«Πολυτέλεια» θεωρείται πλέον για σχεδόν έναν στους δύο καταναλωτές η αγορά έτοιμων γευμάτων, αλλά και ποτών, καθώς και προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως είναι τα βιολογικά τρόφιμα, καθώς η συνεχιζόμενη ακρίβεια τους οδηγεί στο να περικόψουν σημαντικά την κατανάλωση των παραπάνω κατηγοριών. Την ίδια ώρα, στρέφονται σε φθηνότερες επιλογές, όπως είναι η ιδιωτική ετικέτα, για σειρά βασικών προϊόντων όπως τα γαλακτοκομικά, ενώ υπάρχουν και κατηγορίες, όπως τα χαρτικά και τα απορρυπαντικά, τα οποία αγοράζουν μόνο σε προσφορά.
«Τα μοτίβα αυτά καταναλωτικής συμπεριφοράς θα παραμείνουν για πολλά χρόνια στην Ελλάδα. Διότι σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στις άλλες χώρες, της πληθωριστικής και πανδημικής κρίσης προηγήθηκε μια πολυετής οικονομική κρίση», εκτίμησε χθες από το βήμα του 15ου συνεδρίου του ECR Hellas (σύνδεσμος προμηθευτών και λιανεμπόρων) ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Μπάλτας, ο οποίος παρουσίασε τα αποτελέσματα της ευρείας έρευνας καταναλωτικής συμπεριφοράς. Από το βήμα άλλωστε του ίδιου συνεδρίου ο υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών και υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Θεόδωρος Πελαγίδης, εκτίμησε ότι θα αργήσει η αποκλιμάκωση των τιμών στα τρόφιμα.
Ποια είναι τα βασικά μοτίβα στην καταναλωτική συμπεριφορά των Ελλήνων σε ό,τι αφορά τις αγορές από το σούπερ μάρκετ; Οτι πλέον η τιμή και οι προσφορές και γενικότερα η συνολική σχέση ποιότητας – τιμής και η ποικιλία αποτελούν τα τρία κυρίαρχα κριτήρια για την αλυσίδα σούπερ μάρκετ που θα επιλέξουν οι καταναλωτές, με την ποιότητα να κατατάσσεται τέταρτη και με μεγάλη απόσταση από τα τρία πρώτα.
Ειδικότερα, το 48,3% των καταναλωτών δήλωσε ότι έχει μειώσει την κατανάλωση σε έτοιμα γεύματα, το 41,1% σε κρασιά, μπίρες, οινοπνευματώδη ποτά, το 36,7% σε φυτικά ροφήματα και το 36% σε φυτικά τρόφιμα (plant based), το 34,1% σε αλμυρά και γλυκά σνακ, το 33,5% σε βιολογικά προϊόντα. Φθηνότερες επιλογές κάνουν σε χαρτικά, είδη νοικοκυριού, συσκευασμένα τρόφιμα, γαλακτοκομικά (23,7%), ενώ το 58,3% δηλώνει ότι αγοράζει μόνο τα απορρυπαντικά και καθαριστικά που είναι σε προσφορά. Το ίδιο κάνει το 56,1% για τα είδη προσωπικής καθαριότητας και φροντίδας, για τα είδη νοικοκυριού (45,1%) και άλλα.
Στην ερώτηση «ποια είναι τα τρία πιο σημαντικά πράγματα που πρέπει να έχει ένα φυσικό κατάστημα για να σας κερδίσει ως πελάτη», το 66,6% των καταναλωτών έδωσε την απάντηση «ανταγωνιστικές τιμές», το 57,2% να έχει μεγάλη ποικιλία προϊόντων, το 54,6% να έχει ελκυστικές προσφορές. Στην τέταρτη θέση κατατάσσεται η υψηλή ποιότητα προϊόντων με το σχετικό ποσοστό να είναι 30,1%.
Ανάλογες είναι οι απαντήσεις που έδωσαν οι καταναλωτές και σε ό,τι αφορά την επιλογή προϊόντος. Συγκεκριμένα, στην ερώτηση «τι δίνει μεγαλύτερη αξία σε ένα καταναλωτικό προϊόν», το 52,9% απάντησε «η ελκυστική σχέση ποιότητας τιμής», το 21,3% «η προσιτή τιμή» και μόλις το 10,6% «να έχει υψηλή ποιότητα».
Σε μία κλίμακα από το 1 έως το 5 το κριτήριο τιμές για την επιλογή του φυσικού καταστήματος συγκέντρωσε την υψηλότερη βαθμολογία (4,48), ακολουθούν οι προσφορές (4,44), η ποιότητα (4,27), η ποικιλία (4,18), η πρόσβαση (4,01). Και μπορεί οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ να επενδύουν ολοένα και περισσότερο σε ψηφιακές ευκολίες, όμως στη σημερινή συγκυρία του υψηλού πληθωρισμού αυτές δεν αποτελούν πόλο έλξης για τους καταναλωτές. Μεταξύ των 13 κριτηρίων τα ψηφιακά βοηθήματα κατατάσσονται στην τελευταία θέση με βαθμολογία 3,09. Η επωνυμία του καταστήματος κατατάσσεται στην προτελευταία θέση με βαθμολογία 3,16, στοιχείο που καταδεικνύει ότι οι καταναλωτές μπροστά στο κυνήγι των χαμηλών τιμών και των προσφορών παύουν να είναι «πιστοί» σε μια συγκεκριμένα αλυσίδα σούπερ μάρκετ.
Οι τρεις βασικές αλλαγές που οι ίδιοι οι καταναλωτές δήλωσαν ότι έκαναν στην αγοραστική τους συμπεριφορά για να αντιμετωπίσουν τις ανατιμήσεις και την πληθωριστική κρίση είναι οι ακόλουθες: δίνουν μεγαλύτερη σημασία σε προσφορές και προωθητικές ενέργειες, ιεραρχούν πιο πολύ τις ανάγκες τους και δίνουν προτεραιότητα στις πιο σημαντικές αγορές και συγκρίνουν περισσότερο τις τιμές στο ράφι.
Ενδιαφέρον, τέλος, είναι το στοιχείο της έρευνας που δείχνει ότι το πολυσυζητημένο «καλάθι του νοικοκυριού», το οποίο θα πάψει να ισχύει από την 1η Ιουλίου 2023, επιλέγεται περισσότερο από τους καταναλωτές μεγαλύτερης ηλικίας, άνω των 50 ετών.
www.moneyreview.gr