O Mέσι στέλνει την μπάλα στα δίχτυα και πανηγυρίζει σαν τρελός. Ο Σκαλόνι βγάζει τον Ντι Μαρία και βάζει τον Ρομέρο, για να παίξει με τρία στόπερ και με... 5-3-1-1. Οκτώ πίσω, ένας ελάχιστα μέτρα από τους πίσω και μόνο ο Μέσι μπροστά. Και είμαστε στο 65'. Υστερα, αρχίζουν οι σκόπιμες καθυστερήσεις. Οι πασούλες μεταξύ των αμυντικών, η επιστροφή της μπάλας στον τερματοφύλακα και τα σχετικά. Ενας Αργεντινός, δεν θυμάμαι ποιος, αλλά δεν έχει και σημασία, βγαίνει με την μπάλα πλάγιο άουτ και την κλωτσάει για να τη στείλει... ακόμη πιο πλάγιο άουτ, λες και δεν υπάρχουν άλλες μπάλες για να συνεχιστεί γρήγορα το παιχνίδι. Ενα από τα θεωρητικά φαβορί για την κατάκτηση του Μουντιάλ, κλείνεται πίσω για να κρατήσει τη νίκη και προσπαθεί να επωφεληθεί μόνο με αντεπιθέσεις. Κι' όλα αυτά, μέχρι τη στιγμή, στο 87', που ο Φερναντές μ' εκείνο το απίθανο σουτ “γράφει” το 2-0, λυτρώνοντας την ομάδα και ένα ολόκληρο έθνος που παρακολουθεί το παιχνίδι με κομμένη την ανάσα.
Η συγκρατημένη έως φοβισμένη στο πρώτο ημίχρονο Αργεντινή, που δεν δημιούργησε ούτε υποψία φάσης και όλο το σκηνικό στο δεύτερο μας έδειξαν το τρομακτικό άγχος που είχαν όλοι οι παίκτες της. Τη φοβερή πίεση που αισθάνονταν μπροστά στο φάσμα ενός εξευτελιστικού αποκλεισμού. Ναι, ήξεραν ότι είχαν χάσει το πρώτο ματς επειδή έγιναν γκολ τα δύο μοναδικά σουτ του αντιπάλου, αλλά δεν μπορούσαν να γυρίσουν τον χρόνο πίσω για να ξαναπαίξουν με τη Σαουδική Αραβία. Το ζητούμενο ήταν να νικήσουν το Μεξικό, το είχαν κάνει πάρα πολλές φορές, σε αγώνες Μουντιάλ μαζί του είχαν μόνο νίκες, αλλά τώρα βαθιά μέσα τους είχε ριζώσει ο φόβος ενός δεύτερου πατατράκ.
Ηταν πολύ ενδιαφέρουσα αυτή η ιστορία, όπως ίσως θα είναι και το Αργεντινή-Πολωνία, για να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι οι ποδοσφαιριστές, ακόμη και οι κορυφαίοι, ακόμη και οι πολύ ποιοτικοί, ακόμη και οι πιο έμπειροι, είναι άνθρωποι με συναισθήματα, με αδυναμίες, με ανασφάλειες.
Ωστόσο, προσωπικά, δεν πείθομαι ότι αν απαλλαγεί από το στρες η Αργεντινή, παίρνοντας την πρόκριση για τη φάση των νοκ άουτ αγώνων, θα αλλάξει πρόσωπο και θα βελτιώσει την απόδοσή της. Γιατί δεν περνάω απαρατήρητο το γεγονός ότι μέχρι να βγάλει το φίδι από την τρύπα ο Μέσι, ήταν πάλι μια ομάδα που ήθελε αλλά δεν μπορούσε και δεν ήξερε πώς θα μπορέσει. Από το 46' έως το 64' ο μοναδικός τρόπος που έβρισκαν οι παίκτες της για να στείλουν την μπάλα κάπου κοντά στον Οτσόα ήταν οι σέντρες. Μέχρι να “μιλήσει” ο Μέσι, δεν είχαν δημιουργήσει καμία ευκαιρία. Ούτε καν τον Μέσι μπορούσαν να αξιοποιήσουν. Αλλαζαν ανούσια την μπάλα μεταξύ τους και δεν προσπάθησαν ποτέ να του τη δώσουν κάπου μέσα ή και έξω από τη μεγάλη περιοχή για να σουτάρει. Ούτε καν ένα φάουλ κέρδισαν, μήπως δώσει έτσι τη λύση. Ενα φάουλ σε επίκαιρο σημείο και εκείνο το κέρδισε, στο πρώτο ημίχρονο, ο ίδιος ο Μέσι. Την πρώτη φορά, λοιπόν, που κάποιος, ο Ντι Μαρία, έκανε το αυτονόητο δίνοντας την μπάλα στον Μέσι, εκείνος είχε τον τρόπο να στοπάρει, να τη στρώσει μπροστά του ιδανικά και να νικήσει τον Οτσόα σημαδεύοντας εκεί που τα δίχτυα στην εστία “πιάνουν” αράχνες.
Εν ολίγοις, ακόμη και μια απελευθερωμένη Αργεντινή, μια Αργεντινή χωρίς άγχος και με μεγάλη αυτοπεποίθηση, δεν βλέπω ότι έχει παίκτες ικανούς να το “σηκώσουν”. Για να είμαι πιο ακριβής, βλέπω ότι δεν μπορούν μεσοεπιθετικά. Γιατί, κακά τα ψέματα. Και στα δύο ματς, η αμυντική λειτουργία ήταν πολύ καλή. Οι Σαουδάραβες είχαν τύχη βουνό με δύο στα δύο σουτ και οι Μεξικάνοι απείλησαν μόνο... ελαφρώς και μόνο μια-δυο φορές. Από τη μέση και μπροστά, όμως, η Αργεντινή είναι αργή, φλύαρη, προβλέψιμη. Και, το κυριότερο, ο όλος μηχανισμός της ανάπτυξης του παιχνιδιού δεν βοηθάει τον Μέσι. Αν το λύσουν αυτό, ίσως...
ΥΓ. Η περίπτωση μου θυμίζει τις πρώτες εμφανίσεις του Γιάννη Αντετοκούνμπο με την Εθνική ομάδα που... δεν ήξεραν τι να τον κάνουν.