Πριν από ακριβώς από 34 χρόνια, η ανθρωπότητα άλλαξε από το μεγαλύτερο πυρηνικό ατύχημα στην ιστορία, αυτό στο Τσέρνομπιλ.
Η έκρηξη στον αντιδραστήρα 4 του πυρηνικού εργοστασίου εξαπέλυσε τεράστιες ποσότητες ραδιενέργειας οι οποίες μεταφέρθηκαν με ταχύτατους ρυθμούς.
Το χρονικό της τραγωδίας
Τα ξημερώματα της 26ης Απριλίου 1986, εργαζόμενοι στον πυρηνικό σταθμό «Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν», στο Τσέρνομπιλ της Ουκρανίας (τότε μέρος της Σοβιετικής Ένωσης), άρχισαν τις προγραμματισμένες εργασίες για ένα πείραμα, που σκοπό είχε να ελέγξει τα συστήματα ασφαλείας.
Στις 00:06 οι επικεφαλής τεχνικοί Αλεξάντρ Ακίμοφ και Λεονίντ Τοπτούνοφ έκλεισαν τα αυτόματα συστήματα ρύθμισης της ισχύος της τέταρτης μονάδας του σταθμού, καθώς και τα συστήματα ασφαλείας, αφήνοντας ωστόσο τον αντιδραστήρα να λειτουργεί με το 7% της ισχύος του. Ο αντιδραστήρας περιήλθε σε μία πολύ ασταθή κατάσταση. Παρά τις ενδείξεις, αποφασίστηκε να συνεχιστεί η διαδικασία. Ο αντιδραστήρας δεν άργησε να ξεφύγει από τον έλεγχό τους και ακολούθησε ο όλεθρος.
Στη 1:23 το πρωί, η αλυσιδωτή αντίδραση στον τέταρτο αντιδραστήρα προκάλεσε διαδοχικές εκρήξεις, οι οποίες τίναξαν στον αέρα το ατσάλινο κάλυμμα του αντιδραστήρα, βάρους χιλίων τόνων. Τεράστιες ποσότητες ραδιενεργού υλικού σκορπίστηκαν στον αέρα, μέσω του οποίου μεταφέρθηκε στις γύρω περιοχές με ταχείς ρυθμούς.
Δύο ημέρες μετά, στις 28 Απριλίου, σταθμοί παρατήρησης σε Σουηδία και Νορβηγία άρχισαν να καταγράφουν υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας και ζήτησαν εξηγήσεις. Υπό το βάρος των γεγονότων, η κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωση παραδέχθηκε ότι έγινε «ένα μικρό ατύχημα».
Η φωτιά στο εργοστάσιο έκαιγε επί δέκα ημέρες και τα καιόμενα καύσιμα απελευθέρωσαν στην ατμόσφαιρα ραδιενέργεια που αντιστοιχεί σε 200 βόμβες σαν αυτήν που έπληξε τη Χιροσίμα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η έκρηξη μετέτρεψε σε πόλη-φάντασμα το Πριπιάτ που είχε χτιστεί σε απόσταση 2 χιλιομέτρων από το εργοστάσιο με σκοπό τη διαμονή των ανθρώπων που εργάζονταν σε αυτών.
Παρά την έκρηξη, το εργοστάσιο συνέχισε να λειτουργεί για άλλα 14,5 χρόνια. Τελικά μετά από διεθνείς πιέσεις που δέχθηκε η κυβέρνηση της Ουκρανίας και υπό το φόβο νέων πιθανών εκρήξεων στους πεπαλαιωμένους αντιδραστήρες του, το εργοστάσιο του Τσέρνομπιλ έκλεισε τον Δεκέμβριο του 2000.
Τα αίτια της καταστροφής
Το ατύχημα στο Τσέρνομπιλ προήλθε από μια σειρά μη προβλεπόμενων χειρισμών και λαθών, και οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε σχεδιαστικές ατέλειες του αντιδραστήρα RBMK-1000, που χρησιμοποιούσε το εργοστάσιο.
Σύμφωνα με την επανεκτίμηση του ατυχήματος από τη Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας που έγινε το 1992 (INSAG-7), οι ακόλουθοι παράγοντες μπορεί να προκάλεσαν το Πυρηνικό Ατύχημα στο Τσέρνομπιλ:
- Ο αντιδραστήρας είχε επικίνδυνα μεγάλο θετικό συντελεστή κενού
- Ο συντελεστής κενού εκφράζει τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται ο αντιδραστήρας όταν στο νερό ψύξης που έχει στο εσωτερικό του δημιουργηθούν φυσαλίδες ατμού
- Οι περισσότεροι αντιδραστήρες έχουν αρνητικό συντελεστή κενού, όμως οι αντιδραστήρες γραφίτη -όπως αυτός του Τσέρνομπιλ- έχουν θετικό συντελεστή.
Το πιο σημαντικό σφάλμα θεωρείται η χρήση γραφίτη στο άκρο των ράβδων ελέγχου. Με τον σχεδιασμό αυτό, όταν οι ράβδοι κατεβαίνουν από την ανώτατη δυνατή θέση, η ισχύς του αντιδραστήρα αυξάνει για μερικά δευτερόλεπτα. Οι χειριστές του αντιδραστήρα δεν ήταν επαρκώς καταρτισμένοι για αυτή την συμπεριφορά.
Οι φωτιές
Το Τσέρνομπιλ ήρθε ξανά στην επικαιρότητα μετά τις φωτιές που ξέσπασαν στις 4 Απριλίου σε δάση γύρω από το εγκαταλελειμμένο πλέον πυρηνικό εργοστάσιο.
Οι πυρκαγιές προκάλεσαν διεθνή ανησυχία λόγω της πιθανής αύξησης της ραδιενέργειας αλλά και γιατί πλησίασαν επικίνδυνα και τον κατεστραμμένο αντιδραστήρα.
Οι επιστήμονες εμφανίζονται καθησυχαστικοί καθώς υποστηρίζουν ότι μετά τις φωτιές, το μέσο επίπεδο ακτινοβολίας στη ζώνη είναι περίπου στο ένα τέταρτο επιβλαβές για την ανθρώπινη υγεία από όσο ήταν αμέσως μετά την έκρηξη και τη φωτιά.
Όσον αφορά την Ελλάδα, η ραδιενέργεια που έφτασε είναι απειροελάχιστη και δεν εγκυμονεί κανένα απολύτως κίνδυνος για τη δημόσια υγεία.
Ο απολογισμός και το σήμερα
Η τεράστια ποσότητα ραδιενέργειας που εκλύθηκε από την έκρηξη στο Τσέρνομπιλ ήταν ολοφάνερο ότι θα είχε μεγάλες επιπτώσεις στη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων.
Ο επίσημος απολογισμός αναφέρει 31 νεκρούς λίγο μετά την έκρηξη. Από τότε όμως μέχρι σήμερα έχουν χάσει τη ζωή τους περισσότεροι από 25.000 στρατιώτες και πολίτες από την Ουκρανία, τη Ρωσία, τη Λευκορωσία και άλλες Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, οι οποίοι εστάλησαν στις εργασίες αποκατάστασης του σταθμού.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περίπου 8,4 εκατομμύρια άνθρωποι στις τρεις αυτές χώρες έχουν εκτεθεί στη ραδιενέργεια, από την οποία έχει μολυνθεί έκταση 150.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ίση με τη μισή έκταση της Ιταλίας. Τετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι εγκατέλειψαν τις εστίες τους, αλλά περίπου 6 εκατομμύρια εξακολουθούν να ζουν σε μολυσμένες ζώνες.
Στην Ουκρανία, 2 εκατομμύρια άνθρωποι θεωρούνται θύματα της της καταστροφής. Μεταξύ αυτών 108.530 είναι ανάπηροι και 418.777 παιδιά.
Επίσης, ραγδαία αύξηση έχει προκληθεί και στα περιστατικά εμφανίσεων καρκίνου στις πληγείσες περιοχές.
Οι ποσοστιαίες αυξήσεις των καρκίνων ήταν άνω του 15% στους πληθυσμούς που εκτέθηκαν και χιλιάδες θάνατοι από καρκίνο κυρίως του θυρεοειδούς και λευχαιμία συνδέονται με το ατύχημα. Στην Λευκορωσία, το ποσοστό προσβολής από καρκίνο του θυρεοειδούς εκατονταπλασιάστηκε μέσα σε δέκα χρόνια. Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρκίνου του Θυρεοειδούς εκτιμά ότι χιλιάδες παιδιά που έχουν εκτεθεί στη ραδιενέργεια θα αναπτύξουν καρκίνο του θυρεοειδούς τις επόμενες δεκαετίες.
Στη Λευκορωσία, οι ανωμαλίες των οστών και των μυών έχουν αυξηθεί κατά 62%, τα είκοσι πρώτα χρόνια μετά το ατύχημα ενώ οι διαταραχές του νευρικού συστήματος και των αισθητηρίων οργάνων κατά 43%, και του πεπτικού συστήματος κατά 23%.