Μισό αιώνα στο ίδιο ασπρόμαυρο μετερίζι. Με τον ίδιο καημό, την ίδια έγνοια και την ίδια περηφάνια, για την ίδια ομάδα. Ανωπολίτες (αυτός Ακροπολίτης κι εγώ Κουλεκαφιώτης) συναντηθήκαμε συμπτωματικά και «δέσαμε» σαν δυο αγαπημένα αδέρφια.
Στην παρέα μας προστέθηκε λίγο αργότερα και άλλος ένας Ακροπολίτης (ο Θανάσης Κατσαρής) που έγραψε και εξακολουθεί να γράφει την δική του ξεχωριστή ιστορία στον ΑΣ ΠΑΟΚ. Διαφορετικοί χαρακτήρες και οι τρεις, με τον Τάκη να ξεχωρίζει με την φλογερή ιδιοσυγκρασία και το χειμαρρώδη παρορμητισμό του, που κάποιες φορές σε τρόμαζε, αλλά τις περισσότερες σε γοήτευε. Στην πορεία του χρόνου μέσα από τις ενθουσιώδεις εκρήξεις του, διαπίστωνες πολύ εύκολα μια ολοφάνερη αμεσότητα να την συνοδεύει μια ευθύτητα, που δύσκολα συναντούσες στον ταραγμένο δικό μας χώρο. Πολύ σύντομα όσοι είχαν την ευκαιρία να τον ζήσουν από κοντά και στα πολλά και στα δύσκολα και στα μεγάλα και στα μικρά, έβλεπαν καθαρά έναν αυθεντικό και μπεσαλή τύπο.
Παράτολμος, μέχρις ενός σημείου και
αυταρχικός, αλλά γενναιόδωρος και
γενναιόψυχος ο φίλος μου, ο αδελφός μου,
με τις εκρήξεις του και τις εκπλήξεις
του, προκαλούσε τις όποιες – αδιάφορες
για αυτόν βέβαια – εντυπώσεις, κερδίζοντας
τον τίτλο ενός λεβεντόπαιδου που
σιχαινόταν όσο τίποτε άλλο την υποκρισία.
Θα μου λείψουν η αγριοφωνάρα του, τα
ξεσπάσματα του και πάνω από όλα, όλα
αυτά τα μεγάλα που έζησα, παρακολουθώντας
από απόσταση αναπνοής και για πολλά
χρόνια, την μέχρι θυσίας προσφορά του
στον ΠΑΟΚ.
Δυστυχώς κάποιοι ανιστόρητοι και άσχετοι αποτολμούν να εκτιμήσουν ρεαλιστικά και αντικειμενικά παράγοντες και προσφορές, περιοριζόμενοι σε φαντασιοπληξίες και αναμασήματα, που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Πολλές φορές έχω καταλήξει κι έχω πει ότι στον ΠΑΟΚ υπάρχουν περιπτώσεις παραγόντων που δεν πρόσφεραν ούτε μία δραχμή και απέκτησαν εκατομμύρια, να απολαμβάνουν υψηλού επιπέδου υστεροφημίες και άλλοι που πρόσφεραν περιουσίες ολόκληρες με τις ενθουσιώδεις εκρήξεις τους, να μην μνημονεύονται, ούτε στο ελάχιστο. Ο Τάκης ήταν ψυχάρα, ήταν ένα λεβεντόπαιδο, ήταν ένας μεγάλος ΠΑΟΚτσής.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα βράδυ που μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι αναλάμβανε ένα πολύ μεγάλο ρίσκο, για να φέρει στον ΠΑΟΚ έναν παίκτη του ΝΒΑ (συγκεκριμένα τον Μιλς). Είχε μια βαλίτσα με κάποια εκατομμύρια τα οποία έπρεπε να κάνουν μια παρακινδυνευμένη διαδρομή. Την ανέλαβε την αποστολή και το κόστος της, χωρίς την παραμικρή αναβολή. Συμπαραστάτης μόνιμος του ΑΣ, με μεγάλη διαδρομή και μεγάλο κόστος στο μπάσκετ, έφορος ποδοσφαίρου δίπλα στον Γιάννη Δεδέογλου την εποχή Αλέφαντου.
Μαζί ζήσαμε και στήσαμε την ιστοριούλα που έλυσε το πρόβλημα το οποίο υπήρχε στην κατασκευή του γηπέδου μπάσκετ, με τα τέσσερα στρέμματα επιπλέον που ήταν απαραίτητα. Πείσαμε τον επίσης μεγάλο ΠΑΟΚτσή τον Θανάση Δεδέογλου, αδερφό του Γιάννη, να τα παραχωρήσει κι έτσι στήθηκε το «Παλατάκι». Θα μου μείνει αξέχαστο ένα γλέντι στο Κανκάν μετά από παιχνίδι του Ολυμπιακού με τον ΠΑΟΚ, όταν σηκώθηκε στην πίστα, αγκάλιασε τον μεγάλο Δημήτρη Μητροπάνο, φανατικό οπαδό των Πειραιωτών, αλλά και αυτοκόλλητο του και μαζί του τραγούδησαν ένα ζεϊμπέκικο, υποχρεώνοντας τον αείμνηστο Δημήτρη Παρίδη να σηκωθεί και να το εκτελέσει αριστουργηματικά. Ζήσαμε πολλά μαζί.
Ο χωρισμός είναι σκληρός,
πικρός και αδυσώπητος. Δυο πράγματα που
πέρασαν μέσα μου με αυτή την απώλεια θα
με συνοδεύουν στο υπόλοιπο της ζωής
μου. Το ένα αφορά ότι ζήσαμε μαζί με τον
Τάκη και το άλλο το χρέος μου να μην τον
ξεχάσω ποτέ. Τον αποχαιρετώ σαν αδελφό
αλλά και σαν αετό κι αυτό γιατί τον θεωρώ
σαν έναν από τους λίγους ΠΑΟΚτσήδες
παράγοντες που έχουν το δικαίωμα να
πετάνε πάνω από την Τούμπα. Καλό ταξίδι
αδελφέ, τα θερμά μου συλλυπητήρια στην
αγαπημένη σου σύζυγο Στέλλα, στην κορούλα
Χρίστα και στο γιο σου Βαγγέλη, που το
δικό του ραδιοφωνικό «κατευόδιο» ήταν
υπέροχο.
Φωτογραφίες αρχείου: Ο Τάκης Πανελούδης με τον Ίβκοβιτς, το Νίκο Βεζυρτζή και τον Θανάση Κατσαρή και στην Τούμπα με τον Γιώργο Παπαδόπουλο, παράγοντα του ΠΑΟΚτσήδικου μπάσκετ και τον πρόεδρο του ερασιτέχνη ΠΑΟΚ, Θανάση Κατσαρή.