Διατηρείται το ισχύον τοπίο στους μισθούς και το 2022, καθώς, όπως ανακοίνωσε χθες ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, παραμένει σε ισχύ και τον επόμενο χρόνο η ήδη ισχύουσα μείωση κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες στις εισφορές των μισθωτών, όπως και η αναστολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.
Στο μεταξύ, από τον Ιούνιο του 2022 έρχεται νέα μείωση εισφορών κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Υπενθυμίζεται ότι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες - όπως και η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης - νομοθετήθηκε με προσωρινό χαρακτήρα και ισχύ έως 31 Δεκεμβρίου 2021. Ωστόσο είναι πλέον φανερό πως και τα δυο μέτρα ήρθαν για να μείνουν και να αποκτήσουν, σταδιακά έστω, μόνιμο χαρακτήρα.
Σε πρακτικό επίπεδο, η διατήρηση των μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών στο 36,66% και το 2022, σημαίνει πως - όπως και φέτος - έτσι και του χρόνου ο κατώτατος μισθός των 650 ευρώ θα εμφανίζει μια καθαρή αύξηση 8 ευρώ συγκριτικά με το 2020, ενώ το όφελος σε μικτούς μισθούς της τάξης των 2.000 ευρώ θα συνεχίσει να είναι 23 ευρώ το μήνα. Αν η ελάφρυνση δεν διατηρούνταν και το 2022, θα υπήρχε αντίστοιχη μείωση των καθαρών αποδοχών των εργαζόμενων από 8 έως 23 ευρώ.
Το όφελος παραμένει ισχυρό και για τους εργοδότες το 2022, καθώς ξεκινά από τα 12 ευρώ για τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ και ξεπερνά τα 35 ευρώ εάν ο μισθός είναι άνω των 2.000 ευρώ.
Ερχεται περαιτέρω ελάφρυνση το 2022
Πέρα από την μείωση των 3 ποσοστιαίων μονάδων που παραμένει ισχυρή και το 2022, στο τραπέζι υπάρχει και νέα νομοθετημένη μείωση, μισής ποσοστιαίας μονάδας, δηλαδή 0,50 π.μ., για το 2022 από τις εισφορές της επικουρικής ασφάλισης. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ν. 4387/2016, γνωστού και ως νόμου Κατρούγκαλο, από τον Ιούνιο του 2019 έως τον Μάιο του 2022 οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης – υποχρεωτικές για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα – ανέρχονται σε 6,5%. Από τον Ιούνιο του 2022 οι εν λόγω εισφορές ήδη προβλέπεται να πέσουν στο 6%.
Στις 5 ποσοστιαίες μονάδες η ελάφρυνση έως το 2023
Ο αρχικός στόχος προέβλεπε μέχρι το 2023 η ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους της μισθωτής απασχόλησης να φτάσει σωρευτικά στις 5 ποσοστιαίες μονάδες. Για να μετρηθεί ο στόχος αυτός και οι προοπτικές εκπλήρωσής του ήδη εκπονείται ειδική οικονομική μελέτη.
«Οι μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές αυξάνουν την απασχόληση και μειώνουν τη μαύρη εργασία, ενώ είναι και μια ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων», είχε δηλώσει στην συνέντευξη του στην «Η» ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζιδάκης. «Είναι συνεπώς πολύ σημαντικό το γεγονός ότι έχουμε ήδη υλοποιήσει σε μεγάλο ποσοστό τη δέσμευσή μας για μείωση των ασφαλιστικών εισφορών με τη μέχρι τώρα σωρευτική μείωσή τους κατά 3,9 μονάδες, ενώ προβλέπεται και μείωση κατά 0,5 το δεύτερο εξάμηνο του 2022. Σε ό,τι αφορά την υπολειπόμενη μείωση, είμαστε σε επαφή με το Υπουργείο Οικονομικών, το Υπουργείο Ανάπτυξης, και το Γραφείο του Πρωθυπουργού και η κατεύθυνση είναι αυτή που περιγράφετε (σ.σ. προς σωρευτική μείωση 5π.μ. έως το 2023), αλλά δεν μπορώ να σας δώσω ακριβές χρονοδιάγραμμα, διότι όλα αυτά συναρτώνται και από επιμέρους οικονομικά στοιχεία. Ενώ αναμένουμε και τα αποτελέσματα τη μελέτης που θα διενεργηθεί», είχε συμπληρώσει ο κ. Χατζιδάκης.
Στελέχη του ΕΦΚΑ ωστόσο δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την υστέρηση εσόδων που έχει προκαλέσει η πανδημία και βλέπουν δύσκολο το εγχείρημα περαιτέρω ελάφρυνσης του κόστους της μισθωτής εργασίας.
Σήμερα οι συνολικές ασφαλιστικές εισφορές των μισθωτών – εργοδοτικές και εργατικές – είναι στο 36,66%, μετά τη μείωση των 3 ποσοστιαίων μονάδων φέτος και των 0,90 π.μ. το δεύτερο 6μηνο του 2020 (η οποία πάντως αφορά μόνο τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης).
Αν επιτρέψουν οι δημοσιονομικές αντοχές οι εισφορές θα μειωθούν στο 35,56% μέχρι το 2023 που μεταφράζεται σε ελάφρυνση 12,32%.
Για παράδειγμα
- Εργαζόμενος με μεικτό μισθό 1.000 ευρώ, καταβάλλει σήμερα εργοδοτικές και εργατικές ασφαλιστικές εισφορές συνολικού ύψους 366,6 ευρώ. Με το σχέδιο της σωρευτικής απομείωσης των εισφορών έως 5 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2023, θα πληρώνει 355,6 ευρώ συνολικά σε ασφαλιστικές εισφορές. Το όφελος για εργοδότη και εργαζόμενο είναι στα 11 ευρώ.
- Μισθωτός με μεικτό μισθό 1.500 ευρώ, επιβαρύνεται σήμερα με ασφαλιστικές εισφορές ύψους 550 ευρώ. Με το σχέδιο απομείωσης των εισφορών θα επιβαρύνεται με 533 ευρώ εισφορές (σύνολο εργοδοτικών και εργατικών). Το συνολικό όφελος αγγίζει τα 17 ευρώ το μήνα.
Στελέχη του υπουργείου Εργασίας επισημαίνουν πως η μείωση του μη μισθολογικού κόστους της μισθωτής εργασίας θα επιδράσει θετικά στην απασχόληση, αυξάνοντας τα κίνητρα για προσλήψεις, μειώνοντας αντίστοιχα τα κίνητρα για αδήλωτη απασχόληση και τονώνοντας το διαθέσιμο εισόδημα των μισθωτών.
Αλλωστε και η έκθεση Πισσαρίδη επισημαίνει ότι η επιβάρυνση της εργασίας από φόρους και εισφορές, συμπεριλαμβανομένης και της εισφοράς αλληλεγγύης είναι ιδιαίτερα υψηλή και μεγαλώνει όσο αυξάνονται οι μισθοί. Ενδεικτικά, μισθωτός που λαμβάνει καθαρό μισθό 1.000 ευρώ το μήνα (δηλαδή 14.000 ευρώ ετησίως καθώς δίνονται 14 μισθοί) κοστίζει περίπου 23.000 ευρώ ετησίως στον εργοδότη του. Αν ο εργοδότης θέλει να δώσει καθαρή αύξηση στον εργαζόμενο 1.000 ευρώ ετησίως, αυτό θα του κοστίσει περίπου 2.000 ευρώ (με τα υπόλοιπα 1000 ευρώ να πηγαίνουν στο κράτος).
Μισθωτός που λαμβάνει καθαρό μισθό 2.500 ευρώ το μήνα (δηλαδή 35.000 ευρώ ετησίως) κοστίζει 76.000 ευρώ ετησίως στον εργοδότη του και το κόστος του εργοδότη για καθαρή αύξηση 1.000 ευρώ στον εργαζόμενο είναι 3.000 ευρώ (με τα υπόλοιπα 2.000 ευρώ να πηγαίνουν στο κράτος).
Όπως επισημαίνουν οι συντάκτες της έκθεσης Πισσαρίδη η υπέρμετρη επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας δυσκολεύει τους εργοδότες να προσελκύσουν εργαζόμενους με ιδιαίτερες δεξιότητες την ώρα που η χώρα έχει ανάγκη από θέσεις υψηλών δεξιοτήτων για να επιτύχει ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Βεβαίως η επιτροπή Πισσαρίδη αναγνωρίζει ότι το περιθώριο μείωσης των φορολογικών εσόδων είναι μικρό βραχυπρόθεσμα με δεδομένη την κατάσταση των δημόσιων οικονομικών και της ανάγκης περαιτέρω κάλυψης άλλων δαπανών από τη Γενική Κυβέρνηση, όπως δαπάνες υγείας που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Υπενθυμίζεται πως η ήδη ισχύουσα μείωση των τριών ποσοστιαίων μονάδων αφορά μόνο τους συνεισπραττόμενους κλάδους υπέρ ΟΑΕΔ και δεν θίγει τις ανταποδοτικές εισφορές κύριας και επικουρικής ασφάλισης, που χρηματοδοτούν τις σημερινές συντάξεις.
Τέλος στην Εισφορά Αλληλεγγύης
Η αναστολή της εισφοράς αλληλεγγύης και το 2022 σηματοδοτεί επί της ουσίας και την κατάργησή της, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να επαναφέρει η κυβέρνηση έναν φόρο που επηρεάζει κυρίως τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης και είχε θεσπιστεί ως έκτακτος τα μνημονιακά χρόνια.
Ήδη, από το φετινό Ιανουάριο οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα έχουν αύξηση στους μισθούς, λόγω της κατάργησης της Εισφοράς Αλληλεγγύης. Επισημαίνεται ότι όσο υψηλότερες είναι οι αποδοχές τόσο μεγαλύτερη είναι η ελάφρυνση. Οι εργαζόμενοι αποκομίζουν από την κατάργηση των μηνιαίων κρατήσεων της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης οφέλη τα οποία ξεκινούν από 1,07 ευρώ τον μήνα για όσους έχουν μικτές αποδοχές 1.070 ευρώ τον μήνα και φθάνουν έως τα 306,15 ευρώ για όσους έχουν μικτές αποδοχές 6.500 ευρώ τον μήνα.
Για παράδειγμα:
Εργαζόμενος με 2 παιδιά και αποδοχές 1.500 ευρώ, έχει μηνιαίο όφελος περίπου 23 ευρώ, λόγω της μείωσης της παρακράτησης φόρου αλλά και των ασφαλιστικών του εισφορών.
Αυτοί που θα γλιτώσουν την Εισφορά Αλληλεγγύης και το επόμενο έτος είναι:
- Μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα για τα εισοδήματα που αποκτούν από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022. Η απαλλαγή από την Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης δεν ισχύει για τους φορολογουμένους οι οποίοι τα 2 προηγούμενα έτη πιάστηκαν στην παγίδα των τεκμηρίων.
- Ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι για τα εισοδήματα του 2021 που θα δηλωθούν το 2022, καθώς και οι αγρότες.
- Οσοι έχουν εισοδήματα από ενοίκια. Για παράδειγμα, ιδιοκτήτης που αποκτά εισοδήματα 25.000 ευρώ από ενοίκια θα έχει όφελος ύψους 426 ευρώ από την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης το 2022.
- Οσοι λαμβάνουν μερίσματα.
πηγή: imerisia.gr