Eνα Σαββατοκύριακο αγωνίας αναμένεται να περάσει το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς οι εποπτικές αρχές στις στις ΗΠΑ και στην Ελβετία όλα δείχνουν ότι θα προσπαθήσουν να δώσουν οριστικές λύσεις στα προβλήματα των δύο τραπεζών που μονοπωλούν τα τελευταία 24ωρα το ενδιαφέρον των αγορών και προκαλούν σοβαρές ανησυχίες σε επενδυτές και καταθέτες.
Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη ελβετική τράπεζα, την Credit Suisse και για τη μικρή Περιφερειακή Τράπεζα των ΗΠΑ, First Republic. Αν και πρόκειται για εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις τραπεζών, κάθε μία με τον τρόπο της έχει συμβάλλει στην αύξηση της ανησυχίας για τη σταθερότητα του διεθνούς τραπεζικού συστήματος.
Από τις δύο τράπεζες μόνο η Credit Suisse κατατάσσεται στην κορυφαία κατηγορία των παγκόσμιων συστημικών τραπεζών, δηλαδή αυτόν που λόγω του μεγέθους και της πολυπλοκότητας του ενεργητικού και των συναλλαγών τους θεωρείται ότι δεν μπορούν να αφεθούν να καταρρεύσουν.
Η Credit Suisse βρέθηκε τις τελευταίες ημέρες στην κορύφωση των περιπετειών που περνά εδώ και πολλά χρόνια και την έχουν οδηγήσει σε μεγάλη συρρίκνωση των δραστηριοτήτων της και στην εμφάνιση υψηλών ζημιών, ειδικά στη χρήση του 2022 για την οποία δημοσίευσε στοιχεία στις 14 Μαρτίου.
Οι ζημιές αυτές προκάλεσαν έντονη ανησυχία στις αγορές, που δεν έχουν πειστεί ότι το σχέδιο αναδιοργάνωσης της τράπεζας θα μπορέσει γρήγορα να την επαναφέρει σε κερδοφορία, ώστε να μη διαβρωθούν τα κεφάλαια της και χρειαστεί νέα κεφαλαιακή ενίσχυση, τη δεύτερη μετά την περυσινή αύξηση κεφαλαίου που έγινε για τη διάσωσή της και στην οποία συμμετείχε με μεγάλο ποσό η σαουδαραβική τράπεζα Saudi National Bank, που ελέγχεται από το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Σαουδικής Αραβίας.
Την Τετάρτη ο πρόεδρος της σαουδαραβικής τράπεζας προκάλεσε αίσθηση στις αγορές δηλώνοντας με κάθε κατηγορηματικότητα ότι αποκλείεται η τράπεζα του να εισφέρει αλλά κεφάλαια στην Credit Suisse. Έχοντας μείνει ακάλυπτη από τον μεγαλύτερο της μέτοχο, η ελβετική τράπεζα βρέθηκε στο έλεος των αγορών και, εκτός από τη μεγάλη πτώση της μετοχής της, άρχισε να άρχισε να επιταχύνεται η έξοδος κεφαλαίων και να προκαλεί μεγάλη πίεση στη ρευστότητα της. Ήδη μάλιστα, το 2022, η τράπεζα είχε χάσει περισσότερα από 120 δισ. δολάρια από τα κεφάλαια που είχε υπό τη διαχείριση της.
Στον απόηχο της πρόσφατης κατάρρευσης της αμερικανικής silicon valley Bank και άλλων δύο μικρότερων τραπεζών, που υποχρέωσε τις αμερικανικές αρχές να παρέμβουν για να μη χαθούν ανασφάλιστες καταθέσεις, το δράμα της Credit Suisse εύλογα προκάλεσε κραδασμούς στις αγορές αυτή την εβδομάδα και υποχρέωσε πολύ γρήγορα την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας να παρέμβει και να ανοίξει μία γραμμή παροχής ρευστότητας έως 54 δισ. δολαρίων, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος κατάρρευσης της Credit Suisse από εκροές καταθέσεων.
Αν και το ποσό φαίνεται μεγάλο, στην πραγματικότητα ο κίνδυνος δεν έχει ξεπεραστεί, καθώς μία απώλεια εμπιστοσύνης στην τράπεζα θα μπορούσε μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα να εξαντλήσει τη ρευστότητά της, ακόμη και με την προσθήκη της ρευστότητας που έδωσε η κεντρική τράπεζα.
Με αυτά τα δεδομένα, στις διεθνείς αγορές επικρατεί έντονη φημολογία ότι μέσα στο Σαββατοκύριακο θα επιχειρηθεί από την εποπτική αρχή της Ελβετίας, την κεντρική τράπεζα και την κυβέρνηση να δοθεί μία μόνιμη λύση που θα αντιμετωπίσει οριστικά το πρόβλημα.
Το ενδεχόμενο να υπάρξει παρέμβαση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης της Ελβετίας για μια λύση με κρατική συμμετοχή σε δεν φαίνεται πιθανό. Σε συνάντηση εκπροσώπων όλων των κομμάτων ο εκπρόσωπος του μεγαλύτερου κόμματος της Ελβετίας δήλωσε την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε συμμετοχή του κράτους στη διάσωση της Credit Suisse.
Το σενάριο που συζητείται πλέον έντονα είναι αυτό της συγχώνευσης με τη μεγαλύτερη και πολύ πιο εύρωστη τράπεζα της χώρας, τη UBS. Όπως έγραψε όμως σήμερα το bloomberg σε αυτή την προοπτική αντιδρούν έντονα οι διοικήσεις και το προσωπικό των δύο τραπεζών. Η ενοποίηση είναι βέβαιο ότι θα προκαλούσε μεγάλες απώλειες θέσεων εργασίας και θα ήταν γενικότερα αρνητική για την εικόνα του τραπεζικού συστήματος.
Ωστόσο, ο χρόνος πιέζει και όλοι αντιλαμβάνονται ότι αν περάσει το Σαββατοκύριακο και ανοίξουν οι αγορές τη Δευτέρα με την Credit Suisse στη σημερινή της κατάσταση, δηλαδή σε μία μόνιμη απειλή αποσταθεροποίησης από εκροές κεφαλαίων, θα τεθεί σε κίνδυνο η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος πολύ πέρα από τα σύνορα της Ελβετίας.
Μικρή τράπεζα, μεγάλος πονοκέφαλος...
Η μικρή περιφερειακή τράπεζα των ΗΠΑ First Republic ασφαλώς δεν αποτελεί συστημικό κίνδυνο, όμως όπως έχουν εξελιχθεί τα γεγονότα τις τελευταίες ημέρες η διάσωση της θεωρείται επιβεβλημένη. Αν καταρρεύσει θα πρέπει να ακολουθηθεί η τυπική διαδικασία της εκκαθάρισης που σίγουρα θα οδηγήσει σε κάποιες απώλειες ανασφάλιστων καταθέσεων (πέρα από το εγγυημένο όριο των 250 χιλιάδων δολαρίων) και αυτό θα προκαλέσει αναπόφευκτα ευρύτερες πιέσεις στις πολλές, μικρές τράπεζες της χώρας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται ευρύτερα για τις αγορές.
Η ανάγκη να σωθεί η συγκεκριμένη τράπεζα είναι τόσο έντονη, ώστε κινητοποιήθηκε προσωπικά η υπουργός Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, γνωρίζοντας ότι θα είναι πολύ δύσκολο να επαναλάβει χωρίς σοβαρές παρενέργειες αυτό που έγινε με τη Silicon Valley Bank, δηλαδή να καλυφθούν κατ' εξαίρεση όλες οι ανασφάλιστες καταθέσεις μιας μη συστημικής τράπεζας. Αν δινόταν μία λύση αυτής της μορφής και για την First Republic, η αμερικανική κυβέρνηση ουσιαστικά θα αποδεχόταν ότι είναι εγγυημένες όλες οι καταθέσεις σε όλες τις τράπεζες.
Η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών απευθύνθηκε στον επικεφαλής της JP Morgan,Τζέιμι Ντάιμον, ζητώντας του να απορροφηθεί από τη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας η μικρή First Republic. Όμως ο Ντάιμον αρνήθηκε και έτσι προέκυψε το εναλλακτικό σχέδιο, βάσει του οποίου έντεκα μεγάλες τράπεζες κατέθεσαν συνολικά 30 δισ. δολάρια στην First Republic για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζει.
Πρόκειται και σε αυτή την περίπτωση για μία προσωρινού χαρακτήρα διευθέτηση, καθώς ούτε τα 30 δισ. θα μπορούσαν να σώσουν την First Republic από την κατάρρευση σε περίπτωση που δεν αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην τράπεζα και συνεχιστούν οι εκροές καταθέσεων.
Το Σαββατοκύριακο αναμένεται ότι οι αρχές θα επανέλθουν στην προσπάθεια οριστικής διευθέτησης του προβλήματος της First Republic και η ιδεώδης λύση θα ήταν να βρισκόταν μία από τις μεγάλες τράπεζες που θα δεχόταν να την απορροφήσει.
Όλοι αντιλαμβάνονται πάντως ότι μία παράταση της αβεβαιότητας θα κλόνιζε την εμπιστοσύνη περαιτέρω, σε μία περίοδο όπου οι καταθέτες όχι μόνο βρίσκονται με το δάχτυλο στη σκανδάλη, αλλά πλέον διαθέτουν όλα τα ηλεκτρονικά μέσα του ψηφιακού banking που τους επιτρέπουν σε ελάχιστο χρόνο και σε οποιαδήποτε στιγμή να απομακρύνουν τις καταθέσεις τους από μία τράπεζα που φημολογείται ότι αντιμετωπίζει κινδύνους.
Είναι τέτοια η ανασφάλεια των τραπεζικών διοικήσεων στις ΗΠΑ που αυτή την εβδομάδα άντλησαν συνολικά ρευστότητα της τάξεως των 160 δισ. δολαρίων από τα χρηματοδοτικά παράθυρα της Fed, ώστε να έχουν επαρκή οχύρωση για πιθανές... επιθέσεις από καταθέτες. Είναι ένα ποσό εβδομαδιαίας παροχής ρευστότητας στις τράπεζες μεγαλύτερο ακόμη και από τις χειρότερες εβδομάδες του 2008...
sofokleousin.gr