Ο Βασίλης Βλαχόπουλος γράφει για το «ουδέν κακόν αμιγές καλού» που βίωσε ο Άρης με την αποχώρηση του Σι Τζέι Μάιλς και την απόκτηση του Τρέι Γούντμπερι ο οποίος στοιχειοθετεί πιο safe επιλογή βάσει προσωπικότητας, παρελθόντος και μπασκετικής φιλοδοξίας.
Μαθαίνοντας το σχέδιο… απόδρασης του Σι Τζέι Μάιλς από το Καρπενήσι, η οποία εν ολίγοις θύμισε κινηματογραφική ταινία του Χόλιγουντ, φάνηκε ξεκάθαρα ότι ο Αμερικανός ήταν σε λάθος μέρος, σε εξίσου κακό timing. Αποδείχθηκε ότι ουδέποτε είχε ιδιαίτερη επιθυμία μετακόμισης στην Ευρώπη, ακόμη εξάλλου και στις προπονήσεις στις οποίες συμμετείχε είχε ρόλο guest star.
Ενδεχομένως να του παρουσιάστηκε η ευκαιρία επιστροφής στην G League και τούτο να έπαιξε ρόλο στις κινήσεις απελπισίας στις οποίες προχώρησε ούτως ώστε να επιβιβαστεί στο αεροσκάφος με προορισμό τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Το βέβαιο είναι ότι επιχείρησε επαγγελματικό βήμα το οποίο δεν ήταν σε θέση να υποστηρίξει και όφειλε να ήταν πιο ειλικρινής απέναντι στον εαυτό του και στη συνέχεια στους ανθρώπους που τον πίστεψαν αλλά και αυτούς που τον στηρίζουν.
Η συμπεριφορά του Αμερικανού έδειξε επίσης ότι κακώς ο Άρης πήρε το ρίσκο της επίδειξης εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του και φαντάζομαι ότι αυτό επιβεβαίωσε και ο υπάλληλος της ΚΑΕ όταν άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του στη Θεσσαλονίκη στη δική του αναζήτηση απελπισίας. Αυτός που έκανε την… αυτοψία είναι καταλληλότερος να μιλήσει επί τούτου, σίγουρα όμως διαπίστωσε ότι ο Μάιλς ήταν εντελώς ακατάλληλος για τον ρόλο που τον ήθελε ο Γιάννης Καστρίτης.
Το «ουδέν κακόν αμιγές καλού»… κολλάει στ’ ότι ο Τρέι Γούντμπερι ο οποίος αποκτήθηκε για να αντικαταστήσει τον Μάιλς, ήταν ευθύς εξαρχής η βασική επιλογή του προπονητή του Άρη. Στις αρχές του καλοκαιριού, όταν επιχειρήθηκε η απόκτησή του, διαπιστώθηκε η πρόθεση του παίκτη για την εξάντληση κάθε περιθωρίου εξασφάλισης two way contract. Επί του τελευταίου, οι Αμερικανοί πήραν τα μέτρα τους και προσφέροντας (ως ένα βαθμό) εγγυημένα συμβόλαια σε παίκτες των οποίων το επίπεδο κρίνεται χαμηλό για το αντίστοιχο του ΝΒΑ, κατάφεραν να τους κρατήσουν εντός συνόρων (Η.Π.Α.) χτίζοντας έτσι ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στις ευρωπαϊκές ομάδες οι οποίες δεν μπορούν να ξοδέψουν περισσότερα από 200 χιλιάρικα τη σεζόν.
Κυρίως όμως διατηρούν ανοιχτό το όνειρο του ΝΒΑ υπό την έννοια ότι ακόμη και μια συμμετοχή σ’ αυτό το Πρωτάθλημα αποτελεί όνειρο ζωής για κάθε Αμερικανό που επιχειρεί να εισχωρήσει σ’ αυτόν τον κόσμο. Αυτό το όνειρο θέλησε να ζήσει και ο Γούντμπερι ο οποίος έπαιξε στο summer league με την Ιντιάνα αλλά κανείς δεν πέταξε τη σκούφια του με την απόδοσή του.
Τουλάχιστον όμως αυτός ήταν συνειδητοποιημένος από πέρυσι, όταν αποφάσισε να δοκιμάσει στη Γερμανία με τη φανέλα της Μπάμπεργκ κάνοντας μια αρκετά καλή χρονιά. Είχε προτάσεις στη διάρκεια του καλοκαιριού αλλά όλες θυσιάστηκαν στον βωμό του ΝΒΑ μέχρι που φτάσαμε στο τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου. Καθώς το όνειρο του ΝΒΑ άρχισε να επηρεάζεται από τον εφιάλτη της ανεργίας, το πήρε απόφαση και πήρε την προσφορά που είχε κατατεθεί με αγάπη κι ελπίδα.
Ο 25χρονος είναι combo guard αλλά δεν είναι ίδιος παίκτης με τον Ντέιβιντ ΝτεΤζούλιους. Έχει μεγαλύτερο κορμί, είναι πιο διεισδυτικός, πάει περισσότερο στο ριμπάουντ και προσωπικά μου θυμίζει τον Σλοβένο Γιάκα Μπλάζιτς ο οποίος υπηρετούσε τον ρόλο του τέτοιου… ρολίστα στις ομάδες στις οποίες αγωνίστηκε αλλά και στην Εθνική Σλοβενίας.
Ενός παίκτη ο οποίος διαφημίζει το πνεύμα ομαδικότητάς του, την πρόθεση αυτοθυσίας για την ομάδα και από τον οποίον περιμένει συγκεκριμένα πράγματα. Δηλαδή, να διαβάσει σωστά το παιχνίδι δημιουργώντας για τους συμπαίκτες του αλλά και να μη φοβηθεί να πάρει το σουτ. Στην κολεγιακή σταδιοδρομία του ο Γούντμπερι σούταρε με 35.6% από μακρινή απόσταση με περίπου 3.5 προσπάθειες ανά αγώνα, το ίδιο ποσοστό είχε και στη Γερμανία με 4.6 σουτ κατά μέσο όρο.
Προφανώς το τρίποντο αποτελεί έναν από τους κύριους τρόπους έκφρασής του στην επίθεση, συνηθίζει όμως και τις διεισδύσεις με εκτέλεση (αλλάζοντας χέρι) στο λέι απ. Μεγαλύτερη σημασία έχει όμως να ταιριάξει με τους υπόλοιπους στην περιφέρεια, αποκτώντας χημεία με τους Τολιόπουλο, Χοτζ, ΝτεΤζούλιους και Λευτέρη Μποχωρίδη. Το ισχυρό πλεονέκτημά του βρίσκεται στο γεγονός ότι έχει την εμπειρία του ενός χρόνου στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Γι’ αυτόν τον λόγο η επιλογή του μοιάζει λιγότερο… τζογαδόρικη σε σχέση με αυτή του Σι Τζέι Μάιλς κι ας βαστούν οι ρίζες του από τη «Μέκκα του τζόγου», το Λας Βέγκας.
Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news
Μπείτε στην παρέα μας στο instagram
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook
Εγγραφείτε στο κανάλι του metrosport.gr και του Metropolis 95.5 στο youtube