«Θα κάψω τα πάντα» φώναζε χθες στην αυλή του εγκατελειμμένου σπιτιού του στη Νέα Ιωνία Βόλου ένας 60χρονος γιατρός ο οποίος περιφέρεται από πυλωτή σε πυλωτή και από εκκλησία σε εκκλησία, εκεί δηλαδή που βρίσκει στέγη τα βράδια.
Σύμφωνα με το gegonota.news, ο δρόμος είναι το σπίτι του και φαγητό βρίσκει στους κάδους, ενώ χθες βρέθηκε στην γειτονιά του στη Νέα Ιωνία Βόλου, μπήκε στο εγκατελειμμένο σπίτι του, και έβαλε φωτιά σε βιβλία, την τρίτη σε πέντε ημέρες.Η γειτονιά ειδοποίησε την Πυροσβεστική που έσπευσε αμέσως, για να τον βρει να κάθεται στην αυλή και να τρώει μακαρόνια. Αμεσα οι πυροσβέστες ξεκίνησαν κατάσβεση, ενώ ειδοποιήθηκε η Αστυνομία και ο 60χρονος οδηγήθηκε στο Τμήμα προκειμένου να κινηθεί διαδικασία ακούσιου εγκλεισμού.
Ο 60χρονος οδηγήθηκε στην Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Βόλου και εξετάστηκε από τους γιατρούς αν χρήζει ακούσιας νοσηλείας, όμως διαπιστώθηκε για ακόμη μια φορά ότι δεν χρήζει εγκλεισμου. Μετά την εξέλιξη αυτή ο 60χρονος κρατείται, για να οδηγηθεί σήμερα στην Εισαγγελία Βόλου στο πλαίσιο αυτόφωρης διαδικασίας για επικίνδυνη βλάβη.
Η περίπτωση του 60χρονου
Ο 60χρονος γιατρός αντιμετωπίζει την ακραία μορφή κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς έχει επιλέξει την αστεγία, παρότι έχει στέγη, έστω και εγκατελειμμένη. Έχει βαριά ψυχικά νοσήματα, κοιμάται στους δρόμους και τρώει από τα σκουπίδια. Χθες η Πυροσβεστική ενημέρωσε την αστυνομία για το περιστατικό και οδηγήθηκε στην ψυχιατρική του Νοσοκομείου, όπου όμως δεν κρατήθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες από την αστυνομία.
Παθολόγος με ιδιωτικό ιατρείο, αρχικά στη Νέα Ιωνία και μετά στο κέντρο του Βόλου, άνθρωπος που υπηρέτησε και στο ΕΣΥ, βρίσκεται στους δρόμους τα τρία τελευταία χρόνια περίπου, χωρίς οι κοινωνικές υπηρεσίες να δίνουν σημασία.
Όταν ήταν 50 χρόνων πήρε σύνταξη για λόγους υγείας καθώς κρίθηκε βαρύ ψυχιατρικό περιστατικό. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Ιατρικός Σύλλογος Μαγνησίας, με αποφάσεις του Δ.Σ., φρόντισε για τις οφειλές του στα ταμεία, ανέλαβε τις διαδικασίες που εκείνος αδυνατούσε να διεκπεραιώσει και κάλυψε χρέη που ο γιατρός δεν ήξερε πώς είχε γιατί δεν έδινε σημασία λόγω της ασθένειάς του.