Όταν η κυβέρνηση αποφάσισε, στις αρχές του έτους, να ψηφιστεί στη Βουλή ένας σκληρός νόμος για την αθλητική βία, πολλά μέλη της νομικής κοινότητας εξέφρασαν τις επιφυλάξεις τους.
Με τον νέο νόμο δημιουργούνταν μια τιμωρητική οδός που στην ουσία προέβλεπε κυρώσεις σε τέσσερα επίπεδα για το ίδιο αδίκημα: Ποινικές, αστικές, πειθαρχικές και διοικητικές! Όλοι συμφωνούσαν να δοθεί ένα τέλος στην ατιμωρησία, αλλά να μην παραβιάζονται θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος.
Η κυβέρνηση επανειλημμένως χρησιμοποίησε ως άλλοθι το γεγονός ότι πράγματι στα γήπεδα μειώθηκαν οι παραβατικές συμπεριφορές. Όμως η λογική «πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι» παραπέμπει σε άλλες εποχές.
Ήδη ο Παναθηναϊκός προσφεύγει κατά του νόμου. Έχει έντονα στοιχεία αντισυνταγματικότητας, καθώς στερεί το δικαίωμα στους πολλούς να παρακολουθήσουν έναν αγώνα, μόνο και μόνο γιατί ένας ανόητος πέταξε μέσα στο γήπεδο ένα μπουκάλι. Παράλληλα συγκρούεται με τη βασική αρχή του δικαίου που είναι πως δεν μπορεί να τιμωρείσαι τρεις και τέσσερις φορές για το ίδιο αδίκημα.
Τώρα που η τοξικότητα επιστρέφει και την είδαμε ανάγλυφα το βράδυ της Τετάρτης στη Φιλαδέλφεια, πολύ φοβόμαστε πως ούτε ο σκληρός νόμος θα εκτονώσει θερμοκέφαλους παράγοντες, προπονητές και οπαδούς.
Η ΕΠΟ φρόντισε να εντάξει στο καταστατικό της τα βασικά στοιχεία του νέου αθλητικού νόμου για να μην επέλθει σύγκρουση του ποδοσφαιρικού δικαίου με το διοικητικό. Το έκανε ως μια επίδειξη καλής θέλησης έναντι της πολιτείας ώστε να αντιμετωπιστούν ζητήματα για τα οποία και οι δύο πλευρές θέλουν να τα καταπολεμήσουν.
Την ίδια στιγμή όμως, απορημένη η φίλαθλη κοινή γνώμη παρακολουθεί την κρατική ΔΕΑΔ και τα δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου να καλούν σε απολογίες για παρόμοια αδικήματα. Δηλαδή τα μέλη της αποστολής του ΠΑΟΚ πρέπει να απολογηθούν δύο φορές σε δύο διαφορετικά όργανα για την ίδια παράβαση! Οδηγούμαστε σε έναν παραλογισμό που θα επιλυθεί μόνο μέσα από τη συνεργασία κράτους και ποδοσφαίρου.
Για να μην υπάρχει σύγκρουση αρμοδιοτήτων ας δημιουργηθεί ένα ποδοσφαιρικό υπερδικαστήριο που θα συντονίζει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς με τη συνδρομή της ανώτατης τακτικής δικαιοσύνης. Ίσως πλέον είναι ο μονόδρομος.