«Πουθενά δεν συμβιβαζόμουν γιατί το μπάσκετ ήταν η αγάπη μου», με αυτή τη φράση θα μπορούσαμε να περιγράψουμε όλα όσα πρεσβεύει ο κόουτς Θοδωρής Ροδόπουλος για το ελληνικό μπάσκετ.
Η προσφορά του στο άθλημα είναι τεράστια και μέχρι σήμερα δίνει απλόχερα στο μπάσκετ όλη του την αγάπη. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι το δεύτερο σπίτι του, έχοντας επισκεφθεί τη χώρα πάνω από 160 φορές. Επίσης, έχει δώσει το παρών σε 25 All-Star, ενώ έχει διατελέσει σκάουτερ για μεγάλους οργανισμούς του NBA.
Ο 76χρονος προπονητής μίλησε αποκλειστικά στο Metrosport.gr και στον Κωστή Παναγιώτου για τις σπουδές του στις ΗΠΑ, για την πρόταση να παραμείνει ως βοηθός στο Ρέτσεστερ, για τα χρόνια στον πάγκο του ΠΑΟΚ, για την ανακάλυψη του Αντρέι Κιριλένκο σε ευρωπαϊκό παίδων, το πέρασμά του από τον Ηρακλή, τη συνύπαρξη με τον Ίνγκραμ, για την απόφαση να αφήσει μια για πάντα τους πάγκους παρότι ήταν μόλις 58 ετών και ενώ είχε προτάσεις από ομάδες της Α1 να συνεχίσει να προπονεί.
Σε μικρή ηλικία ξεκίνησε όπως όλα τα παιδιά της εποχής εκείνης να παίζουν στις αλάνες ποδόσφαιρο, μάλιστα του είχαν βγάλει και παρατσούκλι: «Δεν είχα παρατσούκλι στο μπάσκετ, αλλά είχα στο ποδόσφαιρο, με φώναζαν Ραϊμόν Κοπά. Ακόμα και τώρα υπάρχουν ορισμένοι που με φωνάζουν Κοπά».
«Στον Άρη η κατάσταση ήταν αφόρητη»
Το μπάσκετ ήρθε αργότερα στη ζωή του και σε σε ηλικία 12 ετών εντάχθηκε στη ΧΑΝΘ, στη συνέχεια υπήρξε παίκτης του Άρη, ενώ ήταν μέλος των Εθνικών ομάδων Παίδων, Εφήβων, Ενόπλων και Ανδρών. Η καριέρα του ως αθλητής τελείωσε σύντομα, καθώς στην ηλικία των 24 ετών αποσύρθηκε από την ενεργό δράση.
«Όταν ήμουν 24 χρονών σταμάτησα, όντας παίκτης του Άρη, γιατί η κατάσταση στην ομάδα ήταν αφόρητη, υπήρχε μια κλίκα μεταξύ του προπονητή και κάποιων παικτών. Έπαιζα στην Εθνική Ελλάδος και δεν έπαιζα στον Άρη, ήμουν αναπληρωματικός. Τότε στην Εθνική ανδρών δεν υπήρχαν παίκτες του Άρη, μόνο εγώ και ο Παρίσης που ήμασταν από μεταγραφή.
Δεν υπήρχαν τότε συμβόλαια όπως τώρα. Ήρθε ο Ολυμπιακός και έδινε 300.000 δραχμές και δεν με έδωσε ο Άρης, ενώ τότε το μεγαλύτερο ποσό μεταγραφής ήταν 85.000. Ο πρόεδρος του Άρη είχε πει τότε πως το δελτίο μου είναι καρφωμένο εκεί πάνω, μόνο στον Άρη θα παίζει αλλιώς δεν θα παίξει. Οπότε πήρα την απόφαση να σταματήσω».
Το 1970 αποφάσισε να αφήσει την Ελλάδα και να κυνηγήσει το όνειρο της προπονητικής στις ΗΠΑ, παίρνοντας υποτροφία στο κολέγιο του Σπρίνγκφιλντ. Εκεί εργάστηκε και ως εθελοντής βοηθός προπονητής στο Ράτσεστερ, στο οποίο είχε μάλιστα και πρόταση να συνεχίσει.
«Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκα με τις μικρές ηλικίες στη ΧΑΝΘ, τότε δεν υπήρχαν ακαδημίες. Το 1970 πήγα στις ΗΠΑ, στο κολέγιο του Σπρίνγκφιλντ ήταν της ΧΑΝΘ κολέγιο. Δούλεψα στο Ράτσεστερ Νιου Γιορκ ως εθελοντής βοηθός προπονητής. Μετά από ένα χρόνο τελείωσε η υποτροφία μου και μου πρότεινε το Ράτσεστερ να μείνω με 15.000 δολάρια ως βοηθός στην ομάδα, αλλά δεν δέχτηκα. Είχα τη μητέρα μου και την αδελφή μου εδώ και ήμουν προστάτης, δεν υπήρχε πατέρας.
Στο Σπρίνγκφιλντ ο προπονητής Εντ Μπίλικ με είχε βοηθήσει τεχνικά και σε όλα τα στοιχεία για να προχωρήσω, με έγραψε στο Σύνδεσμο Προπονητών Αμερικής, που είμαι ήδη 45 χρόνια μέλος. Μου έδωσαν ένα δίπλωμα αναγνώρισης για την προσφορά μου στο άθλημα, το οποίο οι Αμερικάνοι δεν το δίνουν εύκολα, αλλά τα δίνουν σε αυτούς που αξίζουν.
Στην Ελλάδα οι σπουδές ήταν Οικονομικές και Πολιτικές Επιστήμες, αλλά δεν πήγα στην Αμερική για αυτό, εγώ πήγα για το μπάσκετ. Πήγα για το coaching, για τη ψυχολογία του προπονητή και ανάπτυξη παιδιού και εφήβου. Το κολέγιο του Σπρίνγκφιλντ είναι το πιο ειδικό για αυτές τις σπουδές. Ήμουν τυχερός σε πολλά πράγματα στη ζωή μου, βέβαια τα κυνήγησα και όλα.
Ο σχολιαστής του NBA, Στιβ Μπράουν, είναι πολύ φίλος μου. Κάθε χρόνο πηγαίνω στις ΗΠΑ, μόνο με τον κορονοϊό δεν πήγα, αλλά τώρα πάλι θα ξεκινήσω να πηγαίνω. Αργότερα έκανα και σεμινάρια στην Αμερική και στο Λονδίνο. Πάντα έψαχνα να πάω σε προπονητές που ξέρουν μπάσκετ για να βελτιωθώ».
«Είχα βγάλει το "Νόμο του Γιαννάκη"»
Οι προπονητές που τον ενέπνευσαν ήταν πολλοί, αλλά ένας από αυτούς έχει ξεχωριστή θέση και δεν είναι άλλος από τον προπονητή του στη ΧΑΝΘ.
«Πολλοί ήταν οι προπονητές που με ενέπνευσαν. Πρώτα από όλους, όμως, ο προπονητής μου στη ΧΑΝΘ όταν ήμουν παίκτης, ο Μίμης Τσικίνας, αυτός με βοήθησε να κάνω την υποτροφία μου στην Αμερική. Ήμουν ήδη στο Πανεπιστήμιο στην ΟΠΕ και ξεκίνησα να πάω στην Αμερική, γιατί δεν υπήρχαν άνθρωποι να με βοηθήσουν εδώ, ο Τσικίνας ήταν πολύ καλός, αλλά ήταν παράλληλα και υποδιευθυντής της ΧΑΝΘ για αυτό με έχρησε και εμένα αργότερα προπονητή στη ΧΑΝΘ, γιατί δεν μπορούσε να κάνει και τα δύο.
Η μητέρα μου έκλαιγε θυμάμαι όταν ξεκίνησα να πάω στις ΗΠΑ, γιατί αν έμενα στην Ελλάδα θα γινόμουν διευθυντής σε τράπεζα, αλλά εγώ ήθελα να γίνω προπονητής, δεν το μετάνιωσα ποτέ. Δεν ασχολήθηκα ποτέ με σπουδές δικές μου, ασχολήθηκα μόνο με το μπάσκετ».
Ως ομοσπονδιακός τεχνικός είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί και να δει από κοντά μεγάλους Έλληνες αθλητές, ένας από αυτούς ήταν ο Παναγιώτης Γιαννάκης.
«Τον Γιαννάκη τον είχα παίκτη από την ομάδα Παίδων. Ο Γιαννάκης είχε πάνω από όλα το πιστεύω του, την περηφάνια του, δεν έγινε τέτοιος παίκτης και τέτοιος προπονητής που να πεις ήταν μοναδικός, αλλά κατάφερε να γίνει κάτι παραπάνω.
Ένα παράδειγμα, ο Νίκος Σταυρόπουλος είχε πιο πολύ ταλέντο από τον Γιαννάκη, αλλά δεν είχε τη ψυχή του Γιαννάκη και με αυτό προχώρησε και έφτασε τόσο ψηλά. Είχα βγάλει κιόλας το "Νόμο του Γιαννάκη", γιατί έσπρωχνε τον παίκτη στην άμυνα και αντί να δώσουν φάουλ στο Γιαννάκη έδιναν φάουλ στον επιτιθέμενο (γέλια)».
«Με εμένα προπονητή ο ΠΑΟΚ δεν έχασε ποτέ από τον Άρη, πέρα από ένα παιχνίδι, στο οποίο έγινε "δολιοφθορά"»
Στις αρχές του 1980 ανέλαβε τα ηνία του ΠΑΟΚ, βάζοντας την ομάδα στο δρόμο του πρωταθλητισμού, ενώ παράλληλα εφάρμοσε και πρωτοποριακές τακτικές, οι οποίες ανέπτυξαν το άθλημα στην Ελλάδα. Στον πάγκο του Δικεφάλου βρέθηκε δύο φορές (1980-83 και 1985-86).
«Με εμένα προπονητή ο ΠΑΟΚ δεν έχασε ποτέ από τον Άρη, πέρα από ένα παιχνίδι, στο οποίο έγινε "δολιοφθορά", αυτό έγινε το 1986. Δεν χρειάζεται να πω λεπτομέρειες, αυτοί που ξέρουν θα καταλάβουν.
Ήμουν τυχερός γιατί είχα δύο μειονεκτήματα, όσο και αν φαίνεται παράξενο. Το πρώτο είναι ότι δεν είχα ποτέ φαβορί ομάδα, είχα πάντα αουτσάιντερ, είχα τον ΠΑΟΚ εναντίον του Άρη, είχα τη ΧΑΝΘ εναντίον του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού, είχα τον Ηρακλή εναντίον των θηρίων. Δεν είχα μια ομάδα όπως είχε ο Ιωαννίδης τον Άρη για να πάρω το πρωτάθλημα.
Το δεύτερο ήταν ότι ήμουν αντίπαλο του Γκάλη και έπρεπε κάθε μέρα να ψάχνω να κάνω κάτι γιατί ήταν πολύ δύσκολο να παίξεις απέναντι στον Γκάλη για δύο λόγους. Ο Γκάλης δεν ήταν μόνο καλός παίκτης, ήταν άλλωστε αυτός που άλλαξε το μπάσκετ στην Ελλάδα, έτσι έκανε και σφύριζαν φάουλ στον αμυντικό. Δεν σφύριζαν εναντίον του Γκάλη με τίποτα, έπρεπε άρα να κάνεις πράγματα.
Την πρώτη φορά εναντίον του Άρη παίξαμε 3-2 ζώνη, τρεις μπροστά και δύο πίσω, και όπου ήταν ο Γκάλης έβγαινε ο παίκτης πάνω του. Τη δεύτερη χρονιά ο Άρη έκανε μια μεταγραφή και παίρνει τον Γιαννουζάκο, τον οποίο τον είχα παίκτη στη ΧΑΝΘ, οπότε ήξερα ότι στη ζώνη 3-2 ο Γιαννουζάκος θα μου δημιουργήσει πρόβλημα. Και κάνω 3 ζώνη και 2 man-to-man, αυτό είναι "Ροδοπούλιο" δεν υπάρχει στην Αμερική. Όταν έλεγε ο playmaker μέσα παίζαμε 3-2 ζώνη, όταν έλεγε έξω παίζαμε τρεις ζώνη σε τρίγωνο και δύο man-to-man.
Το 1982 ο Χιούμπι σε ένα σεμινάριο έλεγε 2-3 ζώνη, ανάποδα δηλαδή από αυτό που έλεγα εγώ, στέλνει τότε τους προπονητές έξω για τσιγάρο. Και του λέω εγώ το έκανα ανάποδα. Και τους φωνάζει όλους πίσω να τους το δείξει και τους λέει είναι καλύτερο αυτό που λέει ο Έλληνας από αυτό που σας είπα εγώ και ανέβηκα πάνω να το δείξω. Εγώ τρελάθηκα τότε, γιατί κατάλαβα ότι οι Αμερικάνοι δεν φοβόντουσαν να παραδεχτούν κάτι, εδώ δεν το έχουμε αυτό. Από τότε γίναμε φίλοι με τον Χιούμπι».
Τι συνέβη, όμως, και αποχώρησε από τον ΠΑΟΚ…
«Δεν θέλω να πω ονόματα γιατί δεν θέλω να φανώ επικριτής καταστάσεων. Τότε υπήρχε ο Παντελάκης στον ΠΑΟΚ, στη διοίκηση που με έφερε στον ΠΑΟΚ δεν ήταν ο Παντελάκης , οποίος με εκτιμούσε ως προπονητή, αλλά κάποια στιγμή η διοίκηση που με έφερε μάλωσε με τον Παντελάκη. Ο Παντελάκης ήθελε τότε να πάρει τη διοίκηση, για αυτό έβαλε τους δικούς του να παραιτηθούν από το συμβούλιο για να γίνουν εκλογές. Και οι τρεις αναπληρωματικοί μπορούσαν να σώσουν τη διοίκηση για να προλάβει να γράψει μέλη και αυτοί μπήκαν με έναν όρο, να μην είναι ο Ροδόπουλος στην ομάδα και έτσι δεν ανανέωσε ο ΠΑΟΚ το συμβόλαιό μου.
Δεν με θέλανε αυτοί επειδή δεν τους έκανα τα χατίρια, θέλανε να μπαίνουν στα αποδυτήρια, οι οποίοι ήταν παλιοί παίκτες του ΠΑΟΚ».
«Όταν έβγαλα τον Ίνγκραμ από τον Ηρακλή οι φίλαθλοι μου είπαν: "θα σε σουβλίσουμε"»
Το 1992-93 έκατσε στον πάγκο του Ηρακλή για σύντομο χρονικό διάστημα. Εκεί βρισκόταν τότε ο Ντέιβιντ Ίνγκραμ (Άνκρουμ), οποίος ήταν το μεγάλο αστέρι των κυανόλευκων, αλλά ο Θοδωρής Ροδόπουλος προχώρησε σε ριζική αλλαγή της ομάδας, φέρνοντας τον NBAer Στιβ Μπαρτ στη Θεσσαλονίκη.
«Εγώ έβγαλα τον Ίνγκραμ από τον Ηρακλή, εγώ τον άλλαξα. Ήρθαν οι φίλαθλοι του Ηρακλή και μου είπαν: θα σε σουβλίσουμε. Εγώ τότε άλλαξα όλο τον Ηρακλή, γιατί ο Ίνγκραμ ήταν όλος ο Ηρακλής τότε, αλλά έφερα τον Μπαρτ που ήταν καλύτερος παίκτης.
Θυμάμαι παίζαμε με την ΑΕΚ, που τότε ήταν η καλύτερη ομάδα στην Ελλάδα τότε, και τη νικήσαμε και έρχονται οι φίλαθλοι να μου πουν συγχαρητήρια και τους λέω έξω. Ο Μπαρτ έβαλε 40 πόντους, ήταν NBA παίκτης. Δεν ήθελε να ανανεώσει με τον Φίνιξ και τον πήραν με 150-160.000 δολάρια, τίποτα.
Είπα στη διοίκηση τότε ότι ο Ίνγκραμ δεν έδινε πάσα ούτε στον άλλον Αμερικάνο, δεν γινόταν αυτό, καλύτερα να παραιτηθώ. Δεν μπορούμε να φτάσουμε μακριά, αυτός είναι για μικρομεσαία ομάδα, είναι πολύ καλός παίκτης, αλλά η ομάδα δεν μπορεί να γίνει πρωταθλήτρια μόνο με τον Ίνγκραμ. Και τους λέω: "ή εγώ ή ο Ίνγκραμ;" Και η διοίκηση αποφάσισε να μείνω εγώ, με στήριξε.
Θυμάμαι είχαμε πάει να παίξουμε ένα παιχνίδι με τον Πειραϊκό στην Αθήνα και δύο παίκτες μας έπαιζαν "ανάποδα". Πήγα στη διοίκηση και τους είπα παραιτούμε, μου λένε να τους βγάλουμε έξω. Και τους λέω στο τέλος ποιος θα παίξει; Εγώ. Η ομάδα ήταν τότε στις τρεις καλύτερες ομάδες της Ελλάδας.
Πουθενά δεν συμβιβαζόμουν γιατί το μπάσκετ ήταν η μεγαλύτερη αγάπη μου. Προτάσεις υπήρχαν πάντα, ακόμα και όταν σταμάτησα. Και τους το έλεγα δεν μπορώ να έρθω γιατί οι παράγοντες και οι μάνατζερ είστε πιο δυνατοί.
Είχα καταλάβει ότι οι μάνατζερ και οι παράγοντες είναι πιο δυνατοί από τον προπονητή, οπότε αποφάσισε να αποχωρήσω από τους πάγκους, στα 58 μου χρόνια σταμάτησα να κάνω τον κόουτς, ενώ μου έδιναν πολλά λεφτά για να συνεχίσω. Ο Παναθηναϊκό, ο Ολυμπιακός μου έδιναν λεφτά τότε να συνεχίσω να προπονώ».
«Είχα ξεχωρίσει τον Κιριλένκο, εγώ τον πρότεινα στους Γιούτα Τζαζ»
Φτάνοντας στο τέλος τη συζήτησή μας αναφερθήκαμε στη συνεργασία του με τους Γιούτα Τζαζ και τους Νιου Γιορκ Νικς ως σκάουτερ. Ίσως πολλοί δεν τον γνωρίζουν αλλά ο Θ. Ροδόπουλος ήταν ο άνθρωπος που έστειλε τον Κιριλένκο στο NBA.
«Μου άρεσε και πήγαινα στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα παίδων και εφήβων. Ήμουν τότε στους Γιούτα Τζαζ ως σκάουτερ, όταν ο Σκοτ Λέιντεν ήταν στην ομάδα ως σκάουτερ ταλέντων, οποίος ήταν πολύ δικός μου άνθρωπος. Ο Κιριλένκο έπαιζε τότε με τη Σοβιετική Ένωση στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα παίδων.
Τον είχα ξεχωρίσει από υπόλοιπα παιδιά, οπότε ενημερώνω τον Σκοτ ότι υπάρχει ένας παίκτης οποίος μπορεί να παίξει στο NBA σε σύντομο χρονικό διάστημα. Στέλνε τον αρχισκάουτερ στην Ευρώπη να δει τον Κιριλένκο. Και έτσι τον πήραν και μάλιστα δεν ήταν ψηλά στο ντραφτ. Πήρα μπόνους κιόλας. Συνεργάστηκα με τους Γιούτα και τους Νικς ως παρτ τάιμ, όχι με τη μορφή εξάρτησης, ήθελα να μπορώ να χτυπάω την πόρτα στο training camp μιας άλλης ομάδας και να μπαίνω να μην θεωρούν αντίπαλο.
Με τον Σκοτ Λέιντεν ήταν μόνιμη η συνεργασία μου, ακόμα και όταν δεν δούλευα, γιατί εκτιμούσε τις γνώσεις μου. Μέχρι τώρα είμαστε φίλοι».
«Τίποτα δεν έμπαινε στη τσέπη μου, ότι έκανα το έκανα για τα παιδιά»
Ο κόουτς Ροδόπουλος το 1983 υλοποίησε το πρώτο μπασκετικό καμπ στην Ελλάδα, το Salonica Basketball Camp (SBC), ενώ μερικά χρόνια αργότερα ίδρυσε την πρωτότυπη ακαδημία τα "ΑΣΤΕΡΙΑ", από την οποία έχουν βγει 15 διεθνείς σε 17 χρόνια.
«Η πρώτη ακαδημία που έγινε πανελληνίως ήταν τα "ΑΣΤΕΡΙΑ" και το πρώτο καμπ το Salonica Basketball Camp. Στα καμπ ερχόντουσαν παιδιά από την Ιταλία, τη Σουηδία και την Τουρκία. Στους γονείς έλεγα τι πρέπει να κάνει το παιδί για να βελτιωθεί με την ομάδα του, αλλά δεν έπαιζα το ρόλο του μάνατζερ στα παιδιά. Οι γονείς μετά το καμπ μου έλεγαν "τι θα κάνουμε το χειμώνα;", γιατί τους άρεσε η δουλειά που γινόταν στον καμπ. Το 1983 ξεκίνησε το καμπ μετά από πέντε χρόνια ξεκίνησα την ακαδημία τα "ΑΣΤΕΡΙΑ", από το 1988 άρχισε να δουλεύει ως ακαδημία. Μετά κατάλαβα ότι αν δεν παίζουν αγώνες δεν μπορούν να βελτιωθούν και το 1991 έκαναν την ομάδα τα "ΑΣΤΕΡΙΑ".
Στην ακαδημία μάζευα τους γονείς πριν αρχίσει η χρονιά και τους εξηγούσα τη θέση μου, τους κανόνες της ακαδημίας. Όσο τα παιδιά παίζουν στο μίνι και στο προπαιδικό είναι χωρίς δελτίο, αλλά όταν πάνε στο παιδικό θα παίζουν με δελτίο γιατί είναι υποχρεωτικό και θα μένουν ελεύθεροι στα 18 τους, για να μείνουν πιο πριν θα πρέπει να είναι οι διεθνείς, οπότε παίρναμε χρήματα, με τα οποία κάναμε τρία ταξίδια στην Αμερική για τα υπόλοιπα παιδιά της ομάδας. Τίποτα δεν έμπαινε στη τσέπη μου, ότι έκανα το έκανα για τα παιδιά, γιατί το μπάσκετ μου έχει δώσει τα πάντα.
Εγώ δεν έκανα στα "ΑΣΤΕΡΙΑ" ότι έκαναν οι υπόλοιπες ομάδες, να έχουν 2-3 μίνι, 2-3 προπαιδικά. Εγώ είχα ένα μίνι και ένα προπαιδικό και αν δεν είσαι στους 15 τους άφηνα ελεύθερους να πάνε όπου θέλουνε, δεν υπήρχε δέσμευση σε αυτή την ηλικία γιατί δεν υπήρχε δελτίο, αλλά και όταν ήταν στο παιδικό και είχαν δελτίο τους άφηνα ελεύθερους αν δεν ήταν στην 15άδα, αν το ήθελαν, αλλά δεν ήθελαν. Ουσιαστικά όταν έκαναν δελτίο δεχόντουσαν και τους όρους της ακαδημίας».