Τον Σεπτέμβριο του 2018 ο ΠΑΟΚ αντιμετώπισε την Τσέλσι στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο της φάσης των ομίλων του Europa League. Την παραμονή του αγώνα Αγγλοι οπαδοί δημιούργησαν επεισόδια στα Λαδάδικα. Ενας από τους ταραξίες προπηλάκισε συμπατριώτη του αστυνομικό που τους συνόδευε. Πριν ακόμη η ΕΛ.ΑΣ. προβεί στα προβλεπόμενα, η Τσέλσι η οποία είχε ενημερωθεί, «εντόπισε» τον οπαδό της, αφαίρεσε το διαρκείας του και του απαγόρευσε δια βίου την είσοδο στους αγώνες της!
Το αναφέρω το γεγονός στον απόηχο των προχθεσινών μέτρων κατά της βίας που εξαγγέλθηκαν από τους αρμόδιους υπουργούς. Η πολιτεία για μία ακόμη φορά επιχειρεί να δώσει λύση την ίδια στιγμή που οι παράγοντες σιωπούν. Αυτοί δηλαδή οι οποίοι έπρεπε να έχουν τη μεγαλύτερη αγωνία ώστε να μην στραπατσάρεται το ποδοσφαιρικό προϊόν, πάνω στο οποίο επενδύουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Λογικά θα έπρεπε οι ίδιοι, όχι με αφορμή τη δολοφονία του Αλκη και τον τραυματισμό των φίλων του, αλλά εδώ και χρόνια να πιέσουν την πολιτεία και να συνεργαστούν μαζί της ώστε να εξαφανισθεί η βία από το ελληνικά γήπεδα. Εκεί όμως όπου σταματάει η λογική αρχίζει το ελληνικό ποδόσφαιρο. Οι κυβερνήσεις όταν αναδύεται το πρόβλημα επιχειρούν να πάρουν αποφάσεις τις οποίες όμως στη συνέχεια δεν τις υποστηρίζουν και οι παράγοντες στρουθοκαμηλίζουν. Οι νόμοι για τη βία υπάρχουν από τις αρχές του 2000 και στα χρόνια που ακολούθησαν βελτιώθηκαν. Κανείς όμως δεν τους τήρησε με φανατισμό γιατί κανείς δεν είναι πρόθυμος να πάρει το όποιο κόστος μπορεί να προκύψει. Πολύ περισσότερο οι ιδιοκτήτες των ΠΑΕ οι οποίοι θα έπρεπε να «πατήσουν» πάνω στον νόμο και να καθαρίσουν το τοπίο. Αλλωστε αυτό απαιτούν οι πολλοί. Ολοι εκείνοι οι οποίοι πηγαίνουν στο γήπεδο για να απολαύσουν την ένταση ενός αγώνα, να χαρούν την ομάδα τους, να πανηγυρίσουν ή να στεναχωρηθούν, αλλά όχι για να σπάσουν και να ρημάξουν.
Ο χουλιγκανισμός εμφανίστηκε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 και η ένταση αυξήθηκε μετά τη δεκαετία του 2000.
Το ποδόσφαιρο δεν αποτελεί το μοναδικό πεδίο δράσης των εγχώριων χούλιγκαν.
Η δράση τους πολλές φορές έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά των κουκουλοφόρων σε διαδηλώσεις και οι αθλητικές εκδηλώσεις αποτελούν την αφορμή και όχι την αιτία για τα φαινόμενα χουλιγκανισμού στα γήπεδα.
Στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία η κοινωνική σύνθεση των χούλιγκαν έχει μεγαλύτερη ποικιλία από ότι στην Αγγλία, όπου υπάρχει εντονότερη παρουσία της εργατικής νεολαίας.
Συνήθως είναι άτομα τα οποία αναζητούν ευκαιρίες αυτό-επιβεβαίωσης και εκτόνωσης. Οι εξέδρες είναι χώροι όπου μπορεί κάποιος να κάνει καριέρα και να αναπτύξει την οργανωτική του ικανότητα κυρίως όταν οι υπόλοιπες προοπτικές κοινωνικής προβολής είναι ανύπαρκτες.
Οι ομάδες των οπαδών δεν είναι ένα άμορφο πλήθος, αλλά ένας οργανωμένος κόσμος με την δική του κλίμακα γοήτρου.
Ο οπαδός εκμεταλλεύεται την ανωνυμία του μέσα στην μάζα και απελευθερώνει συμπεριφορές άγνωστες για αυτόν στην καθημερινότητα.
Ποιοι είναι οι λόγοι της οπαδικής βίας, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες;
Η υπόθαλψη του φανατισμού από τους παράγοντες που διοικούν τα σωματεία. Η εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου η οποία οξύνει τον ανταγωνισμό και μεγεθύνει την ανάγκη για τη νίκη. Η διαφθορά που υπάρχει στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Η ανισονομία στις αποφάσεις των δικαιοδοτικών οργάνων, η έλλειψη ισχυρής πολιτικής βούλησης και η επιλεκτική εφαρμογή των νόμων.
Περιφερειακά ως αιτίες προσδιορίζονται ο αθλητικός Τύπος, μερίδα του οποίου πριμοδοτεί τον φανατισμό άμεσα ή έμμεσα και αναμετάδοση των περιστατικών βίας από τα ΜΜΕ, η οποία δημιουργεί συναισθήματα αυτό-επιβεβαίωσης στους ταραξίες. Η οπαδική βία έχει και κοινωνικές ρίζες καθώς τα έντονα προβλήματα όπως η περιθωριοποίηση, η ανεργία, οι πιεστικές συνθήκες ζωής, οι κοινωνικές ανισότητες, έλλειψη οράματος και προοπτικής αποτελούν αιτίες βίαιων συμπεριφορών.
Σε πρόσφατη έρευνα της ALCO οι συμμετέχοντες, απαντώντας σε ερώτημα για το «ποιος έχει τις περισσότερες ευθύνες;», απέδωσαν το 27% στους Συνδέσμους φιλάθλων και το 26% στις διοικήσεις των ΠΑΕ και στην Κυβέρνηση.
Στοιχεία για το πρόβλημα υπήρχαν και είναι γνωστά σε όλους. Οπως ήταν λίγο πολύ γνωστό και ποιοι Σύνδεσμοι λειτουργούσαν παράνομα. Γιατί λοιπόν έπρεπε να γίνει η επιχείρηση «σκούπα» μετά τη δολοφονία; Ισως η ειλικρινής απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, θα πείσει και την κοινωνία για την εφαρμογή των νέων νόμων που ετοιμάζεται να ψηφίσει η σημερινή κυβέρνηση.