Τα αντισώματα που αποκτούμε μετά από εμβολιασμό ή νόσηση από κορωνοϊό, αλλά και το κατά πόσο αυτά μάς προφυλάσσουν, είναι ένα ερώτημα που απασχολεί πολλούς πολίτες που θέλουν να διαπιστώσουν κατά πόσο είναι προστατευμένοι.
Για το θέμα
μίλησαν στην ΕΡΤ ο επίκουρος καθηγητής
κλινικής ιολογίας, Αλέξανδρος
Ζαφειρόπουλος, και η πρόεδρος της ΕΙΝΑΠ,
Ματίνα Παγώνη. Οι ειδικοί εξήγησαν ότι
για κάθε ανθρώπινο οργανισμό τα δεδομένα
είναι διαφορετικά. «Η φυσική διαδικασία
είναι να αρχίσουν να δημιουργούνται τα
αντισώματα για ένα καινούργιο παθογόνο»,
είπε ο κ. Ζαφειρόπουλος και πρόσθεσε
ότι «τα αντισώματα φτάνουν σε ένα μέγιστο
και μετά ο οργανισμός μας ρίχνει τα
αντισώματα γιατί δεν έχει νόημα να τα
κρατήσει ψηλά επ’ άπειρο. Είναι μια
φυσιολογική διεργασία».
«Ο ιός
μπαίνοντας μέσα μπορεί να φτιάξει πάνω
από 100 αντισώματα. Είναι μια πολυκλωνική
απάντηση. Εμείς, όταν μετράμε τα αντισώματα
σε ένα διαγνωστικό κέντρο, μετράμε 1 –
2 αντισώματα. Πρέπει να έχουμε κατά νου
ότι αυτό είναι μόνο ένα κομμάτι της
ιστορίας. Δεν σημαίνει ότι είμαστε
απροστάτευτοι. Υπάρχει, επίσης, και η
κυτταρική ανοσία που είναι πολύ σημαντικό
κομμάτι του αμυντικού μας συστήματος»,
ξεκαθάρισε ο καθηγητής, ο οποίος
τοποθετήθηκε και για το κατά πόσο έχει
νόημα να εμβολιάζονται όσοι νόσησαν.
«Είναι μια
πολύ σωστή απόφαση. Θέλουμε να ενισχύσουμε
την ανοσολογική απάντηση ώστε να
παραμείνει υψηλή, όσο γίνεται περισσότερο,
γιατί βοηθάει το άτομο να αποφύγει
σοβαρή νόσο», είπε. Χωρίς να αναφέρει
συγκεκριμένο αριθμό, ο ιολόγος επισήμανε
ότι ο οργανισμός μας, σε σχέση με το
επιθυμητό επίπεδο αντισωμάτων, «φτάνει
σε ένα μέγιστο αριθμό μερικούς μήνες
μετά τη νόσηση και μετά αρχίζει να
πέφτει».
Παγώνη: «Δεν
είναι απαραίτητα πολλά τεστ αντισωμάτων»
Η Ματίνα
Παγώνη, από την πλευρά της, επέκρινε την
τακτική κάποιων να υποβάλλονται συχνά
σε τεστ αντισωμάτων. «Δεν έχει νόημα να
πηγαίνουν κάθε τρεις και λίγο να μετράνε
αντισώματα. Ο κάθε οργανισμός είναι
ξεχωριστός. Εξαρτάται και τι υποκείμενο
νόσημα έχεις. Είναι η ιδιαιτερότητα του
κάθε οργανισμού», εξήγησε και αναφέρθηκε,
συγκεκριμένα στους καρκινοπαθείς.
«Οι ομάδες των καρκινοπαθών έχουν λιγότερα αντισώματα συγκριτικά με έναν άλλο οργανισμό. Αυτά είναι συγκριτικά στοιχεία και φαίνονται από τις μελέτες», είπε, καταλήγοντας ότι ο αριθμός τους εξαρτάται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καθενός.