Για πρώτη
φορά ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον εγχείρημα
υλοποιούν τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής
Ιστορίας: τη δημιουργία ενός αρχείου
τεκμηρίων και προφορικών μαρτυριών από
τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και την
έλευση των πρώτων αλβανών μεταναστών
στη χώρα.
«…Στην
παιδική μου ηλικία ήξερα ότι κάθε φορά
που θα συστηθώ, θα ακολουθήσει ένας
άβολος διάλογος λίγων δευτερολέπτων:
«Πώς σε λένε;». «Ιλιρίντα». «Πώς;».
«Ιλιρίντα». «Ξαναπές το»… Αυτό όμως
που με πλήγωνε αφάνταστα είναι η άρνηση
των συνομιλητών μου να μάθουν σωστά το
όνομά μου.
Η κλασική
ερώτηση ήταν από ποια χώρα είμαι ή αν
έχω κάποιο παρατσούκλι. Το παρατσούκλι
που ζήταγαν οι Ελληνες ήταν ένα βεβιασμένο
παρατσούκλι που συμβόλιζε την απαξίωση
και την αδιαφορία τους για να μας
γνωρίσουν. Ηταν κάτι παραπλήσιο του να
λένε όλους τους αλβανούς μετανάστες
Γιώργο και όλους τους Πακιστανούς
Αμπντούλ…».
Οι Αλβανοί
θεωρούν τους Έλληνες ως το λαό που κάνει
τις περισσότερες διακρίσεις σε βάρος
τους
Η Ιλιρίντα
Μουσαράι γεννήθηκε το 1997 στην Αλβανία,
έφτασε στην Ελλάδα με τους γονείς της
σε ηλικία έξι ετών και σήμερα είναι
πολιτική επιστήμων με μεταπτυχιακό στο
ΕΚΠΑ. Τα λόγια της περικλείουν τα
συναισθήματα μιας ολόκληρης εποχής –
ένα βίωμα, βίωμα της πρώτης και δεύτερης
γενιάς Αλβανών μεταναστών, που αποτυπώνεται
πλέον για πρώτη φορά σε ένα εξαιρετικά
ενδιαφέρον εγχείρημα που υλοποιούν τα
Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας:
τη δημιουργία ενός αρχείου τεκμηρίων
και προφορικών μαρτυριών που καταγράφουν
την εμπειρία των 30 χρόνων αλβανικής
μετανάστευσης στην Ελλάδα.
Η συλλογή
Η συλλογή με
όνομα Αρχείο Αλβανικής Μετανάστευσης
περιλαμβάνει ήδη σπάνιο υλικό από τις
αρχές της δεκαετίας του ’90 και από την
έλευση των πρώτων Αλβανών
μεταναστών στη χώρα, φωτογραφίες από
τη μεγάλη φυγή στα σύνορα, προσωπικές
αναμνήσεις, γράμματα σε συγγενείς.
Φυλλάδια από
αλβανικά σωματεία στην Ελλάδα, κασέτες
με αποσπάσματα δελτίων ειδήσεων που
αναφέρονται στους Αλβανούς μετανάστες
ηχογραφημένα από τους ίδιους, ογκώδεις
φακέλους με οικογενειακά έγγραφα,
φυλαγμένους σαν πολύτιμα κειμήλια,
καθώς πιστοποιούσαν την ύπαρξή τους σε
έναν άγνωστο κόσμο…
Το υλικό,
συγκεντρωμένο με τη βοήθεια μελών της
αλβανικής κοινότητας, θέτει ζωτικά
ερωτήματα: Πώς αισθάνονται οι ίδιοι
σήμερα κοιτώντας τις φωτογραφίες εκείνης
της εποχής; Και πώς η αλβανική διασπορά
έφτασε, σύμφωνα με τα διεθνή στοιχεία,
να είναι η τρίτη μεγαλύτερη στον κόσμο;
Οι αναμνήσεις
τους είναι ασπρόμαυρες: σκισμένα
διαβατήρια, φτώχεια, χωρισμένες
οικογένειες, άγριο ξύλο στα σύνορα. Και
μαζί, η ζωντανή ελπίδα για καλύτερη ζωή.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η Ελλάδα,
που ως τότε εξήγε μετανάστες, γίνεται
για πρώτη φορά χώρα υποδοχής και η
ελληνική κοινωνία αισθάνεται αμηχανία
και φόβο.
Τα στερεότυπα,
εκπορευόμενα από ακραίες εθνικιστικές
φωνές, δεν αργούν να φουντώσουν: η φράση
«Οι Αλβανοί που μας παίρνουν τις δουλειές»
αποκτά χαρακτηριστικά αυτοματισμού,
ρατσιστικές επιθέσεις και συνθήματα
ντροπής λερώνουν τον κοινωνικό χώρο, η
ανησυχία για «εισαγόμενους» πυρήνες
εγκλήματος κυριαρχεί, ενώ από την άλλη
πλείστοι όσοι έχουν να πουν για «έναν
Αλβανό, καλό παιδί στη γειτονιά,
δουλευταρά».
Η έλευση
περίπου 700.000 Αλβανών μεταναστών επηρέασε
καταλυτικά την Ελλάδα διαμορφώνοντας
τον χαρακτήρα της στα τέλη του 20ού αιώνα.
Τριάντα χρόνια μετά, η αλβανική κοινότητα
αποτελεί την πολυπληθέστερη και πιο
ενσωματωμένη ομάδα μεταναστών στη χώρα,
ενώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, οι
μεικτοί γάμοι Αλβανών και Ελλήνων
ξεπερνούν πλέον τις 22.000.
Μελέτη
«Η αλβανική
μετανάστευση αποτελεί μια πάρα πολύ
σημαντική πτυχή της σύγχρονης ελληνικής
ιστορίας. Οι Αλβανοί έρχονται στην
Ελλάδα και αναδιαμορφώνουν την κοινωνική
πραγματικότητα. Εργάζονται εδώ και
γίνονται συμπολίτες μας. Είναι πλέον
φίλοι μας, είναι συμμαθητές των παιδιών
μας. Παρ’ όλ΄ αυτά, πέρα από κάποια
στερεότυπα που ξέρουμε για αυτούς, είναι
για εμάς γνωστοί άγνωστοι. Ως ΑΣΚΙ
διαπιστώσαμε ότι δεν υπάρχει μια αρχειακή
υποδομή που να επιτρέπει τη μελέτη του
ζητήματος. Αποφασίσαμε, λοιπόν, να τη
δημιουργήσουμε εμείς για να διευκολύνουμε
την πραγματοποίηση μελετών για το θέμα
τόσο σήμερα όσο και στο μέλλον», λέει
στα «ΝΕΑ» ο Μάνος Αυγερίδης, ιστορικός
και επιστημονικός συνεργάτης των ΑΣΚΙ.
«Φιλοδοξούμε
να συγκεντρώσουμε αρχεία από όλες τις
πτυχές της ζωής των Αλβανών μεταναστών:
την εργασία τους, τους χώρους όπου
συνεστιάζονται, τις κινηματικές τους
πρωτοβουλίες. Βασικό στοιχείο, όμως,
της έρευνάς μας είναι ότι δεν ξεκινήσαμε
μαζεύοντας υλικό μόνοι μας αλλά με την
ενεργή συμμετοχή ανθρώπων που έχουν οι
ίδιοι αλβανική μεταναστευτική εμπειρία.
Δεν θελήσαμε να τους πούμε εμείς ως
Έλληνες ιστορικοί ποια θεωρούμε σημαντικά
τεκμήρια αλλά το υλικό να προκύψει μέσα
από τη δημιουργία ενός κύκλου ανθρώπων,
μεταναστών δεύτερης γενιάς, που είναι
ενεργοί σε διάφορα πεδία είτε ως
δημοσιογράφοι είτε ως εκπαιδευτικοί
είτε έχουν εμπειρία στην ανθρωπολογική
έρευνα και οι οποίοι θα μπορέσουν να
συμβάλουν σε αυτό», συμπληρώνει ο κ.
Αυγερίδης.
«Ενα από τα
πρώτα υλικά που μας παραχωρήθηκαν είναι
η εξαιρετική συλλογή του Σπύρου Στάβερη,
ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του
’90 φωτογράφιζε τους Αλβανούς που έφταναν
στην Ελλάδα. Από ‘κεί και πέρα τμήμα
του αρχείου αποτελείται από επίσημα
έγγραφα, ένα μέρος του είναι ψηφιακό,
ενώ υπάρχει και οπτικοακουστικό υλικό.
Επίσης, έχουμε ήδη οργανωθεί και σε
σύντομο χρονικό διάστημα θα αρχίσουμε
να συλλέγουμε προφορικές μαρτυρίες που
θα συμπληρώσουν τη συλλογή», εξηγεί.
Πηγή: in.gr