Τον ευρωβουλευτή Νότη Μαριά δικαίωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, με μια απόφαση - καταπέλτη, κρίνοντας ότι για να μπορεί να φορολογηθεί από το Ελληνικό Δημόσιο η αποζημίωση-αποδοχές των Ελλήνων ευρωβουλευτών από το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο πρέπει να ψηφιστεί από τη Βουλή ειδική νομοθετική ρύθμιση, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα, όπως παράλληλα έκρινε ότι οι ευρωβουλευτές εξαιρούνται από την επιβολή εισφοράς αλληλεγγύης.
Επομένως, η σχετική απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ)- που στηρίχθηκε σε γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους- με την οποία φορολογήθηκαν οι Έλληνες ευρωβουλευτές, παραβιάζει το Σύνταγμα και για το λόγο αυτό είναι παράνομη και έτσι ακυρώθηκε.
Κατά συνέπεια τα ποσά με τα οποία φορολογήθηκαν οι Έλληνες ευρωβουλευτές έως τώρα πρέπει οι αρμόδιες φορολογικές αρχές ή να τα επιστρέψουν ή να τα συμψηφίσουν κατά τις επόμενες φορολογικές χρήσεις.
Ειδικότερα, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με γνωμοδότησή του (70/2021) αποφάνθηκε ότι η αποζημίωση-αποδοχές των ευρωβουλευτών από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελούν εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες αλλοδαπής προέλευσης και υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Η γνωμοδότηση αυτή έγινε αποδεκτή από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.).
Η προσφυγή του Νότη Μαριά
Ωστόσο, ο κ. Μαριάς κλήθηκε να υποβάλει εκπρόθεσμη τροποποιητική δήλωση για τα ποσά των αποζημιώσεων –αποδοχών των φορολογικών ετών 2016-2021.
Έτσι, ο ευρωβουλευτής προσέφυγε στο ΣτΕ υποστηρίζοντας ότι η προσβαλλόμενη πράξη της Α.Α.Δ.Ε. αποτελεί ψευδοερμηνευτική εγκύκλιο και επιβάλλει φορολογικό βάρος χωρίς να υπάρχει ειδική νομοθετική διάταξη και χωρίς να έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Πράγματι, το Β΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 431/2023 απόφασή του (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Μιχάλης Πικραμένος και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Βασιλική Μόσχου) δικαίωσαν τον κ. Μαριά και επέβαλαν δικαστική δαπάνη στο Δημόσιο ύψους 920 ευρώ.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αφού ερμήνευσαν το Σύνταγμα, τον κανονισμό του Ευρωκοινοβουλίου, την Ευρωπαϊκή και Ελληνική νομοθεσία, αποφάνθηκαν ότι μη νόμιμα έγινε η υπαγωγή της αποζημίωσης των ευρωβουλευτών σε φόρο εισοδήματος, ως εισόδημα από μισθωτή εργασία με πράξη του διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., μη δημοσιευθείσα στο Φ.Ε.Κ. Έτσι την ακύρωσαν για λόγους νομιμότητας, αλλά και ασφάλειας δικαίου.
Ειδικότερα, αναφέρεται στην εν λόγω απόφαση ότι «
προκειμένου, ο Έλληνας νομοθέτης να υπαγάγει την αποζημίωση αυτή σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης με βάση την εθνική νομοθεσία, ασκώντας την κατ’ άρθρο 12 παρ. 3 της απόφασης 2005/684/ΕΚ ευχέρεια που του παρέχεται, πρέπει, σύμφωνα με τις αρχές της νομιμότητας και βεβαιότητας του φόρου, αλλά και της σαφήνειας και προβλέψιμης εφαρμογής των εκάστοτε θεσπιζόμενων κανονιστικών ρυθμίσεων, όπως ιδίως εκείνων με τις οποίες επιβάλλονται φόροι, τέλη, εισφορές κ.λπ., τηρώντας, παράλληλα, την επιταγή του άρθρου 78 παρ. 2 του Συντάγματος να θεσπίσει νέα, σαφή, ειδική διάταξη τυπικού νόμου, εντασσόμενη στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, με την οποία είτε θα υπαγάγει την εν λόγω αποζημίωση (και τη μεταβατική) ευθέως στις διατάξεις περί φορολόγησης μισθωτών υπηρεσιών είτε εμμέσως θεωρώντας αυτήν κατά πλάσμα δικαίου ως εισόδημα από μισθωτή υπηρεσία».Εξαίρεση από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης
Προσθέτει ακόμα το ΣτΕ ότι η αποζημίωση του Έλληνα ευρωβουλευτή δεν υπόκειται ούτε στην ειδική εισφορά αλληλεγγύης των φυσικών προσώπων.
Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας, μεταξύ των άλλων, αναφέρουν στην επίμαχη απόφαση:
-Η καταβαλλόμενη στον ευρωβουλευτή αποζημίωση συνιστά εγγύηση της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του, διασφαλίζει δεπρωτίστως ότι ασκεί την εντολή του χωρίς να δεσμεύεται από οδηγίες - εντολές, δεδομένου ότι, ενόψει του ικανοποιητικού ύψους της, τον καθιστά λιγότερο ευάλωτο-εκτεθειμένο σε έξωθεν παρεμβάσεις προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών οικονομικών συμφερόντων και εντεύθεν προτάσεων οικονομικών συναλλαγών με αυτόν.
-Η αποζημίωση δεν καλύπτει την απώλεια εσόδων που συνεπάγεται η άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων του, δεδομένου ότι ο ευρωβουλευτής δεν υποχρεούται να διατηρεί κατοικία στους τόπους εργασιών του Ευρωκοινοβουλίου και ως εκ τούτου δεν απομακρύνεται, κατά τη διάρκεια της θητείας του, σε μόνιμη-διαρκή βάση από τον τόπο που ασκεί το επαγγελματικό-βιοποριστικό του έργο.
-Ο ευρωβουλευτή δεν συνδέεται με την Ευρωπαϊκή Ένωση με σχέση εξαρτημένης εργασίας, αλλά αποτελεί μέλος θεσμικού οργάνου αυτής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
-Η αποζημίωση του ευρωβουλευτή δεν έχει το χαρακτήρα μισθού, ούτε εισοδήματος από άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, από το 2009 και εφεξής βαρύνει τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και υπόκειται, καταρχήν, σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 1 της απόφασης 2005/684/ΕΚ, σε φόρο υπέρ της Ένωσης.
www.Protothema.gr
Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news
Κάντε like στην σελίδα μας στο facebook