Στις 25 χειρόγραφες σελίδες τις οποίες ο Aκης Τσοχατζόπουλος αποκαλεί την τελευταία του διαθήκη και τη μόνη που έχει ισχύ αποτυπώνονται οι de profundis σκέψεις του πρώην υπουργού λίγους μήνες πριν πεθάνει. Ενας απολογισμός ζωής, πολιτικής καριέρας, αλλά και προδοσίας, όπως τη χαρακτηρίζει, από ανθρώπους που, όπως ο ίδιος λέει, ευνοήθηκαν για να φτάσουν να του γυρνούν, στη δύση της ζωής του, την πλάτη.
«Γνωρίζω τα πάντα για όλες και για όλους. Είδα ανθρώπους να έχουν παράνομα πλουτίσει και να εμφανίζονται ως κήνσορες και να με κατηγορούν και να με σταυρώνουν. Είδα φίλους, αντιπάλους, συγγενείς και συντρόφους, συνεργάτες επιχειρηματίες να με χρησιμοποιούν, να με εκμεταλλεύονται, να με πετούν στον Καιάδα. Είδα λογαριασμούς του εξωτερικού να μην ανοίγουν και θυρίδες κλειστές ενώ δικαιούχοι και ιδιοκτήτες είναι γνωστοί. Γνωστό είναι και το περιεχόμενό τους... Αλήθεια, πού βρίσκονται τα εκατομμύρια που έψαχναν;» αναφέρει χαρακτηριστικά και συνεχίζει: «Ολα τα περιουσιακά στοιχεία είναι δεσμευμένα από το ελληνικό Δημόσιο και έχω μόνο χρέη».
Για πρώτη φορά, στην τρίτη και τελευταία διαθήκη, που παρουσιάζει το «ΘΕΜΑ», γράφει ονόματα πολιτικών αλλά και επιχειρηματιών, ενώ αναφέρει και την τελευταία του επιθυμία, να δημιουργηθεί Ιδρυμα Ακη Τσοχατζόπουλου με πρόεδρο τη σύζυγό του Βίκυ, αντιπρόεδρο τον ανήλικο γιο του και έδρα το ιστορικό νεοκλασικό της Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Εκεί όπου θα εκτίθεται το αρχείο του: επιστολές, αντικείμενα που περιήλθαν στην κατοχή του όλο το διάστημα που διετέλεσε βουλευτής και υπουργός.
Τέλος, αποκληρώνει τα δύο του παιδιά Αλέξανδρο και Αρετή από τον πρώτο του γάμο, όλους τους συγγενείς του και ό,τι υπάρχει τα αφήνει στον ανήλικο γιο και τη σύζυγό του.
«Η διαθήκη μου»
Δεκαπέντε μήνες πριν από τον θάνατό του ο Ακης Τσοχατζόπουλος ακυρώνει την ιδιόχειρη διαθήκη που είχε συντάξει στις 6 Ιουνίου του 2019 αλλά και τη δεύτερη που ουσιαστικά ήταν συμπληρωματική της πρώτης.
Ξεκινώντας τον απολογισμό της πολιτικής του διαδρομής και της ίδιας του της ζωής, ο πρώην υπουργός στις αραιογραμμένες σελίδες αναφέρει: «Στην Αθήνα, σήμερα 10.05.20. Ο υπογράφων την παρούσα διαθήκη Απόστολος-Αθανάσιος Τσοχατζόπουλος, πολιτικός μηχανικός - βουλευτής και υπουργός, γράφω την τελευταία και πιο σημαντική διαθήκη. Η τελευταία διαθήκη μου, ως τελευταία, υπερισχύει κάθε άλλης προγενέστερης στο βαθμό που ορίζει διαφορετικά πράγματα από κάθε προηγούμενη. Εχω πλήρη επίγνωση πλέον των όσων γράφω - αναφέρω - καταγγέλλω και έχουν λάβει χώρα - από όλους αυτούς που εμφανίζονται υπεράνω. Εχω βιώσει την αδικία, τον φθόνο, το μίσος, την ασπλαχνία και κακία των ανθρώπων.
Εχω βεβαιότητα για τους λόγους που βασανίστηκα, αιχμαλωτίστηκα και εγώ και η οικογένειά μου - χρησιμοποιηθήκαμε για να ξεπλυθούν οι αμαρτίες πολλών. Ζητώ συγγνώμη από την οικογένειά μου γιατί τους πίκρανα, τους αδίκησα, τους απογοήτευσα. Στόχευσαν και επεδίωξαν την εξόντωσή μας: συγγενείς, φίλοι, εκλεκτοί και αντίπαλοι. Εξόντωση φυσική, πολιτική, προσωπική, κοινωνική, οικογενειακή και οικονομική καταστροφή. Δέχθηκα απειλές όλα αυτά τα χρόνια για εμένα και τα μέλη της οικογένειάς μου για να κρατήσω το στόμα μου κλειστo».
Μέσα από τις 25 σελίδες που εύκολα κανείς αντιλαμβάνεται ότι γράφτηκαν από έναν άνθρωπο που γνωρίζει ότι πλησιάζει το τέλος, υπάρχουν τρία κεφάλαια. Το πρώτο είναι οι γενικές του σκέψεις, τα άλλα δύο οι τελευταίες του επιθυμίες. Σύμφωνα με αυτές:
«1) Αποκληρώνω και πάλι όλους μου τους συγγενείς και τα παιδιά μου από τον προηγούμενο γάμο. Μου φέρθηκαν ελεεινά, απέσπασαν θέσεις, περιουσία, επαφές, πολλά από εμένα με δόλιο τρόπο και με εγκατέλειψαν αβοήθητο. Δεν με σεβάστηκαν και λειτουργούσαν ως τύραννοι. Κυρίως η κόρη μου ενδιαφερόταν μόνο για αγαθά. Συμπεριφέρθηκαν με βαναυσότητα χαρακτήρος, ασπλαχνία που κληρονόμησαν από τη μητέρα τους. Μίσος για την επιλογή μου να παντρευτώ τη γυναίκα η οποία με στήριξε σε όλα ως το τέλος. Και κακία. Πλούτισαν χρησιμοποιώντας το όνομά μου σε Ελλάδα και εξωτερικό. Με έκλεψαν... Ολα όσα αναφέρω, για τα παιδιά μου Αλέξανδρο και Αρετή καθώς και για συγγενείς στις προηγούμενες διαθήκες, μηνυτήριες αναφορές, εξώδικα, ισχύουν στο ακέραιο και είναι λίγα σε σχέση με την πραγματικότητα και τα όσα υπέστην από αυτούς.
Δεν δικαιούνται από εμένα τίποτα και τους καλώ να επιστρέψουν όλα αυτά που κατέχουν νόμιμα και παράνομα (εξουσιοδοτήσεις, έγγραφα, αντικείμενα, έπιπλα, τιμαλφή, έργα τέχνης, ακίνητα) αποκτηθέντα με κόπους μου, στον γιο μου Ακη και τη γυναίκα μου, άλλως θα υποχρεωθούν δικαστικά.
2) Ολα τα περιουσιακά στοιχεία είναι δεσμευμένα από το ελληνικό Δημόσιο και έχω μόνο χρέη. Τα μόνα περιουσιακά στοιχεία τα οποία στερούνται οικονομικής αξίας και έχω είναι το αρχείο μου. Είναι παρακαταθήκη, η κληρονομιά μου, το έργο μου, ο αγώνας μου, η ιστορική και πολιτική διαδρομή μου. Ζητώ να δημιουργηθεί σχετικό ίδρυμα με την επωνυμία “Ιδρυμα Ακη Τσοχατζόπουλου”, το οποίο θα περιλαμβάνει το αρχείο αυτό, αποφάσεις, επιστολές, κειμήλια, αντικείμενα που είχα στην κατοχή μου και σχετίζονται με την πολιτική μου δράση, συλλογές προσωπικά αντικείμενα που είχα στην κατοχή μου. Ολα αυτά είναι κληρονομιά μου. Διορίζω στο Ιδρυμα αυτό πρόεδρο τη σύζυγό μου Βασιλική Τσοχατζοπούλου και αντιπρόεδρο τον γιο μου Απόστολο Τσοχατζόπουλο ο οποίος με την ενηλικίωσή του θα λάβει την προεδρία. Αμφότεροι δικαιούνται να ζητήσουν (απ’ όσους το κατέχουν νόμιμα ή παράνομα) να τους παραδοθεί ώστε να αξιοποιηθεί και να τελέσει υλικό του Ιδρύματος.
Να απαιτήσουν ακόμα και δικαστικά ό,τι υπάρχει στο πολιτικό μου γραφείο το οποίο βρίσκεται στην οδό Κομνά Τράκα 3 στην Κυψέλη, ό,τι υπεξαιρέθη από εγκατεστημένους πράκτορες παράνομα. Ζητώ η έδρα του Ιδρύματος να είναι στην οικία μου επί της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου 33, 2ος όροφος και εκεί να εκτεθεί η κληρονομιά μου.
3) Εγκαθιστώ μοναδικό κληρονόμο σε οποιοδήποτε τυχόν περιουσιακό μου στοιχείο, που είτε αποδεσμευθεί κάποια στιγμή, είτε ήθελε τυχόν ευρεθεί στο μέλλον τον ανήλικο γιο μου Απόστολο Τσοχατζόπουλο, στον οποίο καταλείπω και το σύνολο του ανωτέρω αρχείου.
Κλείνω τη διαθήκη μου αυτή με δύο κουβέντες για τους μόνους ανθρώπους που με αγάπησαν, μου πρόσφεραν χαρά, τη γυναίκα μου και τον γιο μου Ακη. Είναι η αιτία που ζω, είναι η αιτία που βρίσκομαι στη ζωή. Την πεθερά μου, τον πεθερό μου και τον κουνιάδο μου Παναγιώτη που ανέθρεψαν τον γιο μου, τα χρόνια που η μητέρα τους υπέφερε.
Ιδιαιτέρως τη γυναίκα μου, η οποία εκποιώντας προσωπικά της αντικείμενα με βοήθησε να επανέλθω στη ζωή, να ξαναδώ τον γιο μου. Οταν όλοι οι άλλοι με είχαν εγκαταλείψει και ανέμεναν να αφήσω την τελευταία μου πνοή στις φυλακές της χώρας. Με στήριξαν κόντρα σε όλους και σε όλα, ακόμα και σε βάρος της υγείας τους και της αξιοπρέπειάς τους. Τους οφείλω τα πάντα. Μόνο αυτοί οι δύο άνθρωποι υπέμειναν τα πάντα για χάρη μου. Τους αδίκησα, τους στέρησα πολλά, είχα μυστικά από εκείνους για το καλό τους, για την ασφάλειά τους, αλλά τους ευγνωμονώ. Τους ζητώ να υποστηρίζει ο ένας τον άλλον, να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μην αφήνουν κανέναν να τους φερθεί με τον τρόπο που μου φέρθηκαν εμένα. Εγώ δυστυχώς ανέχτηκα και επέτρεψα...
Να είναι υπερήφανοι για μένα, αυτοί ξέρουν πως φεύγω με το κεφάλι ψηλά και όταν η αλήθεια φωτιστεί, πολλοί θα τους πλησιάσουν, να είναι προσεκτικοί. Σας αγαπώ...
Και πάλι μην τολμήσουν να αμφισβητήσουν τα λεγόμενά μου αυτοί που πρέπει να φοβούνται για τις αποκαλύψεις. Οι αποδείξεις, πλέον, παραδίδονται σε δικηγόρο και έχει την εντολή να πράξει όλα τα απαραίτητα σε συνεργασία με τον γιο μου και τη γυναίκα μου.
Αγαπημένοι μου Ακη και Βίκυ. Μη με θρηνείτε. Μη μιλάτε για την αναχώρησή μου με στεναγμό και πόνο στην καρδιά σας. Μη ντυθείτε με μαύρα ρούχα. Κλείστε τα μάτια σας και θα με βλέπετε μαζί σας για πάντα. Αφήστε με στον Θεό. Επιστρέψτε στη γαλήνη του σπιτιού μας και εκεί θα βρείτε αυτό που ο θάνατος δεν μπορεί να αφαιρέσει από εσάς και από εμένα. Ζητώ να με συγχωρέσετε...».
Το σπίτι του Ακη Τσοχατζόπουλου στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, το οποίο ζητά στη διαθήκη του να γίνει έδρα του Ιδρύματος Τσοχατζόπουλου
Οι θυρίδες, οι λογαριασμοί και οι φίλοι
Στο επόμενο κεφάλαιο ο Ακης Τσοχατζόπουλος αναφέρεται στους φίλους που τελικά έγιναν αντίπαλοι και εχθροί.
«Γνωρίζω τα πάντα για όλες και για όλους. Είδα ανθρώπους να έχουν παράνομα πλουτίσει και να εμφανίζονται ως κήνσορες και να με κατηγορούν και να με σταυρώνουν. Είδα φίλους, αντιπάλους, συγγενείς και συντρόφους, συνεργάτες επιχειρηματίες να με χρησιμοποιούν, να με εκμεταλλεύονται, να με πετούν στον Καιάδα. Είδα λογαριασμούς του εξωτερικού να μην ανοίγουν και θυρίδες κλειστές ενώ δικαιούχοι και ιδιοκτήτες είναι γνωστοί. Γνωστό είναι και το περιεχόμενό τους... Αλήθεια, πού βρίσκονται τα εκατομμύρια που έψαχναν; Γιατί δεν αναζητούνται ενώ έχουν αποδειχθεί οι κάτοχοι αυτών; Είδα ΜΜΕ, σταθμούς, εφημερίδες και δημοσιογράφους να με ποδοπατούν, ενώ παλιά με εξυμνούσαν. Είδα ομοτράπεζους καθηγητές να ακολουθούν πρακτικές για ίδιον όφελος που δεν συνάδουν με τον τίτλο τους, ούτε με την ηθική. Είδα απόστρατους βουλευτές να μετέχουν στη σπείρα πρακτόρων, εν γνώσει των προϊσταμένων τους, είδα συγγενείς, κυρίες κατ’ όνομα, να ενδιαφέρονται μόνο για θέσεις και αξιώματα χρησιμοποιώντας το όνομά μου».
Ο G.A.P
Ιδιαίτερη μνεία κάνει σε συγκεκριμένους πολιτικούς αναφέροντας μάλιστα τον πρώην πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου ως «G.A.P» χρησιμοποιώντας λατινικούς χαρακτήρες. «Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, γιος ιερέα εκ Θεσσαλονίκης (θα αποφύγω να κάνω αναφορές στον βίο και την πολιτεία του ως καθηγητή), ανέλαβε τον βρώμικο ρόλο εκβιάζοντάς με να αναγκαστώ να δεχτώ να γίνω ο αποδιοπομπαίος τράγος μετά τη διαγραφή μου από το ΠΑΣΟΚ. Η Ιφιγένεια για να επέλθει η κάθαρση όλων των υπολοίπων. Εντολή μου, να κάνουν τα πάντα, να μην αγγίξουν τη γυναίκα μου, το παιδί μου - για τους οποίους δεχόμουν συνεχώς προσωπικές απειλές. Ημουν για αυτούς ο βολικός ένοχος της κάθαρσης και με κατέστησαν βολικό ένοχο με κουρελόχαρτα της δήθεν κάθαρσης, πλαστογραφώντας την αλήθεια.
Η παράσταση αυτή θα έχει απρόσμενο τέλος για τους αφανείς και εμφανείς πρωταγωνιστές, τόνισα στον Βαγγέλη Βενιζέλο, όταν η νομιμοποίηση της παρωδίας κάθαρσης και ευτελισμού των θεσμών απογυμνώνει το διάτρητο προκατασκευασμένο σχέδιο και τη βολική κάλπικη πραγματικότητα που ήθελαν να παρουσιάσουν. Αλμα στο κενό... Ο λαός ζητούσε εξιλαστήρια θύματα, όμως να πληρώσουν οι πραγματικοί ένοχοι για τη σημερινή κατάντια του τόπου. Βρήκαν νομίζουν το μέσο για να εκτονώσουν τη λαϊκή αγανάκτηση.
Αυτό το ΠΑΣΟΚ, το οποίο με διαγράφει και με εκβιάζει να υποστώ το μαρτύριο, αυτό δεν είναι το κόμμα μου. Σήμερα. Τότε, το λεγόμενο ΠΑΣΟΚ, πολιτικά παραμορφωμένο, απομονωμένο, δημοκρατικά και οργανωτικά αποστεωμένο κατέληξε σε αυτό που λέει ο λαός: κακό χωριό τα λίγα σπίτια και σε ενός ανδρός αρχή. Γι’ αυτό νομίζουν ότι θα εκτονώσουν τη λαϊκή αγανάκτηση με δική μου ενοχοποίηση. Θα τους απογοητεύσω γιατί είμαι αθώος. Θεώρησαν ότι χτυπώντας με και εξουθενώνοντάς με με κουρελόχαρτα της κάθαρσης θα γλιτώσουν οι ίδιοι. Πώς τόλμησαν; Πώς τολμάς, εκέκραξα, και μου ζητάς να θυσιαστώ;
O G.A.P μαζί με τον Βενιζέλο επιθυμούσαν να με οδηγήσουν στη Δικαιοσύνη και στη φυλακή αφού πρώτα δημιούργησαν κλίμα κοινωνικής οργής με τυφλές εκρήξεις, συλλήβδην και κατά εμού και της οικογένειάς μου καθώς και του σπιτιού μου. Ο νόμος Καστανίδη και η ψήφισή του προέβλεπε σύσταση γνωμοδοτικού συμβουλίου από δικαστικούς που θα αποφάσιζε μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της Εξεταστικής Επιτροπής για τυχόν ποινικές ευθύνες και συνεπώς σύστασης της προανακριτικής επιτροπής.
Ολα αυτά δηλώνουν τους λάθος και νοσηρούς προσανατολισμούς που είχε τόσο ο G.A.P όσο και η αντιπολίτευση, ενώ δικαιώνει εξαρχής τους ισχυρισμούς μου για συγκεκριμένη στρατηγική εξόντωση του ενός. Ο εντιμότατος καθηγητής με τον G.A.P, φυλακίζοντας εμένα και τη γυναίκα μου, ικανοποιούσαν το νοσηρό σχέδιο εκδίκησης και απέναντι στον Ανδρέα Παπανδρέου γιατί απέτυχαν να τον βλάψουν. Απέτυχαν να τον φυλακίσουν. Ημουν πάντα παρών για την ενότητα και την αλληλεγγύη στο ΠΑΣΟΚ. Ηταν ανάγκη να υπάρξει η μεγαλύτερη δυνατή ενότητα, γιατί ο ελληνικός λαός την είχε ανάγκη».
Ο υπόκοσμος
Τέλος, αναφορά γίνεται σε αυτό που με μια λέξη ο πρώην υπουργός χαρακτηρίζει «υπόκοσμο» αναφέροντας τα εξής: «Ο υπόκοσμος σήμερα είχε μόνο έναν στόχο. Να καταστρέψει, να διαλύσει. Κανένας ηθικός φραγμός. Εχουν επιστρατευτεί συγγενείς και απόστρατοι βουλευτές και προκειμένου να έχουν το αποτέλεσμα το οποίο προσδοκούσαν δεν δίστασαν να διασύρουν, να διώκουν, να εξευτελίζουν και να ακυρώνουν συνεχώς τη λατρεμένη μου σύζυγο και μέσω των ΜΜΕ η οποία δεν γνώριζε απολύτως τίποτα. Ασυγχώρητοι κανίβαλοι...
Δεν εξαπάτησα κανέναν. Προστάτευσα τους πάντες, τα πήρα όλα πάνω μου, εξαπατήθηκα, βασανίστηκα, υπέφερα. Ολα αυτά που καταθέτω είναι ήδη καταγεγραμμένα σε σφραγισμένες επιστολές. Παρά το γεγονός πως υπεξαίρεσαν, αφαίρεσαν, έκλεψαν, απέσπασαν χωρίς την έγκρισή μου τμήματα του αρχείου μου, η θυγατέρα μου (ζητούσε συγκεκριμένους φακέλους πάντα κατ’ εντολήν του Σμπώκου, γιατί μόνο αυτός γνώριζε τα πάντα), είτε για να τα πουλήσει, είτε για να εξυπηρετήσει επιχειρηματικά συμφέροντα με ανταλλάγματα.
Το αρχείο μου - ιστορικό, με πολύ κόπο, αγώνα το ανέκτησα γιατί μόνο εγώ γνώριζα τι ακριβώς είχε μεγαλύτερη αξία. Οι κακοποιοί γνωστοί, που χρησιμοποιήθηκαν - πράκτορες που επιστρατεύτηκαν για τη διάλυσή του, δεν κατάφεραν να εκτελέσουν σχέδια και να υφαρπάξουν στοιχεία. Τα χέρια μου δεν με βοηθούν πια, αλλά η φωνή μου είναι ισχυρή και το μυαλό μου άφθαρτο. Η φωνή μου θα λειτουργεί ως παρακαταθήκη και ως εγγύηση.
Για όλα όσα αναφέρω παραπάνω υπάρχουν σφραγισμένες επιστολές και αντίστοιχο ηχητικό υλικό σε πληρεξούσιο δικηγόρο που αφορούν στη δραστηριότητα κύκλων της πολιτικής, επιχειρηματικής, κοινωνικής ζωής με εντολή να τις δημοσιοποιήσει όταν δημοσιευθεί και η τελευταία αυτή διαθήκη μου και να προστατεύσει τη γυναίκα μου και το παιδί μου».