Μόνο που ο φετινός Άρης έχει αποδείξει ότι θα εκτεθεί όποιος τον υποτιμήσει ή προεξοφλήσει πράγματα και καταστάσεις. Αυτό επιβεβαιώθηκε στο δεύτερο ημίχρονο, όπως επίσης κατατέθηκαν επιπλέον πειστήρια για το βάθος που διαθέτει αυτή η ομάδα. Προφανώς οι αλλαγές του Άκη Μάντζιου– ή μάλλον το plan b που είχε στο μυαλό του πριν τον αγώνα – έπαιξαν καταλυτικό ρόλο γιατί οΣάντε Σίλβα ήταν αυτός που έβαλε φαρδιά πλατιά τη σφραγίδα του με το πρώτο γκολ και τη δημιουργία του δεύτερο, όπως φυσικά και ο Δημήτρης Μάνος στη δική του επιστροφή στα τέρματα.
Κακά τα ψέματα, στην αγωνιστική φιλοσοφία που έχει ο φετινός Άρης, ο Βεροιώτης επιθετικός ταιριάζει περισσότερο γιατί δίνει την ένταση και τα τρεξίματα που απαιτεί ο προπονητής του από την πρώτη γραμμή πίεσης. Δεν έχει το γκολ στην… τσέπη του, φάνηκε εξάλλου από την απώλεια μιας φάσης μετά από (και πάλι) κάθετη πάσα του Σίλβα, αλλά κουμπώνει περισσότερο στα στοιχεία που έχει να επιδείξει η φετινή ομάδα.
Βέβαια, πριν ο Άρης πατήσει και τελικώς ξαπλώσει πάνω στις δάφνες του 2-0, προηγήθηκε το χειρότερο φετινό ημίχρονό του. Αυτό ξεκίνησε από τη μεσαία γραμμή όπου ο Λούκας Σάσα (πριν την τρομερή πάσα του στο γκολ του Σίλβα) έκανε μακράν το χειρότερο φετινό παιχνίδι του. Γενικώς ήταν η πρώτη φορά που οι μέσοι ομάδας (πλην του Ολυμπιακού) κυριάρχησε απέναντι στα δύο αμυντικά χαφ του Άρη.
Το πρόβλημα ήταν μεγαλύτερο γιατί Μπερτόγλιο και Μπρούνο Γκάμα περιορίστηκαν στη διάθεσή τους και λιγότερο σ’ αυτά που έκαναν στο γήπεδο, ενώ ο Κώστας Μήτρογλου έμοιαζε ξένο σώμα. Η εξιλέωση του Σάσα ήρθε με την πάσα, αυτή του Γκάμα ήρθε από το κράτημα μπάλας που προηγήθηκε της πάσας του Βραζιλιάνου και ο Αρης έδειξε ότι μπορεί να κερδίσει παντός καιρού. Ακόμη κι αν δεν παίζει καλά ή μάλλον, γράφει 20-25 αγωνιστικά λεπτά καλής απόδοσης.