Ένας Βρετανός εργαζόμενος στον τομέα της πληροφορικής που βρισκόταν σε αναρρωτική άδεια από το 2008 μήνυσε τον τεχνολογικό κολοσσό IBM επειδή δεν του έδωσε αύξηση μισθού όσο ήταν εκτός εργασίας. Ωστόσο, ο δικαστής που ανέλαβε την υπόθεση, την απέρριψε, λέγοντας ότι δεν στέκουν οι ισχυρισμοί του εργαζόμενου περί διάκρισης λόγω αναπηρίας του και πως, αν μη τι άλλο, ο εργαζόμενος είχε τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης από την επιχείρηση.
Ο Ιαν Κλίφορντ, 50 ετών, πήρε αναρρωτική άδεια τον Σεπτέμβριο του 2008 για λόγους ψυχικής υγείας και ήταν εκτός εργασίας μέχρι το 2013 - έχοντας διαγνωστεί με λευχαιμία τετάρτου σταδίου - όταν κατέθεσε προσφυγή, επειδή δεν είχε λάβει αύξηση μισθού ή επίδομα αδείας κατά τη διάρκεια αυτών των πέντε ετών, σύμφωνα με την Telegraph.
Τον Απρίλιο του 2013, ο Κλίφορντ κατέληξε σε «συμβιβαστική συμφωνία» με την IBM, και εντάχθηκε στο πρόγραμμα ασθένειας και ατυχημάτων της εταιρείας, το οποίο του έδινε το δικαίωμα να λαμβάνει το 75% του μισθού του μέχρι να συνταξιοδοτηθεί.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα αυτό, θα λάμβανε 54.028 λίρες Αγγλίας ή 67.732 δολάρια ετησίως μέχρι να γίνει 65 ετών.
Όμως, τον Φεβρουάριο του 2022, ο Κλίφορντ προσέφυγε κατά της IBM στο δικαστήριο εργατικών διαφορών. Υποστήριξε ότι είχε δυσμενή μεταχείριση επειδή δεν είχε καμία αύξηση μισθού από την ένταξή του στο πρόγραμμα το 2013 και σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό αποτελούσε διάκριση λόγω αναπηρίας. Επίσης, ισχυρίστηκε ότι με τον πληθωρισμό να τρέχει πλέον με ρυθμό άνω του 10% η «αξία αυτών των εισοδημάτων σύντομα θα μαραζώσει» και ζήτησε αύξηση του μισθού του κατά 2,5%.
Η απόφαση του δικαστή
Ο δικαστής Paul Housego απέρριψε την υπόθεση τον Μάρτιο, αναφέροντας στην απόφαση ότι «Δεν αποτελεί διάκριση λόγω αναπηρίας το γεγονός ότι το πρόγραμμα της εταιρείας δεν είναι ακόμη πιο γενναιόδωρο», όπως επιθυμούσε ο Κλίφορντ.
Πρόσθεσε ότι το πρόγραμμα ήταν «πολύ ουσιαστικό» και ότι ο Κλίφορντ είχε αντιμετωπιστεί ευνοϊκότερα από «εκείνους που δεν είναι ανάπηροι», επειδή πληρωνόταν χωρίς να χρειάζεται να εργαστεί.
Ο Κλίφορντ δήλωσε στην Telegraph ότι προέβη σε νομικές ενέργειες όχι από «απληστία», αλλά επειδή ήθελε να παρέχει οικονομική ασφάλεια στην οικογένειά του και στον γιο του. «Η υποθήκη σου δεν μειώνεται επειδή είσαι άρρωστος», τόνισε, ενώ έχει ασκήσει έφεση κατά της απόφασης, σύμφωνα με την Telegraph.