Ο Γιώργος Γιαννόπουλος σε μία συνέντευξή του μίλησε έξω από τα δόντια και σχολίασε τη σημερινή θεατρική πραγματικότητα. Στο περιοδικό «Λοιπόν» ο ηθοποιός απάντησε στο αν η αρχαία τραγωδία επιδέχεται εκμοντερνισμούς και σχολίασε τους λόγους για τους οποίους η Επίδαυρος, θεωρείται ένα από τα σπουδαίοτερα θέατρα παγκοσμίως.
«Η μυσταγωγία που την χαρακτηρίζει. Βέβαια την ίδια ατμόσφαιρα θα συναντήσεις και στα υπόλοιπα αρχαία θέατρα που έχουμε στον τόπο μας, τα οποία είναι μικρά κοσμήματα. Η μόνη διαφορά είναι ότι αυτά τα θέατρα δεν τα γνωρίζουν στο εξωτερικό και δεν θα μπορούσαν να τα γνωρίζουν. Κι εννοείται πως η δυναμική της Επιδαύρου είναι πολύ ξεχωριστή και λόγω του κόσμου. Σε αυτό το θέατρο παίζεις κι η χωρητικότητα είναι τέτοια που παίζεις μπροστά σε 12.000 – 13.000 κόσμου. Βέβαια, στην Επίδαυρο εκτός από πολύ μεγάλες παραγωγές, έχει πάει κι η… σάρα – μάρα κι έχουμε δει να παρουσιάζονται κι απίστευτες μπούρδες. Όχι, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς και να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Αλλά, όπως είπα και προηγουμένως, δεν κάνει ο χώρος τον καλλιτέχνη. Αυτό το πιστεύω ακράδαντα κι έτσι είναι».
Σε συνέχεια της συνέντευξής του ο ίδιος απάντησε στο αν είναι εφικτό να γίνονται εκμοντερνισμοί στην αρχαία τραγωδία. «Το μεγαλείο του αρχαίου κειμένου κρύβεται στην απλότητά του. Αν θες να λέγεσαι ηθοποιός, πρέπει να μπορείς να παίξεις ένα έργο ακριβώς όπως το γέννησε η μάνα του. Αυτά με τα κοστούμια και τα τσιγάρα είναι ανοησίες. Η μαγκιά είναι να μπορέσεις να εμβαθύνεις στο καθαρό κείμενο. Η μαγκιά βρίσκεται κρυμμένη στη λιτή έκφραση κι εκεί βλέπεις πως εμβαθύνει ο ποιητής το λόγο του. Όλα τα άλλα είναι κινήσεις εντυπωσιασμού, έλλειψη παιδείας κι αισθητικής. Το μεγαλείο της τέχνης βρίσκεται στη λιτότητα και στη δωρικότητα των πραγμάτων» τόνισε ο Γιώργος Γιαννόπουλος.
Στην ίδια συνέντευξη ο ηθοποιός μίλησε και για τη δημοφιλή σειρά των Άγριων Μελισσών που έκλεισε τον κύκλο της μετά από τρεις συνεχείς σεζόν. «Έγινε για παράδειγμα τεράστιος ντόρος με τις «Άγριες Μέλισσες», φυσικά κι ήταν μία υπέροχη δουλειά, φυσικά ήταν μια παραγωγή προσεγμένη από την πρώτη μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια αλλά εντάξει… Δεν έπαυε ουσιαστικά να είναι μία καθημερινή σαπουνόπερα. Αν το καλοσκεφτείς, θα δεις κι εσύ πως οι «Μέλισσες» επί της ουσίας ήταν μια σαπουνόπερα. Εντάξει δεν θα μπορούσε να είναι όπως ήταν η «Λάμψη» το 2000 γιατί τα χρόνια αλλάζουν, οι συνθήκες αλλάζουν, η αισθητική αλλάζει. Αλλά ήταν μια σαπουνόπερα με ιλουστρασιόν περιτύλιγμα».