Βάσει αγωνιστικών χαρακτηριστικών ο Βασίλης Σίμτσακ ανήκει σε άλλη (μπασκετικά) εποχή. Τότε που οι καλαθοσφαιριστές διέθεταν άφθονο ταλέντο, γνώριζαν «τα βασικά του αθλήματος». Σήμερα κυριαρχούν τα αθλητικά προσόντα. Ο Σίμτσακ δεν είναι γρήγορος, ούτε πηδάει… στον Θεό. Δεν καρφώνει εντυπωσιακά την μπάλα, δεν είναι άριστος χειριστής της μπάλας. Αλλά ξέρει μπάσκετ. Πώς πρέπει να βάλει το κορμί του για να μαζέψει το ριμπάουντ, να κινηθεί στο παρκέ και κυρίως έχει μοναδική ικανότητα στην ανάγνωση του παιχνιδιού.
Έτσι τα έφερε η ζωή, στα μπασκετικά του γεράματα βιώνει τις καλύτερες στιγμές της καριέρας του. Δεν θα ήταν κακή ιδέα, να την καταγράψει ο ίδιος, όταν αποφασίσει να κρεμάσει τη φανέλα του. Αυτό θα επιχειρήσει η «Μ» ξεκινώντας από τη λατρεμένη μητέρα του. Η οικογένειά της μετακόμισε στην Πολωνία στην περίοδο του εμφύλιο πολέμου. Εκεί γνώρισε και τον πατέρα του Βασίλη. Μόνο που ο ίδιος θυμάται ελάχιστα πράγματα. Σε ηλικία δύο ετών, ο πατέρας του εξαφανίστηκε και δεν τον ξαναείδε ποτέ. Δεν μπήκε σε διαδικασία να τον αναζητήσει. Γενικότερα, αυτό το κεφάλαιο δεν ξυπνά ευχάριστες μνήμες, δεν αισθάνεται τόσο άνετα ούτως ώστε να εισέλθει σε λεπτομέρειες. Απλά σημειώνει ότι έχει πολωνικές ρίζες λόγω του πατέρα του. Ο ίδιος εξάλλου γεννήθηκε όμως και μεγάλωσε στην Ελλάδα.
Ηταν αριστερό μπακ-χαφ
Το μπάσκετ δεν συμπεριλαμβανόταν στις βασικές αθλητικές επιλογές του. Σε παιδική ηλικία λάτρευε το ποδόσφαιρο. Επαιζε στα τμήματα υποδομής του Αγίου Θωμά στο Γουδί και όπως συνηθίζει να λέει και ο ίδιος… «ήμουν ένα μοντέρνο αριστερό μπακ-χαφ γιατί κάλυπτα όλη την πλευρά». Συνειδητοποίησε ότι αυτό το άθλημα δεν του ταίριαζε όταν σε ηλικία 13-14 ετών ενημερώθηκε ότι θα έπρεπε να τρέχει στα… βουνά και στα λαγκάδια στο πλαίσιο της καλοκαιρινής προετοιμασίας. Αρχισε να μην απολαμβάνει την προπόνηση, την ίδια περίοδο, απότομα ψήλωσε κατά 10-12 πόντους.
Ραντεβού στο μπαρ
Ο Σίμτσακ δεν χαρακτηριζόταν μεγάλο ταλέντο στα παιδικά και εφηβικά χρόνια του. Σκληρός, έξυπνος αλλά όχι και τόσο αθλητικός. Οταν αποφάσισε να ασχοληθεί με το μπάσκετ μεταπήδησε από την ποδοσφαιρική ομάδα στην αντίστοιχη μπασκετική του Αγίου Θωμά. Δεν ήταν στις πρώτες επιλογές των προπονητών και σε ηλικία 18 ετών ουσιαστικά σταμάτησε το μπάσκετ. Τότε, ο προπονητής του Γιάννης Πεταλάς τον ενημέρωσε ότι δεν τον υπολόγιζε για την ανδρική ομάδα. Τούτο είναι το μόνιμο πρόβλημα των αθλητών που δεν μπορούν (λόγω ηλικίας) να αγωνιστούν με τους έφηβους και παράλληλα δεν βρίσκουν θέση σε ανδρική ομάδα. Ο Σίμτσακ δεν είχε άλλες επιλογές. Αφησε το μπάσκετ στην άκρη κι άρχισε να δουλεύει νύχτα. Κάθε βράδυ ήταν πίσω από την… μπάρα στο «φημισμένο» (όπως λέει ο ίδιος) μπαρ «κακός λύκος». Ολα άλλαξαν τις παραμονές της καλοκαιρινής άδειάς του. Εκεί που ετοιμαζόταν για ξεκούραση, δέχθηκε τηλεφώνημα από τον τότε προπονητή του Δούκα Δημήτρης Χουχουλή. Η αθηναϊκή ομάδα αγωνιζόταν στη Γ’ Εθνική, είχε εμπλακεί ένας επιχειρηματίας ο οποίος «έβαζε χρήμα». Στον Αγιο Θωμά δεν υπολόγιζαν τον Σίμτσακ, από το πουθενά όμως εξασφάλισαν έξι εκατομμύρια δραχμές! Τόσο τον κοστολόγησαν. Φανταστείτε δηλαδή να έπαιζε και στην ανδρική ομάδα. Ο Δούκας κατέβαλλε το ποσό και ο Χουχουλής δικαιώθηκε για την επιλογή του καθώς ο Σίμτσακ έκανε εξαιρετική χρονιά.
Τα 100.000 ευρώ του Δημήτρη Δρόσου
Η μεταγραφή του στον Σπόρτιγκ αποτελεί ίσως μία από τις πιο περίεργες για τα δεδομένα των ομάδων που κινούνται μεταξύ της Α2 κι άλλων μικρότερων κατηγοριών. Μετά από τρία χρόνια στον Δούκα, το 2006 μεταγράφηκε στην ομάδα των Πατησίων την οποία χρηματοδοτούσε ο Δημήτρης Δρόσος. Ο τελευταίος έδωσε 50.000 ευρώ στον Δούκα για να τον αποκτήσει υπό την μορφή δανεισμού! Κι αυτό βγήκε στην επιφάνεια έναν χρόνο μετά (σ. σ. 2007) όταν ο Δρόσος ανέλαβε την ΑΕΚ και κατέβαλλε επιπλέον 50.000 ευρώ για να τον πάρει μαζί του! Κοινώς, από τον Σίμτσακ ο Άγιος Θωμάς κέρδισε έξι εκατομμύρια δραχμές για έναν παίκτη που δεν υπολόγιζε και ο Δούκας με αυτό το ποσό εξασφάλισε 100.000 ευρώ! Κι όλ’ αυτά στην… πλάτη του Σίμτσακ.
Οταν μπήκε στη ζωή του ο Δημήτρης Πρίφτης
Η γνωριμία με τον σημερινό προπονητή του στον Αρη, Δημήτρη Πρίφτη, έγινε στην ΑΕΚ. Ο τελευταίος ήταν στο τεχνικό επιτελείο της Ενωσης. Το 2010, όταν ο Πρίφτης ανέλαβε την Καβάλα ο Σίμτσακ ήταν από τις πρώτες επιλογές του. Μόνο που στάθηκε άτυχος καθώς στο ξεκίνημα της χρονιάς υπέστη ρήξη χιαστού. Μέσα στις υπερβολικές (ιατρικές) εκτιμήσεις που άκουσε ήταν και το ενδεχόμενο να αντιμετωπίσει μόνιμο κινητικό πρόβλημα, πόσω μάλλον να συνεχίσει το μπάσκετ. Τότε αντιλήφθηκε τον χαρακτήρα του Πρίφτη ο οποίος του φέρθηκε περισσότερο σαν πατέρας. Στο τέλος της χρονιάς (2010-11) ο νυν προπονητής του Αρη έβαλε στην άκρη τον σοβαρό τραυματισμό που είχε υποστεί ο αθλητής και το γεγονός ότι έμεινε εκτός δράσης για έναν χρόνο. Του έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Σίμτσακ έχει πει κατά καιρούς ότι «του είμαι ευγνώμων, του οφείλω την καριέρα μου».
Η δικαίωση μιας επιλογής
Ο Σίμτσακ ήταν από τις πρώτες επιλογές του Πρίφτη, όταν ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Αρη. Οι περσινές και κυρίως οι φετινές εμφανίσεις του 35χρονου φόργουορντ δικαίωσαν την επιλογή του προπονητή του. Στην πραγματικότητα, το περασμένο καλοκαίρι ο Πρίφτης ήταν μεταξύ του Σίμτσακ και του Χαρίση. Ηταν ξεκάθαρο ότι θα έμενε ένας εκ των δύο επέλεγε. Κι επέλεξε τον Σίμτσακ. Ο τελευταίος έχει βγάλει και με το παραπάνω τα λεφτά του. Η αναγνώριση του κόσμου στοιχειοθετεί τη σπουδαιότερη ανταμοιβή. Ο κόσμος ξέρει ότι ο Σίμτσακ κέρδισε πολλά παιχνίδα φέτος, δεδομένου και του… (τρίτου) ρόλου που έχει στην ομάδα. Αυτό έγινε στο Ρέθυμνο, στον αγώνα του Κυπέλλου με την ΑΕΚ, απέναντι στην Άλμπα Βερολίνου στο Nick Galis Hall. Είναι κι άλλα παιχνίδια στα οποία έκανε δουλειά που δεν αποτυπώνεται στο – συνήθως άδικο – φύλλο της στατιστικής.