Πάνε τέσσερις μέρες που η Ελπίδα Kαπουζίδη «μπάρκαρε» για την απέναντι όχθη του Αχέροντα. Η ψυχούλα της όσο θα κρατήσει το ταξίδι ακόμη να το πάρει απόφαση όμως. Ηταν και χθες στην πρώτη «επίσημη» του Ηρακλή της.
Της μεγάλης αγάπης και καημού της. Εμεινε γιατί πόναγε ζωντανή μιας και πέρασε τόσα, όπως όλοι, όλοι μας θα έλεγα, μα πιότερο αυτή και οι εναπομείναντες σύντροφοι πολεμιστές των κερκίδων του Καυτανζογλείου. Πόναγε γιατί καταλάβαινε πως αποχαιρετά τη ζωή άθελά της και πρόωρα τώρα που ο Ηρακλής αρχίζει ακόμη μια προσπάθεια δικαίωσης από τις πολλοστές τις τελευταίας δωδεκαετίας και αχ πόσο θα ΄θελε να πολέμαγε ακόμη μια φορά και να βοηθούσε τα συντρόφια. Πόσο θα ΄θελε να έβλεπε τους «καναπεδάκηδες» να προτιμούσαν το στάδιο, έστω και κουβαλώντας μαζί τους μαξιλάρια και… παντούφλες.
Ομως παρά την υπενθύμιση από πλευράς Μυροφορίδη ο οποίος εμφανίστηκε αραχτός στο Καυτανζόγλειο σ΄ έναν καναπέ οι «άλλοι» φαίνεται πως δεν έλαβαν το μήνυμα. Η Ελπίδα να το θυμάστε. Δεν πρόκειται να φύγει για τα πέρατα του σύμπαντος πριν τουλάχιστον η προσπάθεια επιστροφής των δήθεν απαιτητικών Ηρακλειδέων επιτευχθεί έστω κι όσο παίρνει. Πάντως η ψυχούλα της αναγάλιασε με την εικόνα της κυανόλευκης ομάδας. Διότι στο πιο δυνατό φιλικό τεστ λίγο πριν την έναρξη του Πρωταθλήματος, ο Ηρακλής πήρε καλό βαθμό κατά το… ήμισυ, αφού οι πολλές αλλαγές του Βοσνιάδη, παράμετροι διεξαγωγής ενός, κατά κάποιο τρόπο, εκπαιδευτικού αγώνα έφεραν το 1-1.
Στο πρώτο μέρος και με τη σέντρα ακριβώς του παιχνιδιού, οι γηπεδούχοι σκόραραν με τον Κλέιτον και στη συνέχεια επέβαλαν τον ρυθμό τους, αναγκάζοντας τον Απόλλωνα Σμύρνης σε δεύτερο ρόλο και ισοφαρίστηκαν από των Μάντζιο στο Β΄ μέρος. Η Ελπίδα έφυγε με αξιοπρέπεια, μαχόμενη, παρά το πρόβλημά της, πάντα για τον Ηρακλή, μα και τη ζωή της. Επαιρνε θάρρος από το περίσσευμα ενός ονείρου έστω.
Στοιχεία που χάνονται συνεχώς και ανεπανόρθωτα για τους ζωντανούς, που δεν ονειρεύονται και ζουν φοβισμένα με μεσοβέζικο εαυτό και η σάρκα τους καταντά μια μάσκα αποκριάτικη. Τοίχο- τοίχο, άμυνα την άμυνα, οι άνθρωποι βλάπτουμε ιδέες και συνανθρώπους ή συντρόφους από φόβο μη τυχόν και πονέσουμε για μια ακόμη φορά, Και ξαφνικά ένας άνθρωπος πεθαίνει πανηγυρίζοντας ένα όνειρο ζωής, όπως η ανάσταση του Ηρακλή, επιθυμώντας ένα πάρτι χαράς για τη μνήμη της, όπως πρόσμενε να το χαρεί η Ελπίδα…και δεν το χάρηκε. Όσο επιθυμούσε τουλάχιστον…
Από την έντυπη έκδοση της Metrosport (14/10)