Τι έγινε, ρε παιδιά; Ελληνας διαιτητής σε αγώνα μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου της βαθμολογίας; Οπως θα αναρωτιόταν και ο... Σπύρος Παπαδόπουλος στην τηλεοπτική σειρά “Απαράδεκτοι” των '90's.
Προσωπικά, δεν με προβληματίζει ιδιαίτερα ο ορισμός του Τάσου Σιδηρόπουλου στο αυριανό ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, τουλάχιστον πριν την σέντρα του ματς. Την ίδια άποψη είχα διατυπώσει και μετά τη λήξη της αναμέτρησης στη Λαμία, όταν είχε ήδη αρχίσει να σηκώνεται σκόνη με αφορμή την επιλογή του δωδεκανήσιου ρέφερι στο παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό. Εκ του αποτελέσματος, ο Σιδηρόπουλος πέρασε απαρατήρητος και το ίδιο (θέλω να) πιστεύω ότι θα συμβεί και στο “Γ. Καραϊσκάκης”, γιατί ο Σιδηρόπουλος είναι καριερίστας και, συνήθως, σφυρίζει με αυτό τον γνώμονα.
Το βασικό στοιχείο προβληματισμού είναι άλλο.
Η ΚΕΔ, ως άλλη ηγέτιδα δύναμη στο ελληνικό ποδόσφαιρο, ορίζει έλληνα διαιτητή σε ματς κορυφής, μεταξύ των δύο πρώτων ομάδων της Super League 1.
Το να μιλήσουμε για “επίδειξη ισχύος” είναι χάσιμο χρόνου. Προφανώς, όταν η Κεντρική Επιτροπή Διαιτησίας δεν προχωρά στην επιλογή ξένου διαιτητή, όπως θα έμοιαζε αυτονόητο ειδικά με τη φετινή πορεία του Αρη, μας δίνει να καταλάβουμε ότι η φημολογία των τελευταίων ημερών (θα αναφερθούμε παρακάτω) μάλλον δεν είναι τυχαία.
Η ΚΕΔ προχώρησε, λοιπόν, στον ορισμό Ελληνα, λίγες μόλις ημέρες μετά τις “κραυγές” του Αρη για τη διαιτησία των Βάτσιου, Καμπερίδη και Μανούχου στην αναμέτρηση με τον Παναιτωλικό.
Ο Μαρκ Κλάτενμπεργκ και οι συν αυτώ ξέρουν ότι οι αντοχές των “κιτρινόμαυρων”, εκτός των τεσσάρων γραμμών, έχουν ταβάνι. Ξέρουν ότι η δικτύωση των ανθρώπων της ΠΑΕ στα κέντρα αποφάσεων, όπως συνηθίζουμε να τα λέμε, δεν είναι και η καλύτερη δυνατή, όπως ξέρουν ότι οι επικοινωνιακές δυνατότητες των Θεσσαλονικέων είναι ακόμη πιο περιορισμένες.
Φυσιολογικό, δηλαδή για εκείνους, να κάνουν ό,τι θέλουν, ορίζοντας με διαφορετικά κριτήρια διαιτητές, παρά το ότι μιλάμε για ντέρμπι κορυφής και τη στιγμή που βαδίζουμε στην ολοκλήρωση της κανονικής διάρκειας. Το παιχνίδι, τώρα, αρχίζει να αποκτά ενδιαφέρον και η πρώτη που το κάνει πιο ενδιαφέρον (και ίσως άνισο) είναι η ΚΕΔ.
Τις τελευταίες δυο-τρεις μέρες, για να επανέλθουμε, στα της... φημολογίας, ακούγεται έντονα περί έντονης ενόχλησης στην πρωτεύουσα, εξαιτίας κάποιων τελευταίων αποτελεσμάτων του Αρη.
Σε βαθμό, που να δημιουργείται η εντύπωση, ότι -από εδώ και στο εξής- οι παίκτες του Μάντζιου θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουν θεούς και δαίμονες.
Ισως και η γραπτή ανακοίνωση Καρυπίδη να ακούμπησε εξ' απαλών ονύχων τις ευαίσθητες χορδές ομάδων, οι οποίες διεκδικούν τη δεύτερη θέση.
Τα δείγματα στον δεύτερο γύρο, όσον αφορά τον παράγοντα διαιτησία, τέλεση αγώνων -υπό “παράξενες” καιρικές συνθήκες και πάει λέγοντας- είναι επαρκή και η αντιμετώπισή τους ανεπαρκής.
Λες και η ομάδα σέρνεται στο Κολοσσαίο, ούσα υποχρεωμένη να δίνει μάχες επιβίωσης και οι κρατούντες στο ελληνικό ποδόσφαιρο να ζητωκραυγάζουν, ζητώντας περισσότερο αίμα.
Υ.Γ.1: Εχει πλάκα να ακούς τηλε-κριτικό διαιτησίας να σχολιάζει την υπόδειξη οφ σάιντ του Καμπερίδη στον Μπερτόγλιο, λέγοντας: “Ο βοηθός είναι σε λανθασμένη θέση, τουλάχιστον δύο μέτρα πίσω από τον παίκτη, όμως έστω, και κατά λάθος, πήρε τη σωστή απόφαση”. Καλά-καλά η γραμμή του VAR δεν δίνει ολοκληρωτική απάντηση για τα χιλιοστά του εκτεθειμένου Μπερτόγλιο, αλλά το... μάντεψε ο βοηθός, ο οποίος μετά βίας μπήκε στο πλάνο. Ανεκτίμητες οι μαντικές του ικανότητες του.
Υ.Γ2: Ούτε μήνας δεν πέρασε από τη μέρα, που λέγαμε ότι οι ποδοσφαιριστές του Αρη νιώθουν πολλαπλό ψυχολογικό βάρος, επειδή τους δίνεται η εντύπωση ότι πρέπει να παίζουν, για να κερδίζουν και τους διαιτητές. Τελικά, δεν είχαν εντύπωση. Ετσι, είναι.
Υ.Γ3: Την προηγούμενη διετία αναφέρθηκε -εκτενώς- στις προσπάθειες του Καρυπίδη να προστατεύσει την ομάδα -της οποίας ηγείται- από διαιτητικά ατοπήματα. Το κατάφερε σε σημαντικό βαθμό. Στον φετινό πρώτο γύρο τα πήγε εξίσου καλά, αλλά από τις αρχές του έτους κάτι άλλαξε δραματικά στις ισορροπίες. Δεν του ζητώ ευθύνη, ξέροντας πως δεκαετίες πριν, ο Αρης ήταν τελείως -μα τελείως- απροστάτευτος.
Υ.Γ4: Περσινές κακές διαιτησίες σε βάρος του Αρη, όλως τυχαίως μετά από συγκεκριμένο ματς. Ούτε χρόνος δεν πέρασε.