Τα αντιτορπιλικά τύπου Dardo του Πολεμικού Ναυτικού αντιπροσωπεύουν συνολικά τέσσερα σκάφη τα οποία παραγγέλθηκαν από τα ιταλικά ναυπηγεία Odero, Sestri Ponente στις αρχές της δεκαετίας του ΄30.
Δύο από αυτά βυθίστηκαν τον Απρίλιο του 1941 στον Σαρωνικό από γερμανικά αεροσκάφη και τα υπόλοιπα δύο συνέχισαν να πολεμούν μέχρι το τέλος του πολέμου.
Τα σκάφη προέρχονταν από την ιταλική κλάση Dardo (συχνά αναφέρεται και ως Freccia) η οποία απέδωσε τέσσερα σκάφη για το ιταλικό Ναυτικό και άλλα τέσσερα για το ελληνικό.
Αυτά ήταν τα «Κουντουριώτης» D-98, «Σπέτσαι» D-83, «Ύδρα» D-97 και «Ψαρά» D-84.
Η κυριότερη διαφορά των ελληνικών σκαφών, που παραγγέλθηκαν το 1929, ήταν η τοποθέτηση των τεσσάρων πυροβόλων των 120 χλστ. σε τέσσερεις ισάριθμους πύργους αντί των δύο δίδυμων που ήταν στα ιταλικά σκάφη.
Από τα ελληνικά σκάφη το «Ύδρα» καθελκύστηκε στις 24 Οκτωβρίου (11 κατά άλλες πηγές) του 1931 και εντάχθηκε στο Ελληνικό Ναυτικό την Τετάρτη 23 Νοεμβρίου του 1932.
Το «Ύδρα», όπως και τα υπόλοιπα τρία σκάφη βέβαια, πολέμησαν στον Β΄ΠΠ αλλά είχε άδοξο τέλος καθώς βυθίστηκε από γερμανικά βομβαρδιστικά στις 22 Απριλίου του 1941 ύστερα από σφοδρή γερμανική αεροπορική προσβολή κοντά στη νησίδα Λαγούσα του Σαρωνικού.
Στη διάρκεια της επιδρομής και της βύθισης του πλοίου σκοτώθηκε ο Κυβερνήτης του Αντιπλοίαρχος Θ. Πεζόπουλος, ο Ύπαρχος Πλωτάρχης Βλαχάβας και 2 ακόμη Αξιωματικοί, 12 Υπαξιωματικοί και 26 Ναυτοδίοποι. Το δεύτερο σκάφος «Σπέτσαι» εντάχθηκε στο Ελληνικό Ναυτικό στις 12 Μαΐου του 1933 και παροπλίστηκε το 1946.
Το «Σπέτσαι» έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του 1940-41, στις οποίες περιλαμβάνονται πολλές συνοδείες νηοπομπών και η τρίτη επιδρομή στο Στενό του Οτράντο (4-5 Ιανουαρίου 1941).
Όταν καταλήφθηκε η Ελλάδα από τους Γερμανούς διέφυγε στη Μ. Ανατολή από όπου στάλθηκε για γενική επιθεώρηση και εκσυγχρονισμό στην Καλκούτα. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως συνοδό καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου.
Η χρησιμοποίηση του μετά το 1943 ήταν αναγκαστικά περιορισμένη, λόγω της ευπάθειας του υλικού και της δυσκολίας να βρεθούν ανταλλακτικά, καθώς ήταν ιταλικά σκάφη.
Το τρίτο σκάφος το «Ψαρά» εντάχθηκε στο Ναυτικό και αυτό το Μάιο του 1933 όπως και το Ύδρα.
Την Κυριακή του Πάσχα της 20ης Απριλίου 15 γερμανικά Ju-87C πραγματοποιούν επίθεση στο «Ψαρά» όταν αυτό βρισκόταν ανοικτά της Βαρέας Μεγάρων. Από την επίθεση των Stukas το πλοίο δέχεται δύο καίρια κτυπήματα στην πλώρη με αποτέλεσμα αυτή να αποκοπεί. Το λεβητοστάσιο και το εμπρός διαμερίσματα γέμισαν νερό με τον κυβερνήτη Αντιπλοίαρχο Κώνστα να προσπαθεί να το φέρει στα αβαθή.
Τη στιγμή εκείνη 6 βρετανικά Hurricane Mk I (ένα εκ των οποίων χειριζόταν ο ήρωας Νοτιοαφρικανικός πιλότος Marmaduke “Pat” Pattle και που έμελλε να χάσει την ζωή του εκείνο το μεσημέρι) εμφανίζονται καταδιώκοντας τα Stukas καταρρίπτοντας 5 από αυτά.
Στις 19:00 και έχοντας εξαντλήσει όλα τα περιθώρια άμυνας και πλεύσης διατάσσεται εγκατάλειψη του σκάφους.
Από την επίθεση των γερμανικών αεροσκαφών θα χάσουν τη ζωή τους 37 άτομα από το πλήρωμα του σκάφους μεταξύ αυτών και ένας ναυτόπαις ηλικίας 16 μόλις ετών.
Το υπόλοιπο πλήρωμα και αφού φιλοξενείται στο γυμνάσιο των Μεγάρων καταφέρνει να αναχωρήσει για την Κρήτη την Τρίτη στις 22 Απριλίου.
Το τέταρτο σκάφος «Κουντουριώτης» καθελκύστηκε στις 29 Απριλίου του 1931 για να ενταχθεί στο Ναυτικό το Νοέμβριο του 1932. Θα πραγματοποιήσει και αυτό αποστολές μαζί με το «Σπέτσαι».
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1943 το «Κουντουριώτης» με κυβερνήτη τον Αντιπλοίαρχο Ε. Μπαλτατζή, αποβιβάζει στο Καστελόριζο άγημα που υψώνει την ελληνική σημαία στο νησί.
Το σκάφος στα τέλη του 1943 θα αγκυροβολήσει στο Port Said, λόγω έλλειψης ανταλλακτικών για να παροπλιστεί το 1946. Τα αντιτορπιλικά είχαν μήκος 92,3 μέτρα, πλάτος 9,7 και βύθισμα 3,8 μέτρα, ενώ το μέγιστο εκτόπισμα ανερχόταν στους 1.350 τόνους.
Τα σκάφη ήταν εκπληκτικά γρήγορα (όπως τα περισσότερα ιταλικής κατασκευής…) καθώς ανέπτυσσαν μέγιστη ταχύτητα 38 κόμβων, ενώ η συνολική ισχύς των τριών ατμολέβητων έφθανε τους 44.000 ίππους. Ο οπλισμός των σκαφών όταν είχαν παραδοθεί στο Ναυτικό ήταν 4 πυροβόλα των 120 χλστ., 2 αντιαεροπορικά πυροβόλα των 40 χλστ. τα γνωστά “pom-pom” μέχρι 4 πολυβόλα των 13,2 χλστ. και 2 τριπλοί τορπιλοβλητικοί σωλήνες των 533 χλστ. Ταυτόχρονα είχαν τη δυνατότητα πόντισης έως και 54 ναρκών.
Τα δύο σκάφη που κατάφεραν να διαφύγουν «Σπέτσαι» και «Κουντουριώτης» κατέληξαν στην Καλκούτα της Ινδίας, όπως αναφέρθηκε, προκειμένου να υποστούν ένα μερικό εκσυγχρονισμό.
Εκεί αφαιρέθηκε το ένα πυροβόλο των 120 χλσατ. για να τοποθετηθεί ένα επιπλέον Α/Α πυροβόλο των 40 χλστ. όπως και 2 Oerlikon των 20 χλστ., ενώ οι τορπιλοβλητικοί σωλήνες αυξήθηκαν κατά ένα τριπλό.
Ακόμη τοποθετήθηκαν δύο βομβοβόλα, αφετήρας βομβών βάθους ενώ τέλος τα δύο σκάφη εξοπλίστηκαν με ανθυποβρυχιακή συσκευή εντοπισμού A/Y 127.
πηγή: enoplos