Οι εργασίες τοπικής επισκευής και επαναχρωματισμού των όψεων του κτιρίου συμπίπτουν σχεδόν με την επέτειο των 40 χρόνων λειτουργίας του Μουσείου, το οποίο εγκαινιάστηκε τον Οκτώβριο του 1982. Πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, το Διοικητικό Συμβούλιο του Μουσείου, που στεγάζεται στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στη γωνία των οδών Αγίας Σοφίας και Προξένου Κορομηλά, αποφάσισε να διερευνήσει την έκταση των φθορών στην εξωτερική όψη του κτιρίου.
Την αρχιτεκτονική μελέτη ανέλαβε αφιλοκερδώς το αρχιτεκτονικό γραφείο NIMAND AE με επικεφαλής τη Νίκη Μάνου – Ανδρεάδη και συνεργάτη αρχιτέκτονα τον Μιχάλη Βρέντζο με βασικό άξονα την ανάδειξη του ιστορικού αυτού κτιρίου, όπως και την υποστήριξη και παρουσίαση της μελέτης στην Εφορεία Νεοτέρων Μνημείων.
Το διατηρητέο κτίριο του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, σε σχέδια του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ, ένα από τα μοναδικά σωζόμενα κτίρια στην πόλη της Θεσσαλονίκης, ξεκίνησε ως Ελληνικό Γενικό Προξενείο (1893) μέχρι την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912). Από το 1982 στεγάζει το Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα, τις εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δράσεις του με στόχο τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης των γεγονότων του Μακεδονικού Αγώνα και των ηρώων του.
«Στεγαζόμαστε σ’ ένα κτίριο- κόσμημα αρχιτεκτονικής, που όμως έχει υποστεί την ανελέητη φθορά του χρόνου. Στην προσπάθειά μας να διατηρήσουμε αλώβητη την ιστορική μνήμη, αλλά και να καταστήσουμε το ίδιο το κτίριο μέρος της δημόσιας τέχνης, καθώς και εκπαιδευτικό εργαλείο προβαίνουμε στις εργασίες αποκατάστασης των εξωτερικών όψεών του. Πορευόμενοι με σεβασμό στην ιστορικότητα του κτιρίου, αλλά και στις νέες προκλήσεις, πιστεύουμε ότι η αποκατάσταση θα ανταποκριθεί στον ρόλο του», σημειώνει η Σταυρούλα Μαυρογένη, αν. καθηγήτρια στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Μακεδονία και διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας Μακεδονικής Ιστορίας και Τεκμηρίωσης ΙΜΜΑ.
Μουσείο και σχολείο σε αρμονία πολιτισμού
Οι εργασίες αποκατάστασης των εξωτερικών όψεων του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα προχωρούν με ταχείς ρυθμούς, με πρώτο μέλημα την απρόσκοπτη λειτουργία τόσο του Μουσείου όσο και του 43ου Δημοτικού Σχολείου Θεσσαλονίκης. «Τα συνεργεία δουλεύουν πυρετωδώς, με την τήρηση όλων των μέτρων τόσο για την πανδημία όσο και για τις ημέρες του καύσωνα, καθώς πρέπει να απομακρυνθούν οι σκαλωσιές πριν ανοίξουν τα σχολεία», επισημαίνει η κ. Τσατσάια.
Για σχεδόν μισό αιώνα στο ιστορικό κτίριο λειτουργούσε σχολική μονάδα -αρχικά ως 15ο Δημοτικό Σχολείο και μετά το 1954, ως 43ο- μετά όμως από το μεγάλο σεισμό του 1978 στη Θεσσαλονίκη, κρίθηκε ακατάλληλο και κατασκευάστηκε δίπλα το κτίριο που στεγάζει σήμερα το 43ο Δημοτικό Σχολείο. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες εργασίες αποκατάστασης των ζημιών και ενίσχυσης του κτιρίου, το οποίο αρχικά στέγαζε το Ελληνικό Προξενείο το οποίο, όπως και το συγκρότημα της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης, είναι αντιπροσωπευτικά έργα του νεοκλασικισμού του 19ου αιώνα με προορισμό την προαγωγή της ελληνικής παιδείας και πολιτισμού.
Την κάλυψη της συνολικής δαπάνης του έργου έχουν αναλάβει οι εταιρείες Α. Χατζόπουλος ΑΕ και ISOMAT ABEE, «που από την πρώτη στιγμή υποστήριξαν με θέρμη το έργο, παρέχοντας τεχνογνωσία και εξαιρετικής ποιότητας υλικά», υπογραμμίζει η κ. Τσατσάια, συμπληρώνοντας ότι «το Ίδρυμα δεν θα μπορούσε να σηκώσει το βάρος του κόστους».
Η διευθύντρια του ΙΜΜΑ αναφέρεται επίσης στη συμβολή της εταιρείας DELOITTE ως χορηγού υποστήριξης των εκπαιδευτικών και επιστημονικών δράσεων του Ιδρύματος του Μουσείου. Την υλοποίηση των εργασιών, που αναμένεται να ολοκληρωθούν το φθινόπωρο, έχει αναλάβει η εταιρεία ARTDECON.
Πηγή: newsit.gr