Αφαιρώντας το τελευταίο δεκάλεπτο του αγώνα όπου Αρης αντέδρασε φοβικά στην προσπάθεια διασφάλισης του υπέρ του σκορ, το τελικό αποτέλεσμα προφανέστατα δεν είναι αντιπροσωπευτικό της εικόνας του ντέρμπι. Οι «κίτρινοι» θα έπρεπε να είχαν «κλειδώσει» τη νίκη από τα μέσα του δεύτερου μέρους, να είχαν κερδίσει με μεγαλύτερο σκορ καθώς ήταν η ομάδα η οποία από το πρώτο λεπτό του αγώνα προσπάθησε να παίξει ποδόσφαιρο και να αποδείξει την τεράστια επιθυμία της να κερδίσει το παιχνίδι. Εν αντιθέσει με τον ΠΑΟΚ ο οποίος βυθίστηκε σ’ ένα κλίμα έντονου εκνευρισμού από τα πρώτα λεπτά, με κύριο «δράστη» τον Γιασμίν Κούρτιτς.
Ενδεχομένως να έπαιξαν ρόλο οι (υποχρεωτικά) πολλές αλλαγές του Ραζβάν Λουτσέσκου. Σίγουρα κόστισαν σε επίπεδο συνοχής.
Το ντέρμπι θα έπρεπε να είχε τελειώσει νωρίτερα γιατί ο Άρης είχε όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για να νικήσεις ένα παιχνίδι. Εξαιρετική αμυντική λειτουργία, σωστή ανάπτυξη αλλά και τη γνωστή αδυναμία στην εκτέλεση. Προς αυτή την κατεύθυνση λειτούργησε βέβαια ο (μακράν) καλύτερος τερματοφύλακας του Πρωταθλήματος, ο Αλέξανδρος Πασχαλάκης. Κακά τα ψέματα, αυτός κράτησε τον ΠΑΟΚ από τα τελειώματα του πρώτου μέρους έως και το πρώτο μισό του δεύτερου. Το ίδιο είχε κάνει και στα άλλα παιχνίδια των δύο ομάδων.
Το δεύτερο πρόσωπο του αγώνα είναι ο Σέικ Ντουκουρέ ο οποίος βρέθηκε στο αρχικό σχήμα από... σπόντα (λόγω του τραυματισμού του Λούκας Σάσα) αλλά έκανε τρομερό παιχνίδι καθώς δεν είναι μόνο το γκολ που σημείωσε όσο κι αυτά που γλίτωσε για την ομάδα του στη μεσαία γραμμή, υπηρετώντας με ευλάβεια τον ρόλο του. Αυτό που, προσωπικά, δεν μου άρεσε ήταν η αντικατάσταση του Αμπουμπακάρ Καμαρά στο 77’ καθώς από εκείνο το σημείο ο Χερμάν Μπούργος γύρισε την ομάδα του πίσω δίχως να υπάρχει ουσιαστικός λόγος και παρότι ο αντίπαλος είχε αριθμητικό μειονέκτημα.
Εν τέλει, ο Άρης πήρε τρεις ακόμη πολύτιμους βαθμούς στην προσπάθεια ανανέωσης του ευρωπαϊκού διαβατηρίου, είναι επίσης η μοναδική ομάδα του Πρωταθλήματος που κρατάει τον ΠΑΟΚ στο «μηδέν» σε 270 αγωνιστικά λεπτά.