Μπάρτριπ: Το σκληρό φάουλ ανορεξίας και κατάθλιψης ζωγράφισε το χαμόγελο της

Παναγιώτα Χαλκιά29 Μαρτίου 2023

Το πιο δυνατό τάκλιν, το έκανε στον εαυτό της. Η πτώση ήταν βάρβαρη, οι δυνάμεις της την εγκατέλειψαν αλλά το πείσμα, η θέληση και οι άνθρωποι της την βοήθησαν να σηκωθεί και να πολεμήσει ξανά. Το ταξίδι της Μόλι Μπάρτριπ έμοιαζε με τη ζωή μιας μπαλαρίνας όταν το μουσικό κουτί κλείνει. 

Βρέθηκε αντιμέτωπη με το «τέρας» της νευρικής ανορεξίας, την κατάθλιψη και το άγχος. Έχασε τον εαυτό της, νοσηλεύτηκε, προσπάθησε να βάλει τέλος στη ζωή της αλλά μια φωνή στο κεφάλι της πάτησε φρένο σε αυτή την κατηφόρα. Διανύει το 26ο έτος της ζωής της, αγωνίζεται στην Τότεναμ και έχει μια θέση στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της Αγγλίας. Βρίσκεται, ίσως, στην καλύτερη φαση της ζωής της. 

Μπήκε σε σωστή ρότα και είναι ευγνώμων για τους ανθρώπους που έχει κοντά της. Όχι μόνο γιατί την αγαπούν αλλά, κυρίως, γιατί δεν την εγκατέλειψαν στις πιο δύσκολες στιγμές της. Γνωρίζει ότι θα μπορούσαν να μην της ξαναμιλήσουν ποτέ μετά τις «επιθέσεις» και το άσχημο λεξιλόγιο που χρησιμοποίησε για εκείνους. Όμως, στάθηκαν βράχοι δίπλα της, φώναξαν ένα «σύνελθε», την παρέπεμψαν σε έναν ειδικό για περισσότερη βοήθεια και έγιναν οι «πατερίτσες» της μέχρι να κατορθώσει να σταθεί ξανά στα πόδια της.

Ο διακόπτης γύρισε πριν την Ολλανδία

Η στρογγυλή θεά τη μάγεψε από τα πρώτα της βήματα. Η εξέλιξη της ήταν ραγδαία και μόλις στα 13 της χρόνια κλήθηκε για πρώτη φορά στην Εθνική Αγγλίας Κ15 για την αναμέτρηση με την Ολλανδία. Ένα κορίτσι από το Ρόμφορντ του ανατολικού Λονδίνου φορούσε τη φανέλα με το εθνόσημο στα αριστερά. Η στιγμή έμοιαζε με όνειρο και η συγκίνηση ήταν έκδηλη στα πρόσωπα των γονιών και των παππούδων της, οι οποίοι δεν την άφησαν μόνη της. Ταξίδεψαν και εκείνοι μαζί με τον αδερφό της στην Ολλανδία για να δουν από κοντά τη μικρή Μόλι να αγωνίζεται με τα χρώματα των «λιονταριών».

Όλα κυλούσαν ομαλά, μια μέρα πριν από το παιχνίδι. Η ομάδα έκανε μια χαλαρή προπόνηση και η μοίρα έπαιξε στη 13χρονη ένα άσχημο παιχνίδι. Έτρεχε και τέντωσε το πόδι της λίγο περισσότερο και οι οπίσθιοι μηριαίοι έσφιξαν. Δεν ήξερε τι είχε πάθει. Αδυνατούσε να πιστέψει όταν τραυματίστηκε και δεν θα μπορέσει να αγωνισθεί. Οι γιατροί έτρεξαν πάνω της και μετά από εξετάσεις, τέθηκε νοκ άουτ.

Είχε φτάσει τόσο κοντά στην πηγή αλλά δεν κατάφερε να πιει νερό. Της απαγόρευσα να μπει στα αποδυτήρια και την έστειλαν στην κερκίδα να καθίσει στο πλάι ενός σκάουτερ ενώ οι γονείς της ήταν τέσσερις πέντε σειρές πιο πάνω. Η απογοήτευση της ήταν φανερή και πίστευε ότι το όνειρο είχε γκρεμιστεί. «Με σκότωνε που δεν μπορούσα να είμαι με τα κορίτσια. Έβλεπα κάθε ένα από αυτά να κάνει αυτό που ήθελα να κάνω. Ζήλεψα. Αυτός ήταν κυριολεκτικά ο πρώτος μου ανταγωνιστικός αγώνας εναντίον άλλης χώρας. Προσπάθησα να είμαι χαρούμενη για την οικογένειά μου. Αλλά μέσα μου είχα πέσει ψυχολογικά».

Η αδυναμία της να βρεθεί στην αρχική ενδεκάδα εξαιτίας ενός τραυματισμού που ήρθε ξαφνικά την «σκότωνε» κάθε μέρα. Προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της ότι ήταν απλά μια άτυχη στιγμή και ότι θα είχε ξανά την ευκαιρία αλλά τα φτερά της κόπηκαν όταν είδε τις επόμενες κλήσεις. Η Αγγλία θα αντιμετώπιζε την Ιρλανδία και η Μόλι έλειπε από τις επιλογές του ομοσπονδιακού τεχνικού. Τότε, τα πάντα μαύρισαν. Είχε μια ευκαιρία να παίξει στο διεθνές ποδόσφαιρο και την έχασε για ένα σφίξιμο. Πόσο είχε απογοητεύσει τους δικούς τους σκεφτόταν.


Τι εννοείς νευρική ανορεξία;

Υπεύθυνος για την ατυχία αυτή ήταν μόνο ένας, ο εαυτός της. Έτσι, πίστευε και θέλησε να τον τιμωρήσει. Αυτό ήταν το σωστό έλεγε. Έκανε λάθος και έπρεπε να το πληρώσει. Άρχισε να παραλείπει γεύματα σιγά σιγά. Έτρωγε το πρωινό της γιατί δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά αφού όλη η οικογένεια μαζευόταν στο τραπέζι αλλά το μεσημεριανό της το πετούσε στον κάδο του σχολείου. Σιγά σιγά άρχισε να μην τρώει και το πρωινό της γιατί ξυπνούσε πιο αργά και έλεγε ότι δεν ήθελε να αργήσει στο σχολείο. Το βράδυ ζητούσε κάτι ελαφρύ για να μην έχει προβλήματα στον ύπνο. Με αυτή τη δικαιολογία έπειθε τους γονείς της, οι οποίοι κάθε άλλο παρά χαζοί ήταν. Έβλεπαν ότι το παιδί τους χάνει βάρος και ότι η συμπεριφορά του άλλαζε συνεχώς.

Μέσα σε ένα μήνα από ένα υγιές, χαρούμενο νεαρό κορίτσι που ζούσε το όνειρο της, η Μόλι έγινε ένα παιδί στα όρια της κατάθλιψης και γεμάτο προβλήματα και δάκρυα. Χτυπούσε τις πόρτες, κλειδωνόταν στο δωμάτιο της, έμενε στο σκοτάδι και έκλαιγε συνεχώς. Έβλεπε τον εαυτό της στον καθρέφτη και όπως έχει παραδεχθεί και η ίδια τον μισούσε, ήθελε να του κάνει κακό. Φερόταν άσχημα και στους γονείς της. Ειδικά στη μαμά της μίλησε άσχημα μια μέρα, την έσπρωξε και την έδιωξε από το δωμάτιο της και παρακάλεσε το Θεό να ήταν νεκρή. Έτσι, πίστευε θα ήταν ήσυχη και δεν θα είχε κανέναν να τη βασανίζει. 


Το πεταμένο φαγητό και η Άννα που κατέστρεφε τη ζωή της

Μια μέρα, όμως, ένας από τους συμμαθητές της, την είδε να πετά το φαγητό της στα σκουπίδια. Το ανέφερε αμέσως στη δασκάλα και εκείνη κάλεσε τη μητέρα της στο σχολείο. «Τη συγκεκριμένη μέρα, έκανα αυτό που έκανα για αρκετό καιρό τώρα. Καθόμουν με τους φίλους μου. Και προς το τέλος του μεσημεριανού γεύματος, σηκώθηκα από το τραπέζι με το φαγητό μου και περπάτησα στην καφετέρια και απλά το πέταξα. Θυμάμαι τη μέρα σα να ήταν χθες. Θυμάμαι ότι πέταξα το μεσημεριανό μου και ένας από τους φίλους μου με είδε να το κάνω. Ανάθεμα, με έπιασε. Όταν πέρασα την εξώπορτα μετά το σχολείο, η μαμά μου με περίμενε». 

Την έσυρε από τα μαλλιά σε μια γιατρό, η οποία την εξέτασε, μέτρησε το βάρος της και της ανακοίνωσε ότι έχει νευρική ανορεξία και ότι ήταν απαραίτητο να μπει σε ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα διατροφής για να καταφέρει να αντιστρέψει την κατάσταση. Επιπλέον, της πρότεινε να απευθυνθεί σε ένα σύμβουλο ψυχικής υγείας για να τη βοηθήσει. Τότε, η Μόλι τρόμαξε πραγματικά. Τα ανέφερε όλα αυτά στην ψυχολόγο, που πήγε αργότερα, και μίλησε για πρώτη φορά για τις σκέψεις που βασάνιζαν το μυαλό της. Εκείνη της πρότεινε να γράψει ένα γράμμα στις σκέψεις της θεωρώντας ότι μιλούσε σε μια φίλη της, την Άννα. Η Μόλι το βράδυ της ίδιας μέρας κάθισε και έγραψε στη νέα αυτή φιλενάδα και, όπως περιγράφει σε μια συνέντευξη της, τη ρώτησε: «Αγαπητή Άννα γιατί μου καταστρέφεις τη ζωή; Συνεχίζεις να μου μιλάς, συνεχίζεις να μου λες πράγματα αλλά ξέρω βαθιά μέσα μου ότι δεν πρέπει να ακούω…. Γιατί;».

Τα ψέματα στη Ναντ, ο μικρός Τζο και η άρνηση

Οι γονείς της δούλευαν και αποφάσισαν να προσλάβουν μια οικιακή βοηθό για να τη φροντίζει και να της δίνει τα γεύματα της. Η Ναντ ήταν μια καλή κυρία που αγάπησε τη μικρή Μόλι και χαιρόταν όταν έβλεπε να της επιστρέφει άδειο το δίσκο. Εκείνη, όμως, δεν έτρωγε. Πετούσε το φαγητό της από το παράθυρο στον κήπο. Η μαμά της το κατάλαβε και την έβαλε να τρώει μαζί με τον αδερφό της, τον Τζο. Τότε, η Μόλι απλά του έδινε και το δικό της πιάτο. Αυτό γινόταν καθημερινά και ο μικρός είχε αρχίσει να παίρνει βάρος και η εκείνη να συνέχιζε να χάνει.

Η μαμά της, φυσικά, και το αντιλήφθηκε και πήγαν μαζί για λίγες ημέρες σε ένα άλλο σπίτι που είχαν στην ανατολική ακτή της Αγγλίας. Της είπε ότι καταλαβαίνει τη συμπεριφορά της και ότι θα τρώει όσο και εκείνη καθημερινά για να της συμπαρασταθεί. Η Μόλι ήταν αρκετά τσαντισμένη με τη μητέρα της και αναρωτιόταν γιατί να το κάνει αυτό στον εαυτό της. Η κατάσταση δεν άλλαξε, όμως. Συνέχισε να παραλείπει γεύματα.

Συνειδητοποίησε ότι κάτι δεν πάει καλά, όταν οι γονείς της τράβηξαν μια φωτογραφία. Όταν παρατήρησε τον εαυτό της, έμοιαζε με σκιάχτρο και δεν είχε καμία σχέση με το κορίτσι που εκείνη έβλεπε καθημερινά στον καθρέφτη της. Δεν ήταν χοντρή αληθινά, δεν είχε το φυσιολογικό χρώμα, έμοιαζε να είναι βαριά άρρωστη. Τότε, κατάλαβε ότι δεν καταστρέφει μόνο το μυαλό της αλλά και το σώμα της. Δεν θα μπορούσε να κάνει πράξη τα όνειρα της. Ήδη, είχε απομακρυνθεί από το ποδόσφαιρο και τώρα έχανε και τον εαυτό της.

Η νοσηλεία και το πρώτο συμβόλαιο

Όσο περνούσε ο καιρός, η Μόλι έχανε βάρος και υπήρχε σοβαρό πρόβλημα με την ηπατική της λειτουργία. Ο οργανισμός της έμοιαζε να καταρρέει. Ο γιατρός συνέστησε να μπει στο νοσοκομείο. Οι γονείς της χωρίς δεύτερη σκέψη, την οδήγησαν εκεί και οι νοσηλευτές άρχισαν να της βάζουν κάποια σωληνάκια για να τρέφεται. «Φοβήθηκα τόσο πολύ όταν ήμουν στο κρεβάτι. Μου έκανε αίσθηση. Εκείνη τη στιγμή, ένιωσα πραγματικά άρρωστη. Και θυμάμαι τους γονείς μου να βγαίνουν από το δωμάτιο, κάτι που επίσης με φρίκαρε, γιατί τότε ήμουν πραγματικά μόνη».

Η νοσηλεία την τρόμαξε αρκετά και της έδωσε ένα γερό μάθημα. Συνειδητοποίησε ότι κατέστρεφε τον εαυτό της και έπρεπε να παλέψει για τη σωτηρία της. Μετά από επτά μήνες, κάθισε στο τραπέζι και προσπάθησε να φάει το φαγητό που υπήρχε στο πιάτο της. Σιγά σιγά κατάφερνε να τρώει μεγαλύτερες ποσότητες και πέντε χρόνια αργότερα, όντας πλέον στα 19 της χρόνια, έγινε καλύτερα. Πήρε το απαιτούμενο βάρος και μπορούσε να ζει σαν κανονικός άνθρωπος.

Επέστρεψε στις προπονήσεις και στους αγώνες και υπέγραψε και το πρώτο της επαγγελματικό συμβόλαιο. Τι άλλο θα μπορούσε να ζητήσει; Βρήκε ξανά τις παλιές της συμπαίκτριες και κατάφερε να φάει ξανά την πίτσα εκείνη με το μπέικον, που τόσο τρελαινόταν, αλλά δεν έτρωγε γιατί είχε πολλά λιπαρά.

«Άρχισα να βλάπτω τον εαυτό μου ξανά»

Έμοιαζε η ζωή της να έχει μπει στο σωστό δρόμο. Όμως, η συνέχεια την κάλεσε να δώσει και μια άλλη μεγάλη μάχη. Ζούσε μακριά από την οικογένεια της, μαζί με τις συμπαίκτριες της. Μια μέρα απλά δεν ήθελε να σηκωθεί από το κρεβάτι της. Ένιωθε αδύναμη και δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της. Η μια μέρα έγινε εβδομάδα και η μαμά της την κάλεσε σπίτι. Η Μόλι πήγε στο γιατρό και εκείνος αφού την εξέτασε, άρχισε να της κάνει ερωτήσεις.

«Με ρώτησε αν ήμουν καλά και της είπα ότι δεν ένιωθα καλά. Μου έδωσε λοιπόν αυτά τα ερωτηματολόγια να συμπληρώσω. Στα ερωτηματολόγια υπήρχαν ερωτήσεις όπως: «Δεν θέλεις να φύγεις από το δωμάτιό σου; Θέλεις να κάνεις κακό στον εαυτό σου; Σκέφτεσαι ότι δεν θέλεις να ζήσεις;» Και σημείωνα κάθε κουτάκι γιατί ένιωθα έτσι, αλλά στην πραγματικότητα δεν ήξερα ότι ένιωθα έτσι μέχρι που το διάβασα. Διαγνώστηκα με σοβαρή κατάθλιψη και άγχος».

Όταν η ομάδα έμαθε τα αποτελέσματα, διέκοψε τη συνεργασία τους και την προέτρεψε να φροντίσει τον εαυτό της και να επανέλθει δυνατότερη. Κάτι που την πλήγωσε και διέλυσε ακόμη περισσότερο την ψυχολογία της. Κλείστηκε στο δωμάτιο της και άρχισε να βλέπει το Grey´s Anatomy. Ταυτιζόταν τόσο πολύ με τη Μέρεντιθ. Παράλληλα, το μυαλό της έπαιρνε χίλιες στροφές αλλά αδυνατούσε να καταλάβει γιατί έφτασε πάλι στον πάτο. Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα όταν άρχισε τα αντικαταθλιπτικά. Δεν έβλεπε το λόγο να συνεχίσει να ζει.

«Έτρωγα, άρα δεν είχε σχέση με το φαγητό. Άρχισα πάλι να βλάπτω τον εαυτό μου και σκέφτηκα να πεθάνω. Δεν ήξερα πια ποιο ήταν το νόημα της ζωής. Θα έβλεπα ποδόσφαιρο στην τηλεόραση. Έβλεπα την ομάδα μου σε κάθε κανάλι αλλά δεν ήθελα να πάω να παίξω. Και επειδή προφανώς είχα αντιμετωπίσει την ανορεξία στο παρελθόν αναρωτιόμουν γιατί ο Θεός μου έδωσε και αυτό; Μου έδωσαν αντικαταθλιπτικά, τα οποία έκαναν τα πάντα πολύ χειρότερα στην αρχή. Με έκαναν να συνειδητοποιήσω ότι δεν ήθελα να ζήσω. Δεν υπήρχε νόημα. Περνούσα τόσους πόνους εκείνη τη στιγμή που δεν μου άξιζε πια τον κόπο». 

Tο πατημένο γκάζι και το δώρο της ζωής

Ένιωθε μόνη και πίστευε ότι κανένας δε νοιαζόταν για εκείνη. Αναζητούσε ενδιαφέρον και αγάπη από τις συμπαίκτριες της αλλά εκείνες δεν απαντούσαν στα μηνύματα. Μίλησε με τον προπονητή της και του ζήτησε να παρακολουθήσει ένα παιχνίδι. Εκείνος μετά από αρκετή σκέψη, δέχθηκε. Όταν πήγε στο γήπεδο, έμοιαζε όλα καινούργια. Ρώτησε τις φίλες και συμπαίκτριες της γιατί δεν επικοινωνούσαν μαζί της και έμαθε ότι τους το είχαν απαγορεύσει γιατί έπρεπε να βρει τον εαυτό της.

Επέστρεψε στο σπίτι και άρχισε να σκέφτεται. Το επόμενο πρωί μπήκε στο αυτοκίνητο και αφού έστειλε σε όλους τους φίλους και τις φίλες της ότι θα πεθάνει, άρχισε να τρέχει. Πατούσε το γκάζι και το μόνο που ήθελε ήταν να βάλει τέλος στη ζωή της. Μια φωνή μέσα στο κεφάλι της, της έλεγε να γυρίσει στο σπίτι. Ευτυχώς, την άκουσε. Κλείνοντας την πόρτα της οικίας της, το κινητό της άρχισε να χτυπά. Όλοι είχαν τρομοκρατηθεί!

Κάπως έτσι, κατάλαβε ότι δεν ήταν μόνη. Η οικογένεια, οι συμπαίκτριες της, οι φίλοι της βρέθηκαν δίπλα της. Πάντα εκεί ήταν, απλά εκείνη έμοιαζε τόσο μπερδεμένη που αδυνατούσε να το δει. Πάλεψε πολύ για να καταφέρει να σταθεί ξανά στα πόδια της. Τα κατάφερε, όμως και κυνηγά τα όνειρα της ξανά με μεγαλύτερη αγάπη για τον εαυτό της. Ακόμη, υπάρχουν στιγμές που έχει σκαμπανεβάσματα αλλά πλέον, τα αντιμετωπίζει καλύτερα.

Η πρόταση της Τότεναμ λειτούργησε ευεργετικά για την ίδια. Ο αγγλικός σύλλογος της έδωσε την οικογένεια που αναζητούσε και εκείνη βρήκε ξανά το πάθος και την όρεξη να κλωτσά τη στρογγυλή θεά. Η Μόλι προσπαθεί καθημερινά να αυξήσει την ευαισθητοποίηση για τη σημασία της ψυχικής υγείας των αθλητών και μάλιστα, έχει πάρει το βραβείο PFA Community Champion για τους αγώνες της εκτός γηπέδων. 

Πιστεύει ότι κάθε αθλητής οφείλει να μιλά για τις δύσκολες περιόδους του ταξιδιού του και να μην ντρέπεται να παραδεχθεί ότι κλήθηκε να αντιμετωπίσει κάποια ψυχική ασθένεια. Αυτό είναι, εξάλλου, και το παράσημο του και η επιβεβαίωση ότι η ζωή είναι ένα δώρο. Απλά κάποιες φορές, χρειαζόμαστε περισσότερο την προσοχή και την αγάπη των άλλων, όπως τονίζει.

Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news.

Κάντε like στη σελίδα μας στο Facebook
Προτείνουμε
This page might use cookies if your analytics vendor requires them.