Στην Ελλάδα και σε όσους τη γνώριζαν παρουσιαζόταν ως «Μαρία Τσάλλα», παιδί μεταναστών από τη Μόσχα που είχε έρθει στη χώρα μας το 2018 και ένα χρόνο αργότερα άνοιξε κατάστημα χειροτεχνίας και πλεκτικής με την επωνυμία «Galazio Crochet&Knit», ή αλλιώς «Γαλάζιο», στην οδό Αρριανού στο Παγκράτι.
Είχε ηλικία λίγο πάνω από τα 30, ήταν ιδιαίτερα ενεργή στα social media, πολυάσχολη και με έντονη κοινωνική ζωή. «Πάρα πολύ καλός άνθρωπος, εμένα μου έχει φερθεί πάρα πολύ καλά, πάρα πολύ ευγενικά. Μ’ έχει βοηθήσει πάρα πολύ στην καριέρα μου γιατί είμαι πλέκτρια κι εγώ. Ηταν εσωστρεφής άνθρωπος, πολύ καλός σαν χαρακτήρας. Πολύ ευγενική, γνώριζε πάρα πολύ το αντικείμενο, δηλαδή το πλέξιμο. Επαγγελματικά με βοήθησε πάρα πολύ. Καθοδήγηση συμβουλές κτλ.» δήλωσε στον τηλεοπτικό σταθμό Star η κοπέλα με την οποία συνεργαζόταν στο κατάστημα.
Επίσης, γείτονας που μίλησε στο newsit.gr είπε: «Την ξέραμε την κοπέλα. Δεν είχαμε πολλά πολλά αλλά τη βλέπαμε δίπλα, στο μαγαζί. Δεν είχαμε πολλές επαφές αλλά μου είχε κάνει εντύπωση ότι μιλούσε 3-4 γλώσσες. Αγγλικά, Γερμανικά και Γαλλικά σίγουρα. Εχω να τη δω καιρό, όμως. Περίπου ένα μήνα το έχει κλείσει το μαγαζί και έχει φύγει».
Σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, αυτή η ευγενική, πολυάσχολη και με έντονη κοινωνική ζωή γυναίκα, ήταν ρωσίδα κατάσκοπος.
Το πραγματικό της όνομα
Το πραγματικό της όνομα είναι Ιρίνα Αλεξάντροβνα Σμίρεβα, ρωσικής καταγωγής.
Κατάφερνε να κρύβει καλά τα ίχνη της και η αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψη της πραγματικής της ταυτότητας ξεκίνησε με τον εντοπισμό απόπειρας πρόσβασης τρίτης χώρας σε στοιχεία Ελλήνων που έχουν αποβιώσει, όπως μας ενημερώνει η ΕΥΠ.
«Ερευνες που συστηματικά διεξήγαγε» η Υπηρεσία, σε συνέχεια πληροφοριών που συνέλεξε, απέδειξαν ότι η φερόμενη ως «Μαρία Τ.», με ελληνική υπηκοότητα και ταυτότητα από το 2018, στη πραγματικότητα είναι η ξένη υπήκοος «Irina A. S.», που δρούσε στη χώρα μας υπό «βαθύ κάλυμμα».
Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψή της ξεκίνησε με τον εντοπισμό απόπειρας πρόσβασης τρίτης χώρας σε στοιχεία ελλήνων πολιτών που έχουν αποβιώσει, μια διεθνώς διαπιστωμένη πρακτική των Υπηρεσιών Πληροφοριών συγκεκριμένης χώρας για τη συγκρότηση της ειδικής κατηγορίας κατασκόπων με το προσωνύμιο «illegals», σημειώνεται στην ανακοίνωση της ΕΥΠ.
«Βαθύ κάλυμμα»
Οι «illegals» στρατολογούνται και εκπαιδεύονται από τις Υπηρεσίες συγκεκριμένης ξένης χώρας, με σκοπό να τοποθετηθούν σε χώρες–στόχους, αναλαμβάνοντας στη συνέχεια κατασκοπευτική δράση.
Για την προστασία της πραγματικής τους ταυτότητας, χρησιμοποιούν «βαθύ κάλυμμα», το οποίο δημιουργείται με παραποίηση ατομικών εγγράφων και χρήση πιστοποιητικών που προέρχονται από στοιχεία θνησιγενών βρεφών ή ατόμων που έχουν αποβιώσει.
Από τη στιγμή της τοποθέτησής τους στο εξωτερικό, οι «illegals» ζούνε και συμπεριφέρονται με βάση την κατασκευασμένη ιστορία που έχει δημιουργηθεί για αυτούς, ώστε να προστατεύσουν την αποστολή τους.
Παρόλο που έχει πάρα πολλές φωτογραφίες στα προφίλ της σχεδόν σε όλες καλύπτει το πρόσωπό της
Το προφίλ και η δράση της «Μαρίας Τ.» παραπέμπει ευθέως στην ειδική κατηγορία των «illegals».
Η υπόθεση που μόλις αποκαλύφθηκε από την ΕΥΠ, είναι χαρακτηριστική του τρόπου σκέψης και δράσης των συγκεκριμένων Υπηρεσιών καθώς για την οικοδόμηση της ταυτότητας και του προφίλ της «Τ.» εργάστηκαν συστηματικά για πολλά έτη με κατάλληλη εκμετάλλευση προσώπων, διαδικασιών και φορέων, ώστε τελικά η αλλοδαπή «Irina» να ζει και να αναγνωρίζεται ως Ελληνίδα «Μαρία», εξαπατώντας ακόμη και τους πιο κοντινούς της ανθρώπους στην Ελλάδα, που προφανώς δεν γνώριζαν την πραγματική της ταυτότητα.
Παντρεμένη με ρώσο κατάσκοπο
Είναι προφανές ότι η δράση της «Τ.» δεν θα περιοριζόταν στην ελληνική επικράτεια, καθώς ως πολίτης της Ε.Ε., θα μπορούσε να ταξιδέψει και να εργαστεί σε αρκετές χώρες της Ευρώπης.
Η «Μαρία Τσάλλα» φέρεται να είναι παντρεμένη με ρώσο κατάσκοπο που δραστηριοποιείτο στη Βραζιλία ως «Ντάνιελ Κάμπος». Οσον αφορά την κάλυψή της όλα πήγαιναν καλά μέχρι που ο σύζυγός της εντοπίστηκε πριν λίγους μήνες στη Βραζιλία και αποκαλύφθηκε.
Ο ίδιος εξαφανίστηκε μυστηριωδώς με το πρόσχημα ότι πηγαίνει διακοπές στην Ταϊλάνδη ή στη Μαλαισία και την ίδια περίοδο έφυγε για επαγγελματικό ταξίδι η «κυρία Τσάλλα» και δεν ξαναεμφανίστηκε.
Για την είσοδό της στην Ελλάδα φέρεται πως χρησιμοποίησε παραποιημένο διαβατήριο που αντιστοιχούσε σε πρόσωπο που ζει στη Λατινική Αμερική. Γράφτηκε στο δημοτολόγιο δήμου της Αττικής και έναν χρόνο αργότερα με ληξιαρχική πράξη επανεγγράφηκε σε δήμο εκτός Αττικής.
Ανθρωποι που τη γνώριζαν αναφέρουν ότι όταν έφτασε στην Αθήνα δεν μιλούσε καθόλου ελληνικά. Πήγε μάλιστα σε εξειδικευμένο σχολείο που διδάσκει τη γλώσσα σε αλλοδαπούς στο κέντρο της Αθήνας. Εκεί απέκτησε φιλικές σχέσεις, σε μία προσπάθεια να διευρύνει τον κύκλο της, σύμφωνα με πληροφορίες που μεταδίδει η «Καθημερινή».
Στους νέους φίλους της υποστήριζε ότι πούλησε όλα τα υπάρχοντά της στη Βραζιλία και ήρθε στην Αθήνα για μόνιμη διαμονή. Σε πρώτη φάση ασχολείτο με τη φωτογραφία.
Αρχικώς, όταν έφτασε στην Αθήνα έμενε σε πολυτελές Airbnb στο Παγκράτι και δεν έδειχνε να έχει κάποια οικονομική στενότητα.
Μετά την πάροδο μερικών μηνών, μιλούσε σπαστά ελληνικά και κυρίως αγγλικά, ωστόσο δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο για να μάθει καλά την ελληνική γλώσσα.
Το 2018 πήρε την ελληνική υπηκοότητα με ληξιαρχική πράξη γέννησης, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία βρέφους που πέθανε στη γέννα, με ημερομηνία γέννησης και θανάτου τον Δεκέμβριο του 1991.
Η συνεργασία με τη Σλοβενία
Αυτό που προβλημάτισε, ωστόσο, τις ελληνικές Αρχές ήταν ότι περίπου πριν τρεις μήνες, δηλαδή τον περασμένο Ιανουάριο που ξεσκεπάστηκε ο σύντροφός της, συνέλαβαν συνάδελφό της, «illegal», στη Σλοβενία. Τότε άρχισε η εσωτερική αλληλογραφία μεταξύ των δύο υπηρεσιών ασφαλείας και οι Αρχές κατέληξαν στα «χνάρια» της «Μαρίας Τσάλλα».
Η ΕΥΠ προχώρησε σ’ έρευνα στο ληξιαρχείο και διαπίστωσε ανακολουθία στο έγχαρτο και ηλεκτρονικό αρχείο που την αφορούσε. Οι ρωσικές Αρχές φέρεται πως κατάλαβαν ότι ξεσκεπάστηκε και την ανακάλεσαν, με την ίδια να επιστρέφει στις 4 Ιανουαρίου στη Μόσχα.
Μετά τη φυγή της, επικοινώνησε με τον σπιτονοικοκύρη της και την υπάλληλο και τους ανακοίνωσε ότι δεν θα επιστρέψει στην Ελλάδα.
Αυτό που πλέον εξετάζουν οι Αρχές είναι το αντικείμενο της αποστολής της, τι είδους κατασκοπευτικό έργο έχει επιτελέσει καθώς με την ιδιότητα της φωτογράφου μπορεί να αποτύπωσε στη μηχανή της ακόμα και κρίσιμες υποδομές.