Η συνταγματική δημόσιου σκοπού υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει μέριμνα για τη δημόσια υγεία επιτρέπει να διαγράφονται από τους παιδικούς σταθμούς και τα νηπιαγωγεία τα παιδιά όταν οι γονείς αρνούνται να τα εμβολιάσουν, έκρινε το Συμβούλιο της Επικρατείας με μια επίκαιρη απόφασή του, εν όψει του αναμενόμενου εμβολίου για το
COVID-19, που πιθανά να αντιδράσουν οι αρνητές της πανδημίας.
Η απόφαση αυτή της αυξημένης σύνθεσης Δ΄ Τμήματος του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου σηματοδοτεί τις θέσεις του δικαστηρίου για μια ενδεχόμενη άρνηση γονέων μαθητών των Δημοτικών, Γυμνασίων και Λυκείων, να εμβολιάσουν τα παιδία τους, γενικά αλλά και με το αναμενόμενο πολυπόθητο εμβολίο για τον κορωνοϊό.
Δήμος της Ανατολικής Μακεδονίας, ο οποίος μάλιστα έχει πληγεί από την πανδημία, τον περασμένο Δεκέμβριο έστειλε προς τους γονείς των παιδιών των Δημοτικών βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών υπόμνηση για τον εμβολιασμό, επισημαίνοντας ότι
«οφείλουν να ολοκληρώσουν το πρόγραμμα εμβολιασμών των παιδιών τους». Μάλιστα, στην τελευταία σύσταση προς τους γονείς υπογραμμιζόταν ότι πρέπει να γίνει ο εμβολιασμός, έτσι ώστε,
«να διασφαλίσουμε την πρόληψη της δημόσιας υγείας των παιδιών σε επίπεδο κοινότητας».Παρά τις υπομνήσεις, κάποιοι γονείς δεν συμμορφώθηκαν. Κατόπιν αυτού, το Δημοτικό Συμβούλιο το περασμένο Ιανουάριο έλαβε απόφαση να διαγράψει τέσσερα ανεμβολιάστα νήπια από ισάριθμους παιδικούς σταθμούς. Η διαγραφή των ανηλίκων έγινε καθώς
«οι γονείς αυτών δεν συμμορφώθηκαν στις επανειλημμένες υποδείξεις της παιδιάτρου των παιδικών σταθμών και δεν προτίθενται να ξεκινήσουν το πρόγραμμα των εμβολιασμών».Ένας εκ των τεσσάρων γονέων, η κόρη του οποίου διαγράφηκε από τον παιδικό σταθμό, προσέφυγε στο ΣτΕ, ζητώντας να ακυρωθεί η από 14.1.2020 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, ως αντισυνταγματική και αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Οι γονείς υποστήριξαν ότι το παιδί τους «τιμωρείται», επειδή δεν έχει δεχθεί κάποια εκ των πολλών εμβολίων και
«τυγχάνει διαφορετικής μεταχείρισης από τα συνομήλικα παιδιά και συμμαθητές της, χωρίς να υφίσταται λόγος, ενώ περιορίζεται ουσιωδώς η συμμετοχή της στην κοινωνική ζωή εν γένει, καθώς ο παιδικός σταθμός αποτελεί σημείο κοινωνικοποίησης και ανάπτυξης της προσωπικότητας των νηπίων και επιβάλλεται σε βάρος της ένα επαχθές μέτρο, το οποίο δεν είναι αναγκαίο, αφού το παιδί είναι υγιές, δεν συντρέχει περίπτωση πανδημίας και τα υπόλοιπα παιδιά που είναι εγγεγραμμένα στον παιδικό σταθμό έχουν λάβει τα προβλεπόμενα εμβόλια».Ακόμη, ισχυρίστηκαν ότι
«ο εμβολιασμός δεν δύναται να έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα, αλλά αποτελεί μόνον συνιστώμενη ιατρική πράξη», πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν η αρμόδια διεύθυνση του υπουργείου Υγείας, δεν μπορεί
«να εγγυηθεί ότι η χορήγηση ορισμένου εμβολίου δεν θα επιφέρει σοβαρή παρενέργεια στον εμβολιαζόμενο» ή ακόμα και θάνατο.
Προέβαλλαν, ότι η αποβολή της κόρης τους, παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της ισότητας, αναλογικότητας, του κοινωνικού κράτους δικαίου, της ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, της συμμετοχής στην κοινωνική ζωή της χώρας, όπως παραβιάζει και τις διατάξεις της ΕΣΔΑ,
«περί ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, του δικαιώματος σεβασμού της προσωπικής και της οικογενειακής ζωής, της ελευθερίας σκέψης και συνείδησης και της ελευθερίας έκφρασης».Οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν ότι το κοριτσάκι στην βεβαίωση υγείας που υπέγραφε παιδίατρος, στην ένδειξη «πλήρως εμβολιασμένο» αναγράφεται «ΟΧΙ» και σημειώνεται ότι
«προς το παρόν σταμάτησε ο εμβολιασμός». Στην δε κάρτα υγείας του νηπίου ανέφερε ότι είναι «ανεμβολίαστη».
Σύμφωνα με γνωμάτευση του παιδιάτρου, το κοριτσάκι έπρεπε να ολοκληρώσει την τέταρτη δόση εμβολιασμών για κοκκύτη, πολυομμετίδα, πνευμονιόκοκκο, κ.λπ., ενώ δεν έχει λάβει καμία δόση από τα εμβόλια μηνιγγιτιδόκοκκου, ιλαράς- παρωτίτιδας - ερυθράς, ανεμοβλογιάς, ηπατίτιδας Α΄ και ροταϊού.
Το ΣτΕ (απόφαση 2387/2020) απέρριψε ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς των γονέων και έκρινε νόμιμη την απόφαση του Δήμου για διαγραφή της ανήλικης από τον παιδικό σταθμό.
Κατ΄ αρχάς, επισημάνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, ότι
«η μέριμνα για την δημόσια υγεία αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του κράτους, στο πλαίσιο της οποίας η Πολιτεία οφείλει, μεταξύ άλλων να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη της διάδοσης και την καταπολέμηση μεταδοτικών ασθενειών, οι οποίες συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία». Στα μέτρα αυτά
«εντάσσεται και ο εμβολιασμός νηπίων και παιδιών, ο οποίος διενεργείται με σκοπό την προστασία της υγείας, συλλογικώς και ατομικώς, από τις ασθένειες».Ο εμβολιασμός ναι μεν
«συνιστά σοβαρή παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην όμως είναι συνταγματικώς ανεκτή», υπό τις προϋποθέσεις ότι προβλέπεται από τη νομοθεσία, δέχεται την άρνηση στις περιπτώσεις που αντενδείκνυται, κ.λπ.
Δεν παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές και ειδικά αυτή της ισότητας. Αντίθετα,
«θα αντέκειτο στην αρχή της ισότητας η αξίωση προσώπου να μην εμβολιαστεί, επικαλούμενο ότι δεν διατρέχει ατομικό κίνδυνο, εφόσον διαβιώνει σε ασφαλές περιβάλλον οφειλόμενο στο γεγονός ότι τα άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντός του έχουν εμβολιαστεί».Ούτε όμως, οι γονείς επικαλούνται ότι ο εμβολιασμός,
«αντιτίθεται σε σοβαρές θρησκευτικές, φιλοσοφικές ή παιδαγωγικές πεποιθήσεις τους», καταλήγει το ΣτΕ.
Πηγή: protothema.gr