Λόβρεν: Οι σειρήνες του πολέμου, η όαση στη Γερμανία και ένα ζευγάρι παγοπέδιλα

Παναγιώτα Χαλκιά12 Σεπτεμβρίου 2024

Βλέποντας τον στα ευρωπαϊκά γήπεδα άλλοτε θαυμάζεις τις επεμβάσεις του και άλλοτε αναρωτιέσαι τι σκεφτόταν με την επιλογή που έκανε. Πίσω από τον ποδοσφαιριστή, Ντέγιαν Λόβρεν, όμως, κρύβεται ένας άνθρωπος που βίωσε τα δεινά του πολέμου και τις παράπλευρες απώλειες του και η μόνη του ευχή είναι τα παιδιά του ποτέ να μη βρεθούν σε παρόμοια κατάσταση. 

Όντας παίκτης της Λίβερπουλ, άνοιξε ένα κεφάλαιο που τον πονά, κοίταξε κατάματα μια πληγή που θα παραμείνει για πάντα ανοιχτή καθώς τα όσα βίωσε σημάδεψαν την παιδική του ηλικία και καθόρισαν τη ζωή του ως ενήλικα. Όλα κυλούσαν ομαλά, η οικογένεια του δεν είχε ποτέ οικονομικά προβλήματα, οι σχέσεις με τους γείτονες είτε ήταν μουσουλμάνοι είτε Σέρβοι ήταν άριστες και φρόντιζαν καθημερινά να απολαμβάνουν την κάθε στιγμή και να γεμίζουν με γέλια και ευχάριστες αναμνήσεις τη ζωή τους.

«Οι σειρήνες ήχησαν - Φοβήθηκα τόσο πολύ γιατί σκεφτόμουν ότι είναι βόμβες»

Όμως, ξαφνικά ο πόλεμος τους χτύπησε την πόρτα και όλα άλλαξαν. Μέσα σε λίγα λεπτά κλήθηκαν να πολεμήσουν για την επιβίωση τους και να αλλάξουν χώρα για να γλιτώσουν τη ζωή τους. Όντας μόλις τριών ετών αναγκάστηκε μαζί με την οικογένεια του να εγκαταλείψει το σπίτι που γεννήθηκε στην Κράλιεβα Σουτζέκα, ένα χωριό κοντά στη Ζένιτσα, για να αποφύγει τα όσα φρικτά γινόταν στον πόλεμο της Βοσνίας.

«Η Ζένιτσα είχε δεχθεί επίθεση επειδή ήταν μια μεγαλύτερη πόλη, αλλά τα πιο φρικτά πράγματα γινόταν στα μικρά χωριά. Εκεί άνθρωποι έχαναν τη ζωή τους βάναυσα. Ο αδερφός του θείου μου σκοτώθηκε μπροστά σε άλλους ανθρώπους με μαχαίρι. Ποτέ δεν μιλάω για τον θείο μου γιατί είναι πολύ δύσκολο να μιλήσω, αλλά έχασε τον αδερφό του, ένα από τα μέλη της οικογένειάς μου. Δύσκολο... 

Απλά θυμάμαι ότι οι σειρήνες ήχησαν. Φοβήθηκα τόσο πολύ γιατί σκεφτόμουν ότι είναι βόμβες. Θυμάμαι ότι με πήρε η μαμά μου και πήγαμε στο υπόγειο, δεν ξέρω πόσο καιρό καθόμασταν εκεί, νομίζω ότι ήταν μέχρι να σβήσουν οι σειρήνες. Μετά, θυμάμαι τη μαμά, τον θείο μου, τη γυναίκα του θείου μου, πήραμε το αυτοκίνητο και μετά οδηγούσαμε στη Γερμανία. Αφήσαμε τα πάντα – το σπίτι, το μαγαζάκι με το φαγητό που είχαν, το άφησαν. Πήραν μια τσάντα και φύγαμε για Γερμανία.

Η οικογένειά μου μού είπε ότι το ταξίδι των 500 μιλίων στο Μόναχο διήρκεσε 17 ώρες, κυρίως λόγω όλων των στάσεων ασφαλείας. Είχαμε τύχη. Εγώ και η οικογένειά μου, είχαμε τύχη. Ο παππούς μας δούλευε στη Γερμανία και γι' αυτό είχε τα χαρτιά. Αν όχι, δεν ξέρω τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει. Ίσως μπορούσα να δω τους γονείς μου και εμένα κάτω από το έδαφος. Δεν ξέρω τι θα μπορούσε να είχε συμβεί. Ένας από τους καλύτερους φίλους μου στο γυμνάσιο, έμαθε ότι ο μπαμπάς του που ήταν στρατιώτης, είχε πεθάνει. Απλά αναρωτιόμουν γιατί και παράλληλα, σκεφτόμουν ότι θα μπορούσε να είναι ο δικός μου μπαμπάς».

Η αχτίδα ζωής του Μονάχου και το «ώρα να επιστρέψετε»

Φτάνοντας στη Γερμανία πίστεψαν ότι είχα βρει ένα τόπο να είναι ασφαλείς και επιχείρησαν να δημιουργήσουν τα πάντα από το μηδέν. Άρχισαν τη ζωή τους χωρίς πολλά εφόδια και προσπάθησαν να ευτυχήσουν έχοντας τις φρικτές αναμνήσεις του πολέμου στο μυαλό τους. Ήξεραν ότι πολλοί συγγενείς και φίλοι τους χάθηκαν άδικα και αναίτια και δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι να το αλλάξουν. Ένιωθαν ευλογημένοι που κατάφεραν να επιβιώσουν αλλά ένα μεγάλο γιατί τριγύριζε στο μυαλό τους.

Τα εμπόδια δεν σταμάτησαν εκεί καθώς επτά χρόνια μετά την άφιξη τους στη Γερμανία, η χώρα ζήτησε από την οικογένεια του να φύγει. «Η μαμά και ο μπαμπάς μου ζητούσαν άδεια να μείνουν περισσότερο αλλά κάθε έξι μήνες έπαιρναν αρνητική απάντηση. Οι αρχές είπαν: «Όταν τελειώσει ο πόλεμος θα μπορείτε να επιστρέψετε». Έτσι, για έξι μήνες η μαμά και ο μπαμπάς μου είχαν τις βαλίτσες τους έτοιμες για να επιστρέψουν. Ήταν αρκετά δύσκολο, ήξερες ότι δεν θα είχες ποτέ μέλλον στη Γερμανία».

Η ανασφάλεια άρχισε να τους χτυπά την πόρτα ξανά, το αίσθημα του φόβου και την άγνοιας του τι μπορεί να συμβεί στη ζωή τους γεννήθηκε ξανά μέσα τους. Ήξεραν ότι μια μέρα θα τους ζητήσουν να αφήσουν πίσω το νέο τους σπιτικό οριστικά και να ψάξουν αλλού την τύχη τους. Εκείνη η στιγμή δεν άργησε να έρθει: «Ήρθε εκείνη η μέρα και είπαν: «Έχετε δύο μήνες για να ετοιμάσετε τις βαλίτσες σας και να επιστρέψετε». Για μένα ήταν δύσκολο γιατί είχα όλους τους φίλους μου στη Γερμανία, η ζωή μου είχε ξεκινήσει εκεί. Είχα τα πάντα, ήμουν χαρούμενος, έπαιζα σε ένα μικρό κλαμπ, ο πατέρας μου ήταν ο προπονητής. Ήταν απλά όμορφο. Η μαμά μου είπε: «Η Γερμανία είναι το δεύτερο σπίτι μας και αυτό ήταν αλήθεια. Δεν ξέρω ποια χώρα θα μπορούσε να το είχε κάνει αυτό, εκείνη την εποχή, για να υποδεχτεί πρόσφυγες από τη Βοσνία». 

«Δεν είχαμε χρήματα - Ο πατέρας πούλησε τα παγοπέδιλα μου»

Τι μπορούσαν να κάνουν; Να πήγαιναν κόντρα στις εντολές; Μάζεψαν τα απαραίτητα, πήραν τις βαλίτσες τους και άρχισαν το νέο τους ταξίδι. Μετακόμισαν στην Κροατία, όπου στα σχολεία γινόταν διαλογή ανάμεσα στα παιδιά που είχαν γερμανική προφορά και σε εκείνα που δεν είχαν και οι γονείς του πάλευαν να φέρουν ένα πιάτο φαγητό στο τραπέζι. 

«Η μαμά μου δούλευε στο Walmart για 350 ευρώ το μήνα. Ο πατέρας μου έβαφε σπίτια. Είχαμε μια δύσκολη κατάσταση με τα χρήματα. Η μαμά μου είπε: «Δεν μπορούμε να πληρώσουμε τους λογαριασμούς για ηλεκτρικό ρεύμα, για τα πάντα, και για μια εβδομάδα δεν είχαμε χρήματα. Θυμάμαι ότι ο μπαμπάς μου πήρε τα παγοπέδιλα μου μια μέρα και όταν ρώτησα τη μαμά μου που είχαν πάει εκείνη μου είπε ότι εκείνος τα πούλησε. Έπρεπε να βρούμε χρήματα και τα παγοπέδιλα κάτι θα μας έδιναν».

Οι στιγμές ήταν δύσκολες και οι σχέσεις στην οικογένεια δοκιμάστηκαν. Αναγκάστηκε να χάσει τα αγαπημένα του παγοπέδιλα αλλά βαθιά μέσα του ήξερε ότι η κατάσταση αυτή κάποια μέρα θα άλλαζε. Κάπως θα γυρνούσε ο τροχός και όλα θα έμπαιναν σε σωστή ρότα. Είχε την υπομονή και την επιμονή να παλέψει για κάθε λεπτό και εν τέλει, να γίνει ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής και να μη νοιάζεται ποια για το πόσο κοστίζει το ένα και το άλλο.

«Δώστε τους μια ευκαιρία»

Πάντα, όμως, στο πίσω μέρος του μυαλού του βρίσκονται αυτές οι εικόνες, στιγμές που τον πληγώνουν και δεν θέλει να βλέπει ανθρώπους να βασανίζονται. Το έχει βιώσει και γνωρίζει καλά πως είναι και πως νιώθεις όταν αναγκάζεσαι να αφήσεις τη φωλιά σου για να βρεθείς σε ένα ξένο τρόπο για αυτό κάνει ό,τι περνά από το χέρι του να βοηθά τους πρόσφυγες.

«Όταν βλέπω τι συμβαίνει σήμερα, απλώς θυμάμαι τα δικά μου, την οικογένειά μου και πώς οι άνθρωποι δεν σε θέλουν στη χώρα τους. Καταλαβαίνω ότι οι άνθρωποι θέλουν να προστατευτούν αλλά οι άνθρωποι δεν έχουν σπίτια. Δεν φταίνε για αυτό απλά παλεύουν για τη ζωή τους μόνο και μόνο για να σώσουν τα παιδιά τους. Θέλουν ένα ασφαλές μέρος για τα παιδιά και το μέλλον τους. Τα πέρασα όλα αυτά και ξέρω τι περνάνε κάποιες οικογένειες. Δώσε τους μια ευκαιρία, δώσε τους μια ευκαιρία. Μπορείτε να δείτε ποιοι είναι οι καλοί άνθρωποι και ποιοι δεν είναι. Δώστε τους μια ευκαιρία».

Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news

Μπείτε στην παρέα μας στο instagram

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook

Εγγραφείτε στο κανάλι του metrosport.gr και του Metropolis 95.5 στο youtube

Προτείνουμε
This page might use cookies if your analytics vendor requires them.