Πόσα ποτηράκια μπύρα, κρασί, ούζο ή ουίσκι αντιστοιχούν στα ισχύοντα όρια αλκοόλης για τους οδηγούς και πόσο εύκολα μπορούμε να τα ξεπεράσουμε και να χάσουμε το δίπλωμά μας.
Στο άρθρο 42 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας ορίζονται τα μειωμένα επιτρεπτά όρια αλκοόλ στο αίμα αλλά και οι ποινές για όσους τα ξεπεράσουν που ξεκινούν από χρηματικό πρόστιμο και καταλήγουν μέχρι και σε φυλάκιση.
Το επιτρεπτό όριο αλκοόλ ορίζεται στα 0,5 gr ανά λίτρο αίματος, ή 0,25 gr ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα. Για τους επαγγελματίες οδηγούς τα αντίστοιχα όρια είναι ακόμμη χαμηλότερα και καθορίζονται στα 0,20 γραμμάρια ανά λίτρο ή 0,10 χιλιοστά του γραμμαρίου εκπνεόμενου αέρα.
Αυτό που διευκρινίζεται, όμως, στον ιστότοπο «Απολαύστε Υπεύθυνα» είναι πως ακόμα και όταν ο οδηγός είναι εντός του ορίου και ο νόμος το επιτρέπει, δεν υπάρχει πραγματική οδηγική ασφάλεια. Οποιαδήποτε ποσότητα αλκοόλ στο αίμα επηρεάζει την οδηγική ικανότητα και τα αντανακλαστικά του οδηγού.
Σχετικά με την ποσότητα του αλκοόλ που είναι ικανή για να φτάσουμε το ανωτέρω όριο, ενδεικτικά:
Με κατανάλωση 490ml μπίρας (ένα ποτήρι μεγάλο)
200 ml κρασιού
60 ml ούζου
55ml ουίσκι ή βότκας
Τονίζουμε τη λέξη «ενδεικτικά», επειδή αυτό εξαρτάται και από άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα το βάρος του σώματος, αλλά ακόμη και ο ρυθμός μεταβολισμού του αλκοόλ σε κάθε οργανισμό.
Ουσιαστικά, όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητα ενός ποτού σε αιθυλική αλκοόλη τόσο λιγότερη ποσότητα είναι ικανή για να μας οδηγήσει στο νόμιμο όριο. Με άλλα λόγια, να αποφεύγουμε τα «βαριά ποτά»!
Τονίζεται, επίσης, ότι στην περίπτωση νέου που καταναλώνει για πρώτη φορά αλκοόλ, αρκούν πολύ μικρότερες ποσότητες απ’ ό,τι στην περίπτωση του συνήθους χρήστη αλκοόλ, για να επηρεαστεί η οδηγική του ικανότητα. Όμως ακόμα και οι συνήθεις χρήστες οινοπνεύματος σε υψηλές ποσότητες κατανάλωσης αλκοόλ δεν μπορούν να διατηρήσουν την ικανότητα οδήγησης