Βάσει του επιπέδου ποιότητάς της, η Εθνική τρύπησε το ταβάνι...

Βασίλης Βλαχόπουλος06 Αυγούστου 2024


Προφανώς δεν είναι καιρός για δάκρυα γιατί πράγματι η Εθνική ξόδεψε κάθε σταγόνα ενέργειας αλλά δεν κατάφερε να νικήσει τη λογική. Αυτή προμήνυε την πρόκριση των Γερμανών γιατί ήταν κυρίαρχη σε όλους τους τομείς. Ξεκινώντας από τη χαώδη διαφορά σε επίπεδο ποιότητας, πηγαίνοντας μετά στην προσωπικότητα και τις παραστάσεις του καθενός, για να ακολουθήσει το κομμάτι της συνοχής και του πλήθους των ηγετικών φυσιογνωμιών που διαθέτει. Κακά τα ψέματα, η Εθνική έχει έναν πρωταγωνιστή (Αντετοκούνμπο) και μπόλικους ρολίστες εν αντιθέσει με το συγκρότημα του Γκόρντον Χέρμπερτ το οποίο δεν χρειάζεται να βγάλει λαγούς από καπέλα γιατί τους παρατάσσει στο παρκέ. Το πώς φτάσαμε στο σημείο οι Γερμανοί να κατακτούν την κορυφή του κόσμου (2022), να φλερτάρουν με μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες και ταυτοχρόνως να παίρνουν και το Eurobasket Εφήβων είναι ζήτημα δουλειάς ετών και επιτυχίας του αναπτυξιακού προγράμματός τους.

Η Εθνική άντεξε για περίπου 25 λεπτά υπό την έννοια ότι έως εκείνο το διάστημα πήγε το παιχνίδι έτσι όπως ακριβώς ήθελε κι ας κόμπιασε στο δεύτερο δεκάλεπτο λόγω της ευστοχίας των Γερμανών. Η αμυντική τακτική είχε υψηλότατο ποσοστό επιτυχίας διότι περιόρισε τη δημιουργία του αντιπάλου παίρνοντας την μπάλα από τα χέρια του Σρέντερ και είχε ως κόστος τα (πολλά) χαμένα αμυντικά ριμπάουντ με συνέπεια τη δυνατότητα δεύτερων επιθέσεων στους Γερμανούς. Στο ίδιο διάστημα η Εθνική πορεύτηκε μ’ ένα decent ποσοστό στα σουτ, κυρίως όμως δεν έκανε το εύκολο λάθος κι έτσι δεν προβληματίστηκε ιδιαίτερα από το transition παιχνίδι του αντιπάλου. Στην επίθεση, τούτη τη φορά ο Τόμας Ουόκαπ διαδραμάτισε τον ρόλο του δεύτερου πόλου στο πλευρό του Αντετοκούνμπο, μάταια όμως αναζητήθηκε ο τρίτος καθώς μετά από ένα σημείο οι Γερμανοί «στόχευσαν» και στον καταπληκτικό Κώστα Παπανικολάου.

Η ειδοποιός διαφορά των δύο ομάδων βρίσκεται και στο επίπεδο των παικτών που έρχονται από τον πάγκο. Οι Γερμανοί πήραν μακρινά σουτ από τον Μπονγκά ο οποίος μαζί με τον Τίμαν έδωσαν 19 πόντους και 12 ριμπάουντ. Αν βάλουμε και τις επιδόσεις του Ντάνιελ Τάις – ο οποίος χρησιμοποιείται σε ειδικές αμυντικές αποστολές καθώς πήγε στον Γιάννη όπως είχε κάνει και με τον Γουνμπανιάμα – πάμε στους 25 πόντους και 20 ριμπάουντ. Αντιθέτως, ο Βασίλης Σπανούλης δεν βρήκε τέτοιου είδους υποστήριξη από τον πάγκο γιατί πολύ απλά δεν διαθέτουν την ποιότητα για να τα καταφέρουν σ’ αυτό το επίπεδο. Μπαίνοντας στην τελική ευθεία του αγώνα, εκεί όπου ένας καταπονημένος παίκτης ισορροπεί μεταξύ γκρεμού και τεντωμένου σχοινιού, η δεξαμενή ενέργειας ήταν αδειανή. Τα έξι λάθη όχι απλά δεν δημιούργησαν τις προϋποθέσεις της διαφοράς που ήδη είχαν πάρει οι Γερμανοί (61-52), ήταν το ανάχωμα σε κάθε σκέψη επιστροφής αλλά και ο λόγος του πρόωρου τέλους του αγώνα. Απελευθερωμένοι από την πίεση, οι Γερμανοί δεν έκαναν τίποτε περισσότερο από το να τελειώσουν τη δουλειά. Αυτό κάνουν στη διάρκεια της διοργάνωσης. Μόλις το παιχνίδι πάει στα μέτρα τους, το τελειώνουν με συνοπτικές διαδικασίες.

Το ερώτημα περί «επιτυχίας ή αποτυχίας» της Εθνικής δεν μπορεί να απαντηθεί μονολεκτικά. Γι’ αυτή την ομάδα ήταν επιτυχία το ότι βρέθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες δίχως τον Κώστα Σλούκα και δευτερευόντως του Ιωάννη Παπαπέτρου. Χρειάστηκε να δοκιμαστεί σε επίπεδο υψηλότερο σε σχέση με τα κυβικά της και στα δικά μου μάτια πήρε το μάξιμουμ που μπορούσε. Η αποτυχία δεν βρίσκεται στις επιδόσεις της Εθνικής στο Ολυμπιακό Τουρνουά αλλά στο γεγονός ότι μείναμε αρκετά πιο πίσω από τους υπόλοιπους με συνέπεια να χρειαζόμαστε υπερπροσπάθεια και τακτικές αλχημείες για την απόκρυψη της χαώδους απόστασης σε ποιοτικό επίπεδο.

Προσωπικά τρέφω απεριόριστο σεβασμό στον Κώστα Παπανικολάου ο οποίος μίλησε για μια νέα αρχή, προς το παρόν όμως αυτή δεν είναι ορατή. Καθώς ο ίδιος μαζί με και άλλους τωρινούς πρωταγωνιστές διανύουν τα τελευταία χρόνια της επαγγελματικής καριέρας τους και με την αμφιβολία για τη διαθεσιμότητα του Γιάννη Αντετοκούνμπο στις επόμενες μεγάλες διοργανώσεις, με φοβίζει η εποχή αποχώρησης των 32+ από την Εθνική. Πλην του Βασίλη Τολιόπουλου και του Ντίνου Μήτογλου, η Εθνική δεν είχε την υποστήριξη που θα περίμενε από παίκτες νεότερης γενιάς. Για να γίνει η καινούργια αρχή, όλοι αυτοί πρέπει να υψώσουν ανάστημα και κυρίως να ανταποκριθούν στον βαθμό ποιότητας και δυσκολίας που εμπεριέχουν αυτές οι διοργανώσεις.

Προτείνουμε
This page might use cookies if your analytics vendor requires them.