλωση των θρεπτικών ακόμη και σε χαμηλά επίπεδα ή και ανακύκλωση του μεταφερόμενου φορτίου οργανικού υλικού λόγω της θαλάσσιας βλέννας και της μεταφοράς με τη θαλάσσια κυκλοφορία. Η κλιματική αλλαγή λειτουργεί συνεργατικά με τον ευτροφισμό».
Μιλώντας η κ. Μουστάκα για τις βιολογικές διεργασίες παραγωγής βλέννας τονίζει ότι αυτές είναι πολύπλοκες, συμπληρώνοντας ότι έχουν ήδη προηγηθεί για εβδομάδες μήνες πριν από την εμφανή παρουσία του φαινομένου συγκέντρωσης θαλάσσιας βλέννας. Φαινόμενα μικρής έκτασης και έντασης καταγράφηκαν σε περιοχές του Θρακικού Πελάγους (από την Αλεξανδρούπολη έως τη Χαλκιδική) με μεγαλύτερη έκταση στην επιφάνεια σε περιοχές της Λήμνου.
Μικρογραφία του φαινομένου θαλάσσιας βλέννας στον Μαρμαρά καταγράφηκε τον Ιούνιο του 2017 στον εσωτερικό Θερμαϊκό Κόλπο. Η θαλάσσια βλέννα στο φαινόμενο αυτό είχε επωασθεί για τρεις μήνες με έναρξη ερυθράς παλίρροιας και συνεχείς ανθίσεις ειδών φυτοπλαγκτού που παράγουν βλέννα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αναλύσεων της σύνθεσης του πλαγκτού που διενήργησε το ΑΠΘ σε δείγματα που λήφθηκαν από παράκτιες περιοχές του Θρακικού Πελάγους τον μήνα Μάιο και σε δείγματα ανοιχτής θάλασσας από περιοχές της Λήμνου (Μάιο και Ιούνιο) προκύπτουν σημαντικές ομοιότητες αλλά και διαφορές με τα ευρήματα του Πανεπιστημίου Κωνσταντινούπολης για τις περιοχές της Θάλασσας του Μαρμαρά, καθώς και με τα ευρήματα της έρευνας της ομάδας της το 2017 για τον Θερμαϊκό Κόλπο.
πηγή: ethnos.gr