Από την ώρα που η γαλλίδα διαιτητής σφύριξε τη λήξη του Τελικού του Κυπέλλου, άκουσα πολλές απόψεις για το τι έφταιξε και ο Αρης έχασε από τον χειρότερο Παναθηναϊκό που συνάντησε, τα τελευταία χρόνια, απέναντι του. Ολες οι απόψεις είχαν κάποια βάση. Το ζήτημα είναι από ποια πλευρά αναλύει ο καθένας το τελικό αποτέλεσμα. Η εύκολη απάντηση είναι ότι «για όλα φταίει η Φραπάρ».
Και πάνω σ’ αυτό το σενάριο, όποιος το υποστηρίζει, μπορεί ναι φορτώσει και το πέναλτι που δε δόθηκε όταν ο Αράο απέκρουσε στο 91ο με το χέρι και τη δεύτερη κίτρινη στον Νταρίντα, ακόμη και την αποβολή του Ζουλ. Στο ποδόσφαιρο πάντα υπάρχουν ερμηνείες γεγονότων, με τις οποίες μπορεί κάποιος να ισχυροποιήσει το αφήγημα του. Αυτή είναι η εύκολη λύση και η περισσότερο προσιτή στις διοικήσεις. Θα ήταν όμως καταστρεπτικό για το μέλλον του Αρη, αν «σφηνωθεί» στο μυαλό των ανθρώπων του οργανισμού, αυτή η εκδοχή. Ναι, μπορεί να υπάρχει κάποια βάση, αλλά ως αντίβαρο υπάρχουν πολλά τα οποία δεν έγιναν από την πλευρά του Αρη. Γιατί αν γίνονταν η Φραπάρ δε θα μπορούσε να ανατρέψει τα δεδομένα και η συζήτηση θα ήταν διαφορετική τώρα.
Για την οικονομία της συζήτησης, και μόνο, να δεχτώ ότι ο Παναθηναϊκός χρησιμοποίησε όλα τα όπλα του, ως ισχυρός παίκτης της αθλητικοπολιτικής ζωής του τόπου.
Ο Αρης από την πλευρά του, αν δεν υιοθέτησε αυτό τα σενάριο, ακολούθησε ορθά την πολιτική των χαμηλών τόνων. Οπότε γιατί φωνάζει μετά το… «έγκλημα»; Δεν ήξερε, δεν ρώταγε;
Λογικά όμως ήταν υποψιασμένος για το τι θα μπορούσε να συμβεί, αλλά έχει μία διοίκηση η οποία στερείται στρατηγικών ή είναι άτολμη όταν είναι υποχρεωμένη να κάνει ουσιαστικές συγκρούσεις.
Διαφορετικά θα έπρεπε, μόλις έγινε γνωστό το όνομα της γαλλίδας, να μάθει ό,τι την αφορά. Κι αν κάτι δεν του άρεσε να το «σήκωνε» επικοινωνιακά ψηλά, να ζητούσε αλλαγή ή να δημιουργούσε απλώς κλίμα ώστε να στείλει το μήνυμα «σας βλέπουμε». Δεν έκανε τίποτε απ’ όλα αυτά και μετά, όταν το Κύπελλο κατέληξε στα «πράσινα» χέρια, χάλασε με ανεπίτρεπτο τρόπο τον κόσμο. Και εκεί απέτυχε. Δημιούργησε αρνητική εικόνα και δεν εκμεταλλεύτηκε την παρουσία δεκάδων δημοσιογράφων στην αίθουσα Τύπου, ώστε να πει ό,τι ήθελε να πει. Μία πρόχειρα γραμμένη ανάρτηση στα social media και τίποτα άλλο. Ερασιτεχνικές πρακτικές δυσανάλογες με το μέγεθος του συλλόγου. Το αποτύπωμα ελλιπέστατης σε επίπεδο οργάνωσης ΠΑΕ. Κι όταν δείχνεις ότι είσαι επικοινωνιακά «νάνος» λίγοι θα αισθανθούν την οργή σου.
Πάμε παρακάτω. Οι αγώνες κερδίζονται από δύο-τρεις κομβικές κινήσεις των προπονητών. Δεν είναι διακοσμητικοί στον πάγκο. Ούτε κρίνονται από το πόσο εκφραστικοί είναι με τη γλώσσα του σώματος. Ο προπονητής, θα πρέπει να εμπνέει, να έχει αντανακλαστικά και κυρίως να τολμάει. Ο Μάντζιος δεν έχει πείσει ότι έχει αυτά τα τρία στοιχεία σε επάρκεια. Ο Αρης δεν έδειξε στον Τελικό ότι μπήκε πωρωμένος για το Κύπελλο στο γήπεδο, ο προπονητής δεν προστάτευσε τον Νταρίντα με αλλαγή μετά την αποβολή του Κώτσιρα (αν πίστευε ο οργανισμός του Αρη ότι η γαλλίδα θα «σπρώξει» τον ΠΑΟ) και δεν έβαλε γρήγορα επιθετικό. Κινήσεις οι οποίες, ίσως, θα έδιναν άλλη εξέλιξη στον Τελικό. Μπορεί και όχι. Αλλά ο Μάντζιος θα είχε την ικανοποίηση ότι έκανε κάποια πράγματα για να αλλάξει τη ροή του αγώνα.
Ενώ τώρα δικαίως οι πολλοί του κουνούν το δάχτυλο, κατηγορώντας τον ότι φοβήθηκε. Όπως και στα πρώτα 30 λεπτά του αγώνα με τον ΠΑΟΚ, στον οποίο ανεξαρτήτως από την ήττα, όταν βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο, αντέδρασε, τον πίεσε και δημιούργησε 16 τελικές. Οπότε από τη στιγμή που «μέτρησε» τον Παναθηναϊκό στα πρώτα 15 λεπτά και κατάλαβε ότι απέναντι του έχει μία ομάδα που δεν απειλεί, δεν έχει βηματισμό και πίστη στον στόχο θα έπρεπε να αλλάξει πράγματα για να τον «πνίξει». Δεν το έκανε κι έγινε ό,τι έγινε. Οπότε ή ο Αρης θα πρέπει να δει την πραγματικότητα ή την κρύψει πίσω από την τραγική διαιτησία και μόνο. Η επιλογή είναι της διοίκησης.