Οσοι φαντάστηκαν ή υπέθεσαν ότι η, έντονη και με διαφορετικούς τρόπους εκφρασμένη, αντίδραση της ΚΑΕ ΠΑΟΚ μετά το ματς της Πάτρας με τον Προμηθέα ήταν ένα «πυροτέχνημα» με στόχευση στο πεδίο των εντυπώσεων και με τη γνωστή, ελληνική τακτική «φωνάζω για να ευνοηθώ στα επόμενα παιχνίδια» θα πρέπει να πείστηκαν ότι μόνο αυτή δεν είναι η λογική του ΠΑΟΚ.
Κι ο επίσημος ΠΑΟΚ όμως θα πρέπει να πείστηκε –αν και αμφιβάλλουμε για το αν είχε κανείς σοβαρές αμφιβολίες- ότι για αυτής της μορφής αντιμετώπιση από τους διαιτητές, όταν δηλαδή ο κάθε Παπαθανασίου –αλήθεια ποιος ήξερε τον 3ο διαιτητή του ματς της Πέμπτης πριν την πραγματοποίηση του;- γίνονται πια κανόνας και όχι εξαίρεση, οι ανακοινώσεις, οι έγγραφες διαμαρτυρίες προς την ΚΕΔ και η συρραφή φάσεων στις οποίες αδικήθηκε η ομάδα δεν προσφέρουν κάτι επί της ουσίας.
Πρόκειται για μία απαραίτητη αντίδραση περισσότερο για να γίνει σαφής η αγανάκτηση αλλά και να αντιληφθεί και ο τελευταίος από τους επαΐοντες της διαιτησίας ότι η επί σειρά ετών τακτική και φιλοσοφία του ΠΑΟΚ «δεν μιλάμε και δεν αντιδράμε για τη διαιτησία» έχει περάσει στην άκρη. Είναι απαραίτητη αλλά είναι και αδιέξοδη.
Για τον Δικέφαλο ο μόνος τρόπος να πάψει να αντιμετωπίζεται ως «φτωχός συγγενής» απέναντι μάλιστα σε ομάδες των οποίων η ιστορία στην Basket League αρχίζει και τελειώνει στην τελευταία 2-3ετία είναι ουσιαστική παρέμβαση στα κέντρα των αποφάσεων, όσο το δυνατόν πιο συχνή συμμετοχή στις συνεδριάσεις της ΚΕΔ και τον ορισμό διαιτητών και πρωτίστως πίεση προς κάθε κατεύθυνση αλλά στο παρασκήνιο εκεί όπου δεν χωράει πια κουβέντα ότι υπάρχουν πολύ ισχυρές ομάδες και δεν εξαντλούνται στον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό.
Είναι καιρός να αντιληφθούν όλοι ότι αυτά που θεωρούσε δεδομένα ο ΠΑΟΚ την προηγούμενη 5-6ετία, διεκδικούνται όχι από μία-δυο αλλά από τουλάχιστον τέσσερις ακόμη ομάδες. Όχι μόνο στο παρκέ που είναι θεμιτό αλλά και έξω από αυτό.