Υπενθυμίζεται πως ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει μεταβεί από την Κυριακή στο Λονδίνο για μπαράζ συναντήσεων, με το θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα να είναι ψηλά στην ατζέντα. Μάλιστα στην εκπομπή του BBC “Sunday with Laura Kuenssberg” είχε επισημάνει πως «θεωρούμε ότι τα γλυπτά αυτά ανήκουν στην Ελλάδα και ότι ουσιαστικά εκλάπησαν, αρα αυτό δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα ζήτημα ιδιοκτησίας, το ζήτημα είναι η επανένωσή τους».
Είχε δε θέσει το ερώτημα «που μπορείτε να εκτιμήσετε καλύτερα αυτό που είναι ουσιαστικά ένα μνημείο; Είναι σαν να σας έλεγα να κόψετε τη Μόνα Λίζα στη μέση και θα έχετε τη μισή στο Λούβρο και τη μισή στο Βρετανικό Μουσείο. Πιστεύετε ότι οι τηλεθεατές σας θα εκτιμούσαν την ομορφιά του πίνακα με τέτοιο τρόπο;».
Πληροφορίες από την βρετανική πλευρά αναφέρουν πως ο Ρίσι Σούνακ ενοχλήθηκε από όσα είπε ο Έλληνας πρωθυπουργός στο BBC, τα οποία πάντως όπως σημειώνουν κυβερνητικες πηγές δεν ήταν διαφορετικά από όσα έχει πει μέχρι τώρα και αποτελούν πάγιες ελληνικές θεσεις. Άλλωστε το ζήτημα δεν αφορά τη βρετανική κυβέρνηση, αλλά το βρετανικό μουσείο με το οποίο όπως υπογραμμίζεται από την ελληνική πλευρά γίνονται συζητήσεις και θα συνεχίσουν να γίνονται.
Η εκτίμηση είναι πως στην πλευρά των Βρετανών Συντηρητικών η «Μόνα Λίζα» και η συνέντευξη στο ΒΒC αποτέλεσαν αφορμή προκειμένου να αναβληθεί η συνάντηση και να μην γίνει καμία συζήτηση για το θέμα. Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε από νωρίς χθες στη Ντάουνινγκ Στριτ είναι πως εκπρόσωπος του Ρίσι Σούνακ - σύμφωνα με βρετανικά μέσα ενημέρωσης - σε δηλώσεις του επεχείρησε να κλείσει τη συζήτηση για επιστροφή των Γλυπτών. Μάλιστα χθες το βράδυ ανώτερη πηγή των Συντηρικών μιλούσε για «Ελγίνεια μάρμαρα» - εννοώντας τα Γλυπτά του Παρθενώνα - τα οποίο όπως ισχυρίστηκε «αποτελούν μέρος της μόνιμης συλλογής του Βρετανικού Μουσείου και ανήκουν εδώ».
Να ληφθεί υπόψη μια ακόμα παράμετρος στην εξίσωση. Το κόμμα των Βρετανών Συντηρητικών - που είναι πίσω σε όλες τις δημοσκοπήσεις - δεν θέλει να ανοίξει μια τέτοια συζήτηση στο δρόμο προς τις εκλογές του 2024.
Να σημειωθεί εδώ πως χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης συναντήθηκε με τον επικεφαλής του Εργατικού Κόμματος Κιρ Στάρμερ - που προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις -και συζήτησαν μια ευρεία γκάμα θεμάτων. Βέβαια μένει να φανεί ποια στάση θα τηρήσουν - σε περίπτωση εκλογικής τους νίκης - οι Εργατικοί στο θέμα των Γλυπτών.
Πώς έγινε η ακύρωση της συνάντησης
Χθες το βράδυ και ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης συναντούσε τον αρχηγό των Εργατικών της Βρετανίας Κιθ Στάρμερ- σύμφωνα με πληροφορίες - ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα ενημέρωσε τη διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού Άννα-Μαρία-Ελένη Μπούρα ότι ο Ρίσι Σούνακ έλαβε την απόφαση να μην πραγματοποιηθεί η συνάντηση. Η βρετανική πλευρά επικαλέστηκε αλλαγή προγράμματος του κ. Σούνακ και πρότεινε να συναντηθεί ο κ. Μητσοτάκης με τον αναπληρωτή πρωθυπουργό της Βρετανίας Όλιβερ Ντάουντεν, πρόταση που απέρριψε η ελληνική πλευρά.
Μητσοτάκης: Όποιος πιστεύει στο δίκαιο των θέσεών του δεν φοβάται την αντιπαράθεση επιχειρημάτων
Μετά την ακύρωση της συνάντησης ο πρωθυπουργός σε δήλωση του εξέφρασε την ενόχληση του. Παράλληλα σημείωσε πως «Ελλάδα και Βρετανία ενώνονται από παραδοσιακούς δεσμούς φιλίας και το πλαίσιο των διμερών μας σχέσεων είναι εξαιρετικά ευρύ. Οι θέσεις της Ελλάδος για το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι γνωστές. Ήλπιζα να έχω την ευκαιρία να τις συζητήσω και με τον Βρετανό ομόλογό μου, μαζί με τις μεγάλες προκλήσεις της διεθνούς συγκυρίας: Γάζα, Ουκρανία, Κλιματική κρίση, μετανάστευση». Μάλιστα επεσήμανε χαρακτηριστικά πως «όποιος πιστεύει στην ορθότητα και το δίκαιο των θέσεών του δεν φοβάται ποτέ την αντιπαράθεση επιχειρημάτων».
Το κλίμα στη Βρετανία
Μετά τις αντιδράσεις που υπήρξαν - με το θέμα να παίρνει διαστάσεις και στα βρετανικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης- η Ντάουνινγκ Στριτ εξέδωσε μια λιτή ανακοίνωση. Ειδικότερα ανέφερε πως «η σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-Ελλάδας είναι εξαιρετικά σημαντική. Από τη συνεργασία μας στο ΝΑΤΟ και στην αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων όπως η παράνομη μετανάστευση, μέχρι τις κοινές προσπάθειες για την επίλυση της κρίσης στη Μέση Ανατολή και του πολέμου στην Ουκρανία».
Στην ίδια ανακοίνωση επισημαίνεται πως «ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης ήταν διαθέσιμος να συναντηθεί με τον Έλληνα πρωθυπουργό για να συζητήσουν αυτά τα σημαντικά θέματα» (σημείωση : πρόταση που όπως ήταν αναμενόμενο απέρριψε η ελληνική πλευρά).