Ο ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) μπορεί να μολύνει το στόμα και το λαιμό και να προκαλέσει καρκίνο του στοματοφάρυγγα, υποστηρίζει νέα επιστημονική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο CANCER.
Όπως αναφέρεται στη σχετική δημοσίευση, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο στοματικός έρωτας με περισσότερους από 10 ερωτικούς συντρόφους στο στοματικό σεξ συσχετίστηκε με 4,3 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης στοματοφαρυγγικού καρκίνου σχετικού με τον ιό HPV. Η μελέτη έδειξε, επίσης, ότι το στοματικό σεξ σε νεαρή ηλικία και οι περισσότεροι σύντροφοι σε μικρότερη χρονική περίοδο (ένταση στοματικού σεξ) συσχετίστηκαν με υψηλότερες πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του στόματος και του λαιμού (στοματοφάρυγγα) που σχετίζεται με τον HPV.
Προηγούμενες μελέτες έχουν ισχυριστεί ότι το στοματικό σεξ αποτελεί ισχυρό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση καρκίνου του στοματοφάρυγγα που σχετίζεται με τον ιό HPV. Έτσι, για να εξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο η συμπεριφορά που σχετίζεται με το στοματικό σεξ μπορεί να επηρεάζει τον κίνδυνο, η Δρ. Virginia Drake και οι συνεργάτες της από το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins κάλεσαν 163 άτομα με στοματοφαρυγγικό καρκίνο σχετικό με τον HPV και άλλα 345 χωρίς τη νόσο να ολοκληρώσουν μια έρευνα συμπεριφοράς.
Εκτός από παράγοντες όπως ο χρόνος και η ένταση του στοματικού σεξ, φάνηκε πως τα άτομα που είχαν μεγαλύτερους σε ηλικία σεξουαλικούς συντρόφους όταν ήταν νέοι και εκείνοι που είχαν συντρόφους με εξωσυζυγική σχέση είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν καρκίνο του στοματοφάρυγγα σχετικό με τον ιό HPV.
«Η μελέτη μας ενισχύει τα ευρήματα προηγούμενων ερευνών αποδεικνύοντας ότι δεν είναι μόνο ο αριθμός των σεξουαλικών συντρόφων στο στοματικό σεξ, αλλά και άλλοι παράγοντες που δεν είχαν αξιολογηθεί μέχρι τώρα και συμβάλλουν στον κίνδυνο από του στόματος έκθεσης στον ιό HPV και σε επακόλουθη ανάπτυξη καρκίνου του στοματοφάρυγγα σχετικού με τον ιό. Καθώς τα περιστατικά στοματοφαρυγγικού καρκίνου λόγω HPV συνεχίζουν να αυξάνονται, η μελέτη αυτή προσφέρει μια προσωρινή αξιολόγηση των παραγόντων κινδύνου για τη νόσο. Εν ολίγοις, αποκαλύψαμε πρόσθετες πτυχές στο πώς και το γιατί κάποιοι άνθρωποι μπορεί να αναπτύξουν αυτόν τον τύπο καρκίνου, πράγμα που μπορεί να μας βοηθήσει να εντοπίσουμε εκείνους που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο», καταλήγουν οι επιστήμονες.